2 Ιαν 2021

Τα μεγάλα στοιχήματα του 2021 για τον Τσίπρα


Μαρία Μητσοπούλου

Γρίφος η δημοσκοπική ανάκαμψη σε μια χρονιά με πιθανό το ενδεχόμενο εκλογών με απλή αναλογική

Η πολιτική και δημοσκοπική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα από τα βασικά στοιχήματα του Αλέξη Τσίπρα για το 2021, πολλώ δε μάλλον που αιωρείται και η αίσθηση...

ότι θα είναι μια χρονιά (προώρων) εκλογών, εφόσον το επιτρέψουν οι υγειονομικές συνθήκες.

Η παγίωση σε δεύτερο πόλο ύστερα από μια χρονιά καθήλωσης περίπου δέκα μονάδες κάτω από το εκλογικό ποσοστό μοιάζει να μην είναι πια αρκετή, καθώς δεν θα είναι για πάντα. Ένα κόμμα εξουσίας αν δεν αποδεικνύει στην πράξη, ότι έχει δυναμική επανόδου στην εξουσία, είναι αντιμέτωπο με τον κίνδυνο εξαέρωσης των ποσοστών του ή μείωσης της πολιτικής του εμβέλειας.

Κι αν ο τρόπος επανάκτησης αυτής της δυναμικής μοιάζει να είναι γρίφος αυτή τη στιγμή για το ηγετικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο μοιάζει να αναζητεί το κατάλληλο «μίγμα πολιτικής», στο εσωτερικό εκδηλώνεται κάπως χαμηλόφωνα, εδώ και μήνες, μια κριτική που λέει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να βγει μπροστά κινηματικά και προγραμματικά και να μην περιμένει την εξουσία σαν «ώριμο φρούτο». Κοινώς, από ορισμένες «αντιπολιτευτικές» πλευρές χρεώνεται στην ηγεσία τακτική αδράνειας και «ώριμου φρούτου».

Όσον αφορά το μίγμα πολιτικής, η ηγεσία μοιάζει να είναι σε αναζήτηση ενός ισορροπημένου κεντρικού προφίλ, που να συνδυάζει από τη μία στοιχεία «υπεύθυνης» πολιτικής δύναμης, να εκφράζει τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα και να διατηρεί το παραδοσιακό αριστερό - ανανεωτικό προφίλ του ΣΥΡΙΖΑ. Στοιχεία που δεν συνδυάζονται εύκολα, ειδικά όταν στη μέση μπαίνουν και τα ιδεολογικά κριτήρια.

Με δεδομένη την εκτίμηση πως το 2021 θα είναι μια δύσκολη χρονιά ίσως και δυσκολότερη, τουλάχιστον στο πεδίο της οικονομίας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ καλείται να χαράξει μια στέρεη στρατηγική, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία να μπορέσει να εκφράσει τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα που θέλει να εκπροσωπήσει και που πλήττονται από την υγειονομική και οικονομική κρίση.

Στο πλαίσιο αυτό καλείται να:

   * εκφέρει πειστικό αντιπολιτευτικό λόγο,

   * παρουσιάσει καίρια προγραμματική παρέμβαση,

   * διαχειριστεί αποτελεσματικά το εσωκομματικό τοπίο, το οποίο αποτελεί συνεχώς παράγοντα τριβών και εσωστρέφειας.

Ποδαρικό με «αντι-Πισσαρίδη»

Σε ένα μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, το επόμενο διάστημα, αμέσως μετά τις γιορτές, η Κουμουνδούρου ετοιμάζεται να παρουσιάσει το σχέδιό της για την αξιοποίηση των πόρων του ταμείου ανάκαμψης, το «σχέδιο αντι-Πισσαρίδη», όπως σχηματικά το αποκαλούν, προκειμένου να σηματοδοτήσουν, ότι αποτελεί μια απάντηση στο «σχέδιο Πισσαρίδη» που υιοθετεί η κυβέρνηση.

Κύριο μέλημα του κόμματος φαίνεται να είναι ο ιδεολογικοπολιτικός διαχωρισμός μεταξύ νεοφιλελευθερισμού και κοινωνικού κράτους και η ανάδειξη της αντίθεσης μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Με άλλα λόγια, στη βάση των προτάσεων του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχει η λογική της ενίσχυσης του κοινωνικού κράτους και των στρατηγικών πυλώνων του Δημοσίου.

