Ο ευρωπαϊκός Τύπος αναφέρεται στην επικείμενη απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τις αποζημιώσεις των θυμάτων πολέμου.
Το Διεθνές Δικαστήριο θα αποφανθεί αύριο, εάν η Γερμανία θα πρέπει να πληρώσει...
δισεκατομύρια ευρώ στα θύματα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Χαρακτηριστικό το ολοσέλιδο άρθρο στην εβδομαδιαία εφημερίδα Die Zeit με τίτλο «Πόσο κοστίζει η δικαιοσύνη;» και υπότιτλο «Τα θύματα των Ναζί πιθανόν να έχουν δικαίωμα να διεκδικήσουν πολύ περισσότερα χρήματα, από όσα πληρώνει μέχρι τώρα η Γερμανία».
Τι είναι σημαντικότερο στην Ευρώπη, η δικαιοσύνη ή η νομική ειρήνη;
Μέχρι τώρα οι ιδιώτες δεν μπορούν να προσφύγουν κατά ξένων κρατών για αποζημιώσεις.
Όπως λέγεται, την αντιμετώπιση των εγκλημάτων πολέμου, της καταναγκαστικής εργασίας και της βίαιης απομάκρυνσης προσώπων από τον τόπο τους τη ρυθμίζει η εξωτερική πολιτική – πώς αλλιώς θα μπορούσαν τα κράτη να ενεργούν ως εθνικά κυρίαρχα;
Τι γίνεται όμως, αν η εξωτερική πολιτική δεν αποζημιώνει τα θύματα;
Έτσι βλέπουν τα πράγματα όλο και περισσότερα θύματα του ναζιστικού καθεστώτος, που κατάφεραν να επιζήσουν. Προσφεύγουν κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας για ατομική αποζημίωση – και δικαιώνονται από τα δικαστήρια της πατρίδας τους.
Αντιδρώντας η γερμανική κυβέρνηση προσφεύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο αύριο θα εκδώσει σχετική απόφαση. Θα πρέπει βάσει της απόφασης να πληρώσει η Γερμανία δισεκατομμύρια;», καταλήγει το δημοσίευμα.
Η Γερμανία δεν ξεπλήρωσε τα χρέη της
Στον υπότιτλο του άρθρου υπογραμμίζεται, ότι «Σύμφωνα με τον Γερμανό ιστορικό Αlbrect Ritchl, καθηγητή στο London School of Economics το γερμανικό οικονομικό θαύμα μετά τον Πόλεμο οφείλεται στη μη αποπληρωμή των χρεών της χώρας του μετά από δύο Παγκόσμιους Πολέμους».
Στην εισαγωγή του το εν λόγω άρθρο υπογραμμίζει, ότι αυτό ονομάζεται ειρωνεία της Ιστορίας και παρατίθενται τα λόγια του Γερμανού καθηγητή: «Από μια αντιστροφή των δεδομένων η Γερμανία ξαναβρίσκεται απέναντι στους ευρωπαίους εταίρους της, στην κατάσταση στην οποία βρισκόντουσαν οι τελευταίοι μετά το πέρας του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου: Μια χώρα πιστωτής που θα πρέπει να επιλέξει, κατά πόσο θα απαιτήσει να την ξεπληρώσουν ή όχι».
Το δημοσίευμα συνεχίζοντας υπογραμμίζει, ότι ο Γερμανός καθηγητής κ. Ritschl, ειδικός σε ζητήματα ιστορικής οικονομίας, έχει μελετήσει σε βάθος το ζήτημα της αποπληρωμής των χρεών της χώρας μετά τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους.
Έτσι το 1929, η Δημοκρατία της Βαϊμάρης ήταν χρεωμένη στο εξωτερικό σε ύψος 75 με 80% του ΑΕΠ εξαιτίας των αποπληρωμών των αποζημιώσεων του 1914 – 1918. Προκειμένου να εξοφλήσει, η γερμανική κυβέρνηση προσπάθησε να δημιουργήσει εμπορικά πλεονάσματα, βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα μέσω μιας πολιτικής αποπληθωρισμού : μείωση κατά 30% των μισθών με προκαθορισμένες τιμές και καταπολεμώντας τα μονοπώλια.
«Όπως στην Ελλάδα σήμερα» σχολιάζει ο καθηγητής. «Αυτή η πολιτική υπήρξε οικονομικά επιτυχής, αλλά πολιτικά καταστροφική» υπογραμμίζει ο ίδιος, εφόσον άνοιξε το δρόμο στους Ναζί να αναρριχηθούν στην εξουσία και οι οποίοι στη συνέχεια μπλόκαραν τις αποζημιώσεις.
Μετά το 1945, για να διασφαλίσει μια γρήγορη ανάταξη της οικονομίας της Δυτικής Γερμανίας, νέου συμμάχου τους απέναντι στους Σοβιετικούς, οι ΗΠΑ επέβαλαν στα κράτη που επωφελούνταν από το Σχέδιο Μάρσαλ να μην ζητήσουν αμέσως τις οφειλές των Γερμανών.
Το 1953, οι συμφωνίες του Λονδίνου, συνεπώς, προέβλεπαν, τα χρέη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (περίπου το 100% του γερμανικού ΑΕΠ το 1938) – χωρίς να υπολογίζονται οι αποζημιώσεις, για τις οποίες δεν δόθηκαν νούμερα – να εξοφληθούν μόνο μετά την ενδεχόμενη επανένωση των δύο Γερμανιών.
«Παραδόξως, δεν έγινε αναφορά στο ζήτημα αυτό κατά τις διαπραγματεύσεις "2 + 4", που κατέληξαν στην επανένωση της Γερμανίας από καμιά άλλη χώρα πλην της Ελλάδος» λέει ο Albrecht Ritschl.
Και ο ίδιος ο Χέλμουτ Κολ είχε πει αυτοπροσώπως, ότι εάν οι πιστωτές του 1945 χρειαζόταν να απαιτήσουν τα οφειλόμενα τους η χώρα του θα χρεοκοπούσε. Συνεπώς η Γερμανία δεν πλήρωσε.
Ακόμα καλύτερα, συνεχίζει το δημοσίευμα. Στα μάτια του ιστορικού, σε αυτή η πολιτική οφείλεται το γερμανικό οικονομικό θαύμα μετά τον Πόλεμο. Ένα θαύμα που βασίζεται στο πλεόνασμα του εξωτερικού εμπορίου, που είχε σαν αποτέλεσμα να διευρύνει τα χρέη των άλλων χωρών.
Εξ ου και το δίλημμα για το Βερολίνο που συνοψίζεται ως εξής για τον Γερμανό καθηγητή:
«Να υποχρεώσει τα κράτη να πληρώσουν, με κίνδυνο να τα κάνει να ματώσουν μέχρι θανάτου, ή να δεχθεί να διαγράψει τα δάνεια που έχει δώσει, για να τα σώσει» και να σωθεί και η ίδια καταλήγει ο συντάκτης.
ΠΗΓΗ: tvxs.gr