Αντί να ενημερώσει τον κόσμο της εργασίας, για το τι πρόκειται να κάνει, τα στέλνει εν κρυπτώ στις Βρυξέλλες, για να τα εμφανίσει αμέσως μετά ως προαπαιτούμενα.
Απέναντι σε μια τεράστια κρίση, που έχει επηρεάσει σοβαρά τους περισσότερους κλάδους της οικονομίας, η κυβέρνηση δεν σκέφτεται πώς θα στηρίξει την εργασία και τις επιχειρήσεις, ώστε να ανακάμψουν. Εκείνο που την απασχολεί, είναι πώς, για λογαριασμό των μεγάλων εργοδοτών, θα οδηγήσει σε δυσμενέστερες συνθήκες εργασίας εκατομμύρια εργαζόμενους.
Σε συνθήκες έκρηξης της ανεργίας και εκτίναξής της σε ποσοστά αντίστοιχα του πρώτου Μνημονίου, θα περίμενε κανείς από μια κυβέρνηση, να πάρει μέτρα για να διασφαλίσει την προστασία των θέσεων εργασίας και τη δημιουργία νέων.
Όχι όμως από τη σημερινή κυβέρνηση Μητσοτάκη. Την κυβέρνηση που νομοθετεί σε απευθείας συνεννόηση με τους εργοδότες και της οποίας οι ισχυρότεροι επιχειρηματίες είναι φίλοι και χρηματοδότες της.
Δεν φτάνει, λοιπόν, που η κυβέρνηση διασφάλισε για τους επιχειρηματίες αυτούς μείωση φόρου στα μερίσματα, μείωση δύο μονάδων στον εταιρικό φορολογικό συντελεστή και σημαντική έκπτωση στις ασφαλιστικές εισφορές. Τώρα τους επιδοτεί και με 300 ώρες υπερωρίες τον χρόνο ανά εργαζόμενο, αφού τους δίνει τη δυνατότητα να απασχολούν τζάμπα το προσωπικό τους έως και 10 ώρες την ημέρα.
Και υποκριτικά εξηγεί στους εργαζόμενους, ότι τον υπόλοιπο χρόνο θα συμψηφίζουν αυτές τις ώρες με μειωμένο ωράριο, ρεπό ή και τετραήμερη εβδομάδα, την ίδια στιγμή που ανεβάζει το όριο υπερωριακής απασχόλησης στις 150 ώρες.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι, ότι μεθοδεύει τις αλλαγές αυτές μέσω Βρυξελλών, συνδέοντάς τις με τα χρήματα του ταμείου ανάκαμψης. Και, αντί να ενημερώσει τον κόσμο της εργασίας για το τι πρόκειται να κάνει, τα στέλνει εν κρυπτώ στις Βρυξέλλες, για να τα εμφανίσει αμέσως μετά ως προαπαιτούμενα.
Αλλά ούτε οι προθέσεις ούτε η υποκρισία κρύβονται. Τώρα είναι ώρα να μιλήσουν οι εκατομμύρια άνθρωποι της δουλειάς.
avgi.gr