Ο αρχικός σχεδιασμός ήταν να παρουσιαστεί πριν από τις γιορτές, καθώς στο Πολιτικό Συμβούλιο είχε εγκριθεί ήδη από τις αρχές Δεκεμβρίου. Τελικώς η «πρεμιέρα» αναμένεται να γίνει κάπου στα μέσα Ιανουαρίου, αρχής γενομένης με την ενότητα που αφορά το «νέο ΕΣΥ», δηλαδή την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, ζήτημα το οποίο θεωρεί κομβικό και για τη νέα χρονιά, λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων των επιστημόνων ότι δεν θα ξεμπερδέψουμε με την πανδημία πριν από το ερχόμενο φθινόπωρο. Κοινώς, θεωρούν στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ενδιάμεσο πρέπει να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ενίσχυσης του ΕΣΥ. Μάλιστα εκφράζουν έντονη ανησυχία, ύστερα από την έρευνα ινστιτούτου αμερικανικού πανεπιστημίου που παρουσίασε η «Καθημερινή», η οποία προβλέπει 12.300 θανάτους ώς την 1η Απριλίου, με επιδείνωση της πρόβλεψης αυτής, αν υπάρξει χαλάρωση στα μέτρα προστασίας.

Στη συνέχεια θα παρουσιαστεί και το σχέδιο για την αξιοποίηση των πόρων του ταμείου ανάκαμψης με κοστολογημένες προτάσεις και με βασικούς άξονες το παραγωγικό μοντέλο, τις περιβαλλοντικές πολιτικές, την αναζωογόνηση της περιφέρειας, τις ψηφιακές πολιτικές, την κοινωνική συνοχή.

Μεσαία τάξη και κοινωνικό κράτος

Η προγραμματική ραχοκοκαλιά του εν λόγω σχεδίου (βάση και για το συνολικό πρόγραμμα που θα παρουσιαστεί αργότερα μέσα στη χρονιά) αποτελείται από τρία στοιχεία:

   * ενίσχυση της εργασίας και μισθολογικές αυξήσεις,

   * ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους για μικρομεσαίες επιχειρήσεις και νοικοκυριά, με διαγραφή μέρους αυτού

   * ενίσχυση του κοινωνικού κράτους (Υγεία, Παιδεία, Κοινωνική Πρόνοια, Ασφάλιση).

Σε αυτό το τρίπτυχο είχε αναφερθεί ο Αλέξης Τσίπρας στην τελευταία του ομιλία στη Βουλή, πριν από τα Χριστούγεννα, προειδοποιώντας ότι αυτά τα τρία πράγματα «θα τα ακούτε από δω και στο εξής κάθε φορά όταν μιλάω εγώ ή εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ», διότι αυτό το τρίπτυχο «είναι που μπορεί να δώσει απαντήσεις και λύσεις στις μεγάλες ανάγκες και στα προβλήματα σήμερα της ελληνικής κοινωνίας». Και νωρίτερα, στα μέσα Δεκεμβρίου, σε τηλεδιάσκεψη με εκπροσώπους παραγωγικών φορέων, είχε μιλήσει για ένα «new deal» με στόχο την απομείωση του ιδιωτικού χρέους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που δημιουργήθηκε μέσα στην πανδημία.

Ένα ακόμη σημείο στο οποίο προτίθεται να επιμείνει ο ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. μετά τις γιορτές, είναι αυτό του πτωχευτικού νόμου. Θεωρούν, ότι κατάφεραν μια πρώτη νίκη, καθώς η κυβέρνηση κατόπιν της πολιτικής πίεσης που δέχτηκε, μετέθεσε την εφαρμογή του νόμου στις αρχές του νέου έτους, κάτι που εμπεριέχει και την παραδοχή, ότι δεν αποτελεί «δεύτερη ευκαιρία», όπως διαφημίστηκε, διαφορετικά δεν υπήρχε λόγος να μετατεθεί.

