12 Οκτ 2012

«Πολέμησα για πολύ καιρό τον θάνατο και αισθάνομαι μεγάλη ανακούφιση που τα παρατάω».


Του ΜΙΧΑΛΗ ΜΗΤΣΟΥ
Ο Μπιλ Κέλερ, πρώην διευθυντής των «Νιου Γιορκ Τάιμς», παραθέτει στο χθεσινό του άρθρο στην εφημερίδα έναν συγκλονιστικό διάλογο, που εκτυλίχθηκε τον περασμένο μήνα σε ένα νοσοκομείο της Ανατολικής Αγγλίας.
Ο Αντονι Γκίλμπεϊ ξύπνησε από την αναισθησία και άκουσε...
 
 τα κακά νέα από τον γιατρό του: «Δυστυχώς, η χειρουργική επέμβαση δεν πήγε καλά. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο».

«Δηλαδή πεθαίνω;», ρώτησε.

«Ναι», απάντησε ο γιατρός.

«Πεθαίνεις, μπαμπά», συμπλήρωσε η κόρη του, που καθόταν στην άκρη του κρεβατιού.

«Αρα τελείωσε το πανηγύρι», μουρμούρισε εκείνος.

«Εκεί που θα πας, θα έχει πολλά πανηγύρια», του υποσχέθηκε εκείνη. 
Κι έβαλαν όλοι τα γέλια.

Ο Κέλερ είναι σε θέση να περιγράψει με ακρίβεια τη σκηνή, αφού η κόρη του Γκίλμπεϊ είναι σύζυγός του. 
Κι όταν ο γιατρός είπε, ότι το νοσοκομείο δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο για τον πεθερό του, δεν έλεγε την απόλυτη αλήθεια. Μπορούσαν να παρατείνουν για λίγο ακόμη τη ζωή του, παρέχοντάς του ινσουλίνη και υποβάλλοντάς τον σε αιμοκάθαρση.  
Αλλά, το συγκεκριμένο νοσοκομείο έχει υπογράψει το λεγόμενο Πρωτόκολλο του Λίβερπουλ, που άρχισε να εφαρμόζεται τη δεκαετία του '90 ως εναλλακτική λύση στη διατήρηση της ζωής με κάθε θυσία.

«Το ζήτημα δεν είναι να επισπεύδουμε τον θάνατο, αλλά να αναγνωρίζουμε ότι κάποιος πεθαίνει και να του παρουσιάζουμε τις επιλογές που έχει», λέει ο σερ Τόμας Χιουζ-Χάλετ, μέχρι πρόσφατα διευθυντής του κέντρου που σχεδίασε το Πρωτόκολλο. «Θέλετε να σας βάλουμε μια μόνιμη μάσκα οξυγόνου; Ή προτιμάτε να αποχαιρετήσετε τη γυναίκα σας;».

Στις Ηνωμένες Πολιτείες κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο, σημειώνει ο αρθρογράφος. Για δύο λόγους.

Πρώτον, επειδή οι υπέρμαχοι τέτοιων προγραμμάτων έχουν καταγγελθεί και απειληθεί από την Καθολική Εκκλησία και πολιτικούς σαν τη Σάρα Πέιλιν.
 
Δεύτερον, επειδή το βασικό τους επιχείρημα είναι οικονομικής φύσης: τουλάχιστον το ένα τέταρτο του κόστους του Medicare αφορά τον τελευταίο χρόνο της ζωής. Δεν θα ήταν καλύτερα - διερωτώνται - να διατεθούν αυτά τα χρήματα σε άλλους σκοπούς, από το να χρησιμοποιούνται για να παρατείνεται με το ζόρι μια ζωή, που είναι συχνά κακής ποιότητας;

Ναι, θεωρητικά θα ήταν καλύτερα, αλλά όταν πρόκειται για τον άνθρωπό σου εύκολα λυγίζεις.

Οι Γκίλμπεϊ, πατέρας και κόρη, δεν λύγισαν. Υστερα από τη συγκατάθεσή τους, το νοσοκομείο σταμάτησε τη χορήγηση ινσουλίνης και αντιβιοτικών, αποσυνέδεσε την ενδοφλέβια σίτιση και τοποθέτησε τον ασθενή σε ένα ήσυχο δωμάτιο, για να περιμένει τη μετάβασή του στο επέκεινα. 
Ανακουφισμένος, απαλλαγμένος από τα σωληνάκια και τις ενέσεις, ο Γκίλμπεϊ το 'ριξε στα αστεία και τις διαβεβαιώσεις αμοιβαίας αγάπης με την οικογένειά του. «Πολέμησα για πολύ καιρό τον θάνατο», είπε στην κόρη του, «και αισθάνομαι μεγάλη ανακούφιση που τα παρατάω».

Υστερα από έξι μέρες πέθανε. 
Δεν πρόλαβε τα ογδοηκοστά γενέθλιά του, αλλά είχε πάψει να τον ενδιαφέρει.

ΤΑ ΝΕΑ
ΠΗΓΗ: radar-gr