Του James Kenneth Galbraith
Η κρίση της ευρωζώνης είναι μια τραπεζική κρίση, που πήρε τη μορφή μιας σειράς κρίσεων χρέους.
Είναι μια κρίση που επιβαρύνεται από αντιδραστικές οικονομικές ιδέες, μια ελαττωματική αρχιτεκτονική και ένα τοξικό πολιτικό κλίμα.
Οπως η αμερικανική κρίση, έτσι και αυτή είναι καρπός μιας πολιτικής εύκολων δανειοδοτήσεων σε...
αδύναμους δανειολήπτες: η κατοικία στην Ισπανία, τα εμπορικά ακίνητα στην Ιρλανδία, ο ελληνικός δημόσιος τομέας.
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες επωφελήθηκαν από τα αμερικανικά τοξικά ομόλογα.
Οταν τα τοξικά ομόλογα κατέρρευσαν, οι τράπεζες επέλεξαν να απαλλαγούν από τα ομόλογα των πιο αδύναμων κρατών υπέρ των πιο δυνατών, προκειμένου να διασφαλίσουν την κερδοφορία τους, γεγονός που βύθισε την Ευρώπη σε κρίση.
Σε αυτού του είδους την κρίση, η πρώτη αντίδραση των τραπεζών είναι να υποκρίνονται τις έκπληκτες πριν επιρρίψουν στους πελάτες τους την ευθύνη για τις απερισκεψίες τους ή ακόμη και τις απάτες τους. Ετσι αποσιωπάται το γεγονός, ότι ήταν κάποτε οι τραπεζίτες που παρείχαν πολύ εύκολα δάνεια, προκειμένου να καρπώνονται γενναιόδωρες προμήθειες.
Αυτή η τακτική άμυνας των τραπεζών λειτουργεί το ίδιο καλά τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, εξαιτίας των εθνικών συνόρων που χωρίζουν τους πιστωτές από τους οφειλέτες και των σχέσεων μεταξύ των πολιτικών και των εθνικών τους τραπεζιτών, οι οποίοι δεν διστάζουν να διατυμπανίζουν διάφορα ρατσιστικά κλισέ.
Στα θεμέλια αυτής της τραπεζιτικής εξουσίας βρίσκεται μια αντίληψη που λέει, ότι το πλεόνασμα είναι αρετή και το έλλειμμα αμαρτία, βρίσκεται ο φετιχισμός της απορρύθμισης, της ιδιωτικοποίησης και της αυτορύθμισης από την ίδια την αγορά. Η Βόρεια Ευρώπη πραγματικά ξεχνά, ότι μια οικονομική ολοκλήρωση έχει ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση της βιομηχανίας στις πιο πλούσιες περιοχές. Η Γερμανία και τώρα η Γαλλία παραδίδουν μαθήματα στις χρεωμένες χώρες: περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, πάγωμα των μισθών. Μαθήματα που έγιναν εντολές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: οι νέοι χρεωμένοι επαίτες δεν ζουν πια στη δημοκρατία.
Η αρχιτεκτονική της ευρωζώνης επιβαρύνει την κρίση με δύο τρόπους.
Πρώτον, τα δομικά κονδύλια είναι ανεπαρκή για να επιδιορθώσουν τις περιφερειακές ανισότητες και η αποδέσμευσή τους μπλοκάρεται, επειδή είναι δύσκολο να τηρηθούν οι όροι των συγχρηματοδοτήσεων. Απουσιάζουν επίσης υπερεθνικοί μηχανισμοί αναδιανομής με κατεύθυνση τα νοικοκυριά, όπως αυτοί που έχουν υιοθετηθεί στις ΗΠΑ (Medicare, Medicaid κ.λπ.).
Δεύτερον, η ΕΚΤ αρνείται να αντιμετωπίσει την κρίση αγοράζοντας τα ομόλογα των αδύναμων κρατών, στο όνομα μιας αρχής, σύμφωνα με την οποία η αρωγή προς αυτά τα κράτη τα ενθαρρύνει να χρεώνονται.
Κατά συνέπεια, η ευρωζώνη επέλεξε να προχωρήσει στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Κι όμως υπάρχουν τεχνικές λύσεις, όπως για παράδειγμα η πρόταση του Γιάννη Βαρουφάκη (καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών) και του Στιούαρτ Χόλαντ (πρώην βουλευτή στο βρετανικό Κοινοβούλιο), οι οποίοι προτείνουν τη μετατροπή του 60% του χρέους κάθε χώρας σε ομόλογα που θα εκδίδει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την ανακεφαλαιοποίηση και την ευρωποίηση του τραπεζικού συστήματος, καθώς και την υιοθέτηση ενός «νιου ντιλ» με τη διαμεσολάβηση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Μπορούμε επίσης να σκεφτούμε την αναγνώριση ενός δικαιώματος στην εθνική χρεοκοπία (Κούνιμπερτ Ράφερ) ή τη μετατροπή της ΕΚΤ σε «δημόσιο οργανισμό στην υπηρεσία του γενικού συμφέροντος και της ανάπτυξης» (Τόμας Πέιλεϊ) ή ακόμη και τη φορολόγηση των κερδών των τραπεζών (Γιαν Τοπορόφσκι).
Από αυτές τις πολύ καλές ιδέες καμία δεν θα εφαρμοστεί.
Και αυτό γιατί στην Ευρώπη οι όροι της συζήτησης αποκλείουν οποιαδήποτε νέα ιδέα και η πολιτική επιβίωση εξαντλείται στην ικανότητα του «νοικοκυρέματος» των δημόσιων οικονομικών. Ολα γίνονται για να μην αντιμετωπιστεί η πραγματικότητα: η τραπεζική κρίση. Οσο για την τύχη των πιο αδύναμων, είναι καλύτερα να τους θεωρήσουμε παράπλευρη απώλεια ή ακόμη και απαραίτητο κακό.
Η Ελλάδα και η Ιρλανδία βρίσκονται στο χείλος της καταστροφής.
Η Πορτογαλία και η Ισπανία είναι κομμάτια, η κρίση φτάνει στην Ιταλία και τη Γαλλία.
Εάν υπήρχε τρόπος για να βγει εύκολα από το ευρώ, η Ελλάδα θα το είχε κάνει. Η μόνη χώρα που θα μπορούσε να επιλέξει αυτή την οδό είναι η Γερμανία.
Οι υπόλοιποι θα πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στον καρκίνο και στο έμφραγμα.
Κατευθυνόμαστε λοιπόν προς μια κοινωνική έκρηξη. Δεν απομένει παρά να στηριχτούμε στην ικανότητα των ευρωπαίων πολιτών να αμυνθούν.
* Ο Τζέιμς Κένεθ Γκαλμπρέιθ είναι οικονομολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τέξας
LE MONDE
ΠΗΓΗ: tanea.gr