Τα παραπάνω στην ανάλυση της Κουμουνδούρου ακουμπούν στη μεσαία τάξη, η απογοήτευση της οποίας από τη Ν.Δ. μετά τις εκλογές θεωρείται κρίσιμης σημασίας για την επανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ, εξού και η εμφανής προσπάθεια του Αλέξη Τσίπρα για επανασύνδεση με αυτό το ακροατήριο, που σε έναν μεγάλο βαθμό του στοίχισε τις εκλογές του 2019. Κάτι που το κάνει, πότε αναδεικνύοντας το κυβερνητικό άδειασμα προς κατηγορίες της μεσαίας τάξης που τη στήριξαν στις εκλογές, πότε με προτάσεις που θεωρεί ότι ανταποκρίνονται στα προβλήματα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Συνεκτική πρόταση

Άλλωστε, ένα από τα βασικά συμπεράσματα της περιοδικής ανάλυσης των εκλογικών τάσεων που κάνει το Ινστιτούτο Πουλαντζάς για λογαριασμό του ΣΥΡΙΖΑ με την ευθύνη της Δανάης Κολτσίδα και του Κώστα Πουλάκη είναι, ότι ο «ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. θα πρέπει να επικοινωνήσει ξανά με το δικό του πρώτα ακροατήριο, που στέκεται επιφυλακτικά απέναντί του. Ενθαρρυντικό στοιχείο είναι η ευρύτατη κοινωνική αποδοχή των προτάσεών του. Όμως έχει δρόμο ακόμα για να συναντήσει οριστικά τους ψηφοφόρους του και κυρίως να διευρύνει την πιθανή του βάση – στοιχείο για το οποίο απαιτείται να καταφέρει να συνενώσει τις επιμέρους προτάσεις του σε μία συνεκτική αντιπρόταση, που θα ενσωματώνει και οραματικά στοιχεία, στη βάση των σταθερών αξιών της δικαιοσύνης, της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης που ισχυροποιούνται περισσότερο στην περίοδο που ζούμε».

Ενδιαφέρον είναι ένα ακόμη από τα ευρήματα της ανάλυσης αυτής, η οποία βασίζεται στις δημοσκοπικές έρευνες της περιόδου Οκτωβρίου - Δεκεμβρίου 2020: «Το μεγαλύτερο μερίδιο (25,4%) όσων σήμερα ανήκουν στην ‘‘γκρίζα ζώνη’’ εξακολουθεί να προέρχεται από τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και σε μικρότερο βαθμό σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο. Αντίστροφα, ανοδική τάση έχει η συμμετοχή πρώην ψηφοφόρων της Ν.Δ. στην αδιευκρίνιστη ψήφο (23,0%). Έτσι, το ‘‘στοίχημα’’ για τα δύο μεγάλα κόμματα τη στιγμή που θα βρεθούμε σε προεκλογική περίοδο είναι αν θα καταφέρουν και σε ποιον βαθμό να ‘‘επαναπατρίσουν’’ τους ψηφοφόρους τους αυτούς, που προς το παρόν μένουν σε στάση αναμονής».

Συνοπτικά, να αναφέρουμε, ότι το δελτίο Δεκεμβρίου 2020 του Ινστιτούτου με τις Εκλογικές Τάσεις διαπιστώνει, πως αρχίζει η κυβερνητική κάμψη, εμφανής ακόμη και στους δείκτες δημοτικότητας και καταλληλότητας του πρωθυπουργού, που ωστόσο ακόμα δεν ανατρέπουν τη μέχρι τώρα εικόνα, ότι δηλαδή ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «παρά τα πλήγματα που έχει δεχτεί η δημοτικότητά του, εξακολουθεί να καλύπτει και συγχρόνως να συγκρατεί τη Ν.Δ.». Παράλληλα η ψαλίδα παραμένει μεγάλη (εδώ λαμβάνεται υπόψη και ο παράγοντας της χρονικής απόστασης από τις εκλογές), καθώς κινείται στις 15 μονάδες (35,9% έναντι 20,4%).

Το μεγάλο στοίχημα για τον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. είναι λοιπόν να καταθέσει μια συνεκτική πρόταση, που θα εκφράζει την κοινωνία ως σύνολο και όχι μόνο ως επιμέρους ακροατήρια, ώστε να καταφέρει να ανακτήσει μια σχετική δυναμική, που θα τον φέρει σε καλύτερη θέση από αυτή που είναι σήμερα, όταν και όποτε προκηρυχθούν εκλογές.

