27 Σεπ 2011

Οι Γερμανοί σας ζηλεύουν


Του Todd G. Buchholz
Η Ελλάδα βρίσκεται σε δεινή θέση. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της φθάνει σχεδόν στο 10% του ΑΕΠ, ενώ οι Γερμανοί έχουν μειώσει το δικό τους στο 1,5%. 
Ρώτα έναν μέσο Γερμανό το γιατί και θα απαντήσει: 
«Πίνουν και χορεύουν όλη την ημέρα. Εμείς...
περιμένουμε να πέσει ο ήλιος πρώτα». 

Αυτή είναι η εικόνα που έχουν. 
Ο σκληρά εργαζόμενος, πειθαρχημένος και πάντα ακριβής στην ώρα του Γερμανός παραμένει φερέγγυος και νηφάλιος. 
Αντίθετα, εκείνος που ζει στα παράλια της Μεσογείου διασκεδάζει σε εύφορους αγρούς γεμάτους λεμονιές και ελιές.
Κι όμως οι περισσότεροι Γερμανοί συμφωνούν, ακόμα και γκρινιάζοντας, με την οικονομική διάσωση. Στις πρόσφατες τοπικές εκλογές οι Σοσιαλδημοκράτες και οι Πράσινοι κέρδισαν ψήφους, παρότι είναι πολύ πιο φιλοευρωπαίοι από την κυβέρνηση της Ανγκελα Μέρκελ. 
Γιατί δείχνουν διατεθειμένοι οι Γερμανοί να δώσουν πολλά δισ. ευρώ, ώστε να σώσουν τον Ζορμπά τον Ελληνα και τους αδιάφορους συμπατριώτες του;

Η συνηθισμένη απάντηση είναι: ώστε να προστατευθεί η γερμανική οικονομία. 
Αυτός, όμως, είναι ένας αδύναμος συλλογισμός. 
Παρά την ύφεση, η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε καλή κατάσταση και έχει καταφέρει να αποκτήσει εμπορικό πλεόνασμα με την Κίνα. Φυσικά, η υιοθέτηση του ευρώ το 1999 περιόρισε το κόστος των γερμανικών εταιρειών πέραν των συνόρων της χώρας, όμως η ευρωπαϊκή νομισματική ένωση δεν έγινε πρωτίστως για τα χρήματα. 
Εάν τα χρήματα ήταν το μέγα θέμα, τότε η Γερμανία δεν θα είχε ποτέ εγκαταλείψει το πανίσχυρο μάρκο, το οποίο ήλεγχε η αυστηρή Μπούντεσμπανκ, για ένα ευρώ που κάποια μέρα θα κινδύνευε από έναν όχλο πολιτικών που θα παρακαλούσαν για ψήφους τους Σλοβένους.

Οχι, το πραγματικό κίνητρο των Γερμανών, προκειμένου να βοηθήσουν την Ελλάδα, δεν είναι τα μετρητά. Είναι η κουλτούρα. 
Οι Γερμανοί παλεύουν με μια εθνική ζήλεια. 
Εδώ και περισσότερα από 200 χρόνια αναζητούν ένα χαμένο κομμάτι της ψυχής τους: το πάθος. 
Το βρίσκουν στον Νότο και λιγουρεύονται τις χαλαρές, ηλιόλουστες μέρες των μεσογειακών λαών.


Γύρω στο 1800 ο Γκαίτε περιέγραψε, πως τα ταξίδια του στην Ιταλία τον γέμιζαν με μια νέα δημιουργική ενέργεια. 
Ο Νίτσε ισχυρίστηκε, πως η σοβαρή γερμανική ψυχή είχε αρρωστήσει και χρειαζόταν κάτι περισσότερο από μια μπίρα για να ανακινηθεί το πάθος. Είχε μαγευτεί από την αρχαία Ελλάδα και την αντιπαράθεση μεταξύ του ορθολογιστή Απόλλωνα και του παράτολμου και λάτρη του οίνου Διονύσου. Μια δόση Διονύσου, σκέφτηκε, μπορεί τελικά να ωφελεί.

Σήμερα η Γερμανία δείχνει πολύ απολλώνια. 
Εταιρείες όπως η BMW και η Siemens κατακτούν βιομηχανικές αγορές κατασκευάζοντας αψεγάδιαστα μηχανήματα. 
Πότε όμως οι Γερμανοί βιώνουν τη διονυσιακή χαρά; Μόνο όταν κάνουν διακοπές στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Ακόμα και τότε, όμως, παλεύουν να βρουν τη σωστή ισορροπία. 
Υστερα είναι και ο Ζίγκμουντ Φρόιντ που πίστευε, ότι η Ιταλία και ο Νότος προσέφεραν μια προκλητική «απαλότητα και ομορφιά», οι οποίες μπορούσαν να σώσουν την τευτονική ψυχή. 
Στη θέση του Απόλλωνα και του Διονύσου του Νίτσε, ο Φρόιντ έβαλε το Υπερεγώ και το Εκείνο (id).

Στον χάρτη της Γερμανίας μπορεί να βρει κάποιος αρκετές πόλεις με το όνομα της οικογένειάς μου, Μπούχολτς. Η σύζυγός μου κάποτε με μάλωσε, επειδή είχα συντηρητική συμπεριφορά, λέγοντάς μου: «Αφαιρείς τη χαρά από τα πάντα».
Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα και δυνατός και κακός. Μπορούσα να αφαιρέσω τη χαρά από το καθετί. Ξέχνα τον Απόλλωνα - ούτε ο Δίας διέθετε τόση ισχύ! Ομως μια τόσο μεγάλη αίσθηση δύναμης αρρωσταίνει την ψυχή.


Ετσι λοιπόν, σήμερα, η Γερμανία έχει τη δύναμη και την πειθαρχία και παρ' όλ' αυτά αισθάνεται άσχημα για τους γείτονές της. 
Οι Γερμανοί είναι απλά απρόθυμοι, να διαχωρίσουν τον συναισθηματικό δεσμό που αισθάνονται με τα χαλαρά αλλά παθιασμένα αδέλφια τους του Νότου. 
Στη διάρκεια του Oktoberfest, οι Γερμανοί στις μπιραρίες υψώνουν τα ποτήρια και τραγουδούν ο ένας δίπλα στον άλλο το δημοφιλές γερμανικό τραγούδι «Griechischer Wein» («Ελληνικό κρασί»). 
Οι στίχοι του συγκρίνουν το ελληνικό κρασί με το «αίμα της γης» - ο στιχουργός παρακολουθεί μια ομάδα Ελλήνων να πίνουν μαζί και ποθεί να κάτσει μαζί τους, αλλά δεν χρειάζεται καν να το ζητήσει, διότι ένας από αυτούς σηκώνεται και τον προσκαλεί.

Τελικά, παρότι στην ιστορία τους οι Γερμανοί διακηρύσσουν πάντα την ανωτερότητά τους, κατά βάθος δεν είναι σίγουροι ότι έχουν δίκιο.

Ο Τοντ Μπούχολτς είναι ένας από τους πιο γνωστούς αμερικανούς οικονομολόγους και συχνά στα βιβλία του συνδέει την οικονομία με την εξελικτική ψυχολογία

THE NEW YORK TIMES
ΠΗΓΗ: tanea.gr