20 Ιουν 2011

Το παραμύθι τού «εύκολα και γρήγορα». Του Δημήτρη Τσιόδρα


«Εύκολα και γρήγορα».
Η λογική που επικρατούσε αρκετά χρόνια στην Ελλάδα, δεν έχει εγκαταλειφθεί και στο ζήτημα της αντιμετώπισης του χρέους.
Από διάφορες πλευρές ακούγονται «λύσεις» που θα μας οδηγήσουν σε έξοδο από την κρίση, όχι σε βάθος χρόνου, αλλά «εύκολα... και γρήγορα».


Στο ΠΑΣΟΚ, αφού μας έλεγαν αρχικά ότι από το 2012 όλα θα αλλάξουν προς το καλύτερο, μετά τον ανασχηματισμό άρχισαν πάλι να καλλιεργούνται προσδοκίες ότι «τώρα που έφυγε ο Παπακωνσταντίνου θα αλλάξει και η πολιτική».
Κάποιοι, μάλιστα, πιθανόν να φαντάζονται ότι η κυβέρνηση σύντομα θα αρχίσει ξανά να μοιράζει χρήμα.

Η Ν.Δ. στην αρχή θα εξάλειφε τα ελείμματα σε ενάμιση χρόνο και αφού είδε ότι το παραμύθι δεν πιάνει, έχει εφεύρει την καραμέλα ότι «εμείς θα διαπραγματευόμασταν καλύτερα το μνημόνιο». Βεβαίως, δεν μας λένε, γιατί δεν έπεισε τον γάλλο πρωθυπουργό Φ. Φιγιόν, τον Μ. Μπαρόζο και τον Ζ. Κ. Γιούνκερ, τους οποίους είδε πρόσφατα ο Αντ. Σαμαράς και ανήκουν στον δικό του πολιτικό χώρο, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, για τις θέσεις του.

Αλλοι λένε να αρνηθούμε να πληρώσουμε, όπως έκαναν κάποιες χώρες του Τρίτου Κόσμου που δεν ανήκαν σε καμιά νομισματική ένωση, 
μερικοί φαντασιώνονται ότι το πετρέλαιο που θα βρούμε θα μας λύσει κάθε πρόβλημα, 
άλλοι ελπίζουν στο χρυσάφι που υπάρχει στο υπέδαφος της χώρας 
και κάποιοι προσδοκούν στα φθηνά δάνεια που θα μας δώσουν η Κίνα και η Ρωσία, αγνοώντας ότι ο κινέζικος οίκος αξιολόγησης Dagong Global Rating μας υποβάθμισε πρόσφατα στην ίδια κατηγορία που μας έχουν τοποθετήσει και οι γνωστοί αμερικανικοί οίκοι και στη Μόσχα ο υπουργός Οικονομικών Α. Κούντριν εξαίρεσε προ μηνός από τη λίστα τοποθετήσεων ρωσικών κεφαλαίων τα ελληνικά ομόλογα.


«Αν πέρυσι τους λέγαμε "θα σας πάρουμε μαζί μας στην καταστροφή", θα τους εκβιάζαμε και θα είχαμε καλύτερα αποτελέσματα», ακούγεται από διάφορες πλευρές.


Μπορείς, πιθανόν, να εκβιάσεις κάποιον που δεν θα τον ξαναδείς. Οχι όμως εκείνον με τον οποίο θα κάθεσαι συνεχώς στο ίδιο τραπέζι και θα έχει όλες τις ευκαιρίες να σ' το ξεπληρώσει στο πολλαπλάσιο.

Αρα είναι μονόδρομος αυτά που γίνονται;
Προφανώς όχι, αλλά να συζητάμε για πραγματικές λύσεις κι όχι να συνεχίσουμε να ακούμε παραμύθια και κούφια λογια.
Η Ε.Ε. έχει επιλέξει ως δρόμο για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος την εσωτερική υποτίμηση κατά περίπου 25% (όσο υπολογίζει την ανατίμηση των οικονομικών μεγεθών στη χώρα μας με βάση την παραγωγικότητά της) και διαρθρωτικες αλλαγές ώστε να αλλάξει η δομή της οικονομίας.
Η επιδίωξη, λοιπόν, να φτωχύνουμε κατά το παραπάνω ποσοστό, δεν προέρχεται από κάποια διαπραγματευτικά λάθη. Είναι συνειδητή επιλογή της Ε.Ε. και όποιος λέει το αντίθετο απλώς κοροϊδεύει τον κόσμο.
Αν είχαμε δραχμή, θα είχαμε υποτίμηση. Τώρα που ανήκουμε στη νομισματική ένωση, η υποτίμηση γίνεται με άλλο, πιο επώδυνο τρόπο. Η ύφεση δεν είναι «ατύχημα», αλλά πρόβλεψη και στο πρώτο και στο τωρινό μνημόνιο.

Η Ε.Ε. πρέπει να ακολουθήσει διαφορετική πολιτική.
Οι φούσκες που δημιουργήθηκαν με την εισαγωγή του ευρώ στην περιφέρεια και οι διαρθρωτικές αδυναμίες των οικονομιών αυτών των χωρών, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε λίγο χρόνο, ωθώντας μεγάλες κατηγορίες πολιτών στο περιθώριο. Δεν το αντέχει ούτε η κοινωνία ούτε το πολιτικό σύστημα και τελικά υπονομεύονται οι ίδιες οι αλλαγές.
Οι πολίτες οι οποίοι δεν φοροδιέφευγαν, δεν έκλεψαν δημόσιο χρήμα, δεν εξασφάλισαν χρυσοφόρα κρατικά συμβόλαια, δικαίως φωνάζουν «εγώ δεν χρωστάω».
Και δικαίως οργίζονται όταν βλέπουν ότι αυτοί πάλι καλούνται να πληρώσουν και να χάσουν τη δουλειά τους και δίπλα τους κυκλοφορούν ελεύθεροι εκείνοι που έκλεψαν και συνεχίζουν να κλέβουν δημόσιο χρήμα είτε απευθείας ή φοροδιαφεύγοντας.

Η μετάβαση από ένα κλειστό, πελατειακό, σύστημα σε μια σύγχρονη οικονομία, με υψηλό επίπεδο προϊόντων και υπηρεσιών, που θα τροφοδοτεί την άνοδο του βιοτικού επιπέδου μπορεί να γίνει μόνο αν αλλάξει προσέγγιση η Ε.Ε.
Αν παράλληλα με τις διαρθρωτικές αλλαγές δοθεί αναπτυξιακή βοήθεια μέσω προγραμμάτων ή ενός «σχεδίου Μάρσαλ» όπως προτείνουν κάποιοι στη Γερμανία μεταξύ των οποίων και ο επικεφαλής της Deutsche Bank Ζ. Ακερμαν.
Οχι για να το ξεκοκαλίσουμε, όπως τα παλιά περιβόητα «πακέτα», αλλά αυτή τη φορά για να επενδυθεί ουσιαστικά για τον εκσυγχρονισμό της χώρας και να βοηθήσει στην έξοδο από την κρίση.

Στους ηγέτες της Ε.Ε. πρέπει να ασκηθεί πίεση, για να υιοθετήσουν διαφορετική προσέγγιση κι εμείς να κουβεντιάσουμε, επιτέλους, ανοιχτά και σοβαρά, τι χώρα θέλουμε να είμαστε. 
Οποια λύση κι αν επιλέξουμε, τα αποτελέσματα δεν θα έρθουν ούτε εύκολα ούτε γρήγορα.

 ΠΗΓΗ: enet.gr