Συγκλίσεις και συμμαχίες

Την επιδίωξη αυτή εκτιμάται ότι θα ενισχύσει και η υπόθεση των συμμαχιών. Το αν, π.χ., υπάρχει δυνατότητα σύγκλισης με το ΚΙΝΑΛΛ  (στο οποίο στρέφεται κατά κύριο λόγο η Κουμουνδούρου) και άρα και μετεκλογικής συνεργασίας, σχετίζεται με τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να εκπέμψει το μήνυμα ότι σε περίπτωση εκλογών (που για πρώτη φορά θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής) θα μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση. Ένα από τα συμπεράσματα της παραπάνω έρευνας είναι και αυτό: «Οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής και είναι μάλλον σίγουρο με τα δεδομένα που καταγράφονται, ότι το αποτέλεσμα των εκλογών δεν θα δώσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, όποιο και από τα δύο κόμματα και να είναι πρώτο». Έτσι, «αυτή τη φορά το ερώτημα δεν είναι τόσο ή μόνο το ποιος θα κερδίσει, αλλά εξίσου (ίσως και περισσότερο) το ποιος θα καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση, καθώς είναι κατά τη γνώμη μας λάθος να προεξοφλείται άνευ ετέρου η διπλή κάλπη. Επίσης, τα κόμματα κατά τη χάραξη της στρατηγικής τους θα πάρουν μοιραία υπόψη τους και τις απόψεις γενικά των πολιτών και ειδικά της εκλογικής τους βάσης για τα διάφορα πιθανά σενάρια κυβερνήσεων συνεργασίας».

Τη χρονιά που πέρασε η επιχείρηση προσέγγισης με το ΚΙΝΑΛΛ διήλθε από διάφορες φάσεις και είχε σκαμπανεβάσματα. Οι αποστάσεις παραμένουν και εκ των πραγμάτων η προεκλογική προσέγγιση δεν είναι εύκολη υπόθεση, με τον Τσίπρα σε κάθε περίπτωση να ακολουθεί μια τακτική μαστίγιο και καρότο απέναντι στο ΚΙΝΑΛΛ και τη Φώφη Γεννηματά. Στην Κουμουνδούρου παρακολουθούν με προσοχή τις διεργασίες στο εσωτερικό της Χαριλάου Τρικούπη εν όψει του συνεδρίου του κόμματος το 2021 και τη διελκυστίνδα μεταξύ όσων προκρίνουν μια κατεύθυνση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ και όσων κινούνται στον αντίποδα. Εσχάτως τα νερά θεωρείται ότι τάραξε ο Γιώργος Παπανδρέου με την αναφορά του στην «προοδευτική διακυβέρνηση», που έκανε κάποιους μες στον ΣΥΡΙΖΑ να βλέπουν νέες ευκαιρίες για σύγκλιση και άλλους δικαίως να ορθώνουν τις επιφυλάξεις τους.

Ισορροπία τρόμου;

Τέλος, είναι με ερωτηματικό, αν θα αλλάξει κάτι στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ή θα παγιωθεί μια κατάσταση ισορροπίας τρόμου με τους σκληρούς προεδρικούς από τη μία και την ομπρέλα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης από την άλλη (53 και «παλαιά φρουρά» των κομματικών δηλαδή, Βούτσης, Φίλης, Σκουρλέτης, Δραγασάκης) με τον Αλέξη Τσίπρα να επιχειρεί να βρει κάθε φορά τη συνισταμένη ή να παλαντζάρει πότε προς τη μία πλευρά, πότε προς την άλλη. Η προσπάθεια να μπει φρένο στην εσωκομματική αντιπολίτευση καταγράφηκε με τις αλλαγές σε κόμμα και σε τομεάρχες τον περασμένο Σεπτέμβριο, ωστόσο ούτε η εσωτερική αμφισβήτηση έχει καμφθεί (αντιθέτως συνεχίζεται όσο το συνέδριο παραμένει στον αέρα, και δεν έχουν καταγραφεί οι εσωτερικοί συσχετισμοί όπως προέκυψαν μετά τις εκλογές), ούτε σημαντική ανανέωση έχει επέλθει, ενώ σε μόνιμο μπελά έχει αναδειχθεί και ο Παύλος Πολάκης από την πλευρά των «προεδρικών», ο οποίος θεωρείται πλέον sui generis περίπτωση που ξεφεύγει από τις ομαδοποιήσεις, είναι ανεξέλεγκτος προξενώντας επικοινωνιακά φάλτσα, ενίοτε δε θολώνει το κεντρικό στίγμα.


ΠΗΓΗ: topontiki.gr