21 Αυγ 2011

Χωρίς ευεργέτες αλλά με χορηγούς δημοσιότητας


Του Θωμά Τσάτση
Ο Ιωάννης Δομπόλλης δεν είναι ευρέως γνωστό πρόσωπο.
Οχι γιατί γεννήθηκε το 1769 και πέθανε το 1850 στη Ρωσία, αλλά γιατί, αν και υπήρξε ένας από τους Ελληνες ευεργέτες, απέφυγε να κληροδοτήσει, όπως είχε τη δυνατότητα, το όνομά του σ' όσα...
άφησε πίσω του.

Αν το επιθυμούσε, το Πανεπιστήμιο Αθηνών θα ονομαζόταν «Δομπόλλειο». Αφού με δικά του χρήματα έγινε και στη συνέχεια συντηρήθηκε για αρκετά χρόνια. Στη διαθήκη που άφησε όμως, ο ίδιος, ζήτησε να ονομαστεί Καποδιστριακό.


Ανθρωποι σαν τον Δομπόλλη πέρασαν πολλοί, που με τη μικρή ή μεγάλη συμβολή τους και χωρίς να έχουν κάποιο όφελος έβαλαν μερικά πετραδάκια για να δημιουργηθούν κάποιες αναγκαίες υποδομές σε τούτη τη χώρα.
Αυτοί όμως ανήκουν στο παρελθόν. Σήμερα τα πράγματα είναι διαφορετικά.

Οι εφοπλιστές για παράδειγμα που, σύμφωνα με έρευνα, αντιπροσωπεύουν το 7,7% του παγκόσμιου στόλου είναι Ελληνες. Με βάση την έρευνα (δημοσιεύτηκε στην «Ε» στις 17 Αυγούστου), οι Ελληνες εφοπλιστές ναυπηγούν αυτό το διάστημα 654 πλοία. Από αυτά μόνο ένα ναυπηγείται στην Ελλάδα. Προτιμούν τη Ν. Κορέα, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Ινδία και τις Φιλιππίνες. Αυτό, δηλαδή, που θα μπορούσαν να κάνουν στην Ελλάδα για να ενισχύσουν την οικονομία της, το κάνουν αλλού, γιατί προφανώς τους συμφέρει οικονομικά.

Υπάρχουν βέβαια και χειρότερα αφού «διακεκριμένοι» επιχειρηματίες που επενδύουν και κερδίζουν χρήματα στην Ελλάδα, στη συνέχεια τα μεταφέρουν σε τράπεζες του εξωτερικού.

Χειρότερα γίνεται; Φυσικά και γίνεται·
Την κρίση στην Ελλάδα και όπου αλλού ανέκυψε, έσπευσαν να εκμεταλλευτούν οι περίφημες «αγορές». Για να κερδίσουν χρήματα στοιχηματίζοντας στη χρεοκοπία της Ελλάδας και των άλλων χωρών που είναι σε κρίση. Μεταξύ εκείνων που επένδυσαν στην ελληνική χρεοκοπία, πάμε στοίχημα ότι ήταν (και είναι) και κάποιοι Ελληνες;

Εάν κάποιοι από αυτούς που θεωρούν τους εαυτούς τους προύχοντες, ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες που περιγράψαμε, τι έχουν λοιπόν να προτείνουν για να κινηθεί η οικονομία; Μήπως να γίνουν δημόσια έργα με χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό ή να κατασκευαστούν δρόμοι με τις «προκαταβολές» από τα διόδια;

Σε μια οικονομία σαν την ελληνική εάν δεν ενδιαφερθούν να επενδύσουν - δηλαδή να ρίξουν στην αγορά δικά τους χρήματα - Ελληνες, όχι από κάποιο δήθεν πατριωτικό καθήκον, αλλά γιατί πιστεύουν ότι κάποτε μπορεί να γίνουν και εδώ σημαντικά πράγματα, τότε γιατί να έρθουν κάποιοι ξένοι να επενδύσουν;

Εάν η συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών ακόμα και σήμερα, συνεχίζει να λαϊκίζει και να αντιμάχεται υποτίθεται για ζητήματα, όπως ποιος πρότεινε πρώτος το ευρωομόλογο, ενώ οι πολίτες συνεχίζουν να επενδύουν πολιτικά σ' όσους τους υπόσχονται έτοιμες συνταγές που δεν θα επηρεάσουν τις τσέπες τους, δεν υπάρχουν περιθώρια να γίνουν αλλαγές.
Οχι μόνο στην οικονομία αλλά και σε κάθε εκδοχή της καθημερινότητάς μας.

Στα φακελάκια που παίρνουν κάποιοι γιατροί, στα εισοδήματα που δεν δηλώνουν χιλιάδες φορολογούμενοι, στις μίζες που ζητούν δημόσιοι υπάλληλοι για να βάλουν μια υπογραφή στην ώρα της, στην αναζήτηση μέσου για να πετύχει ο καθένας τον σκοπό του.

Καθώς λοιπόν η εποχή των μικρών ή μεγάλων ευεργετών έχει περάσει, σήμερα βιώνουμε την εποχή των χορηγών.
Εκείνων δηλαδή που προσφέρουν ένα μέρος των εισοδημάτων τους για να βοηθήσουν ανθρώπους που το έχουν ανάγκη. Και εμφανίζονται από τη μια προσφέροντας - στην κυριολεξία - ένα πιάτο φαγητό και από την άλλη, για να διατηρήσουν τα κέρδη τους, οδηγούν στην ανεργία κάποιους άλλους που έχουν ανάγκη να εργαστούν.

Το «σύστημα», έτσι όπως το μάθαμε, θέλει γκρέμισμα και χτίσιμο από την αρχή. Και με άλλα, διαφορετικά υλικά.

Ευεργέτες δύσκολα θα ξαναδούμε. «Χορηγούς» θα γνωρίσουμε πολλούς, αφού αυτοί όλα τα κάνουν με το αζημίωτο και κυρίως για την προβολή τους και τις δημόσιες σχέσεις τους.

Ας μην τρέφουμε ελπίδες ότι θα δούμε καλύτερες μέρες σύντομα.
Για τους πολλούς εννοείται, γιατί οι λίγοι βλέπουν την κρίση σαν τη μεγαλύτερη ευκαιρία για το μέλλον. 

ΠΗΓΗ: enet.gr