Του Paul Krugman
Είναι καιρός να αρχίσουμε να αποκαλούμε την τρέχουσα κατάσταση με το όνομα της: είναι ύφεση.
Σύμφωνοι, δεν είναι ένα ολοκληρωμένο ριπλέι της Μεγάλης Ύφεσης, αλλά αυτό δεν είναι παρηγοριά.
Η ανεργία τόσο στην Αμερική, όσο και...
στην Ευρώπη, παραμένει καταστροφικά υψηλή. Ηγέτες και θεσμοί απαξιώνονται όλο και περισσότερο. Και οι δημοκρατικές αξίες βρίσκονται υπό πολιορκία.
Ως προς το τελευταίο σημείο, δεν κινδυνολογώ. Τόσο στο πολιτικό όσο και στο οικονομικό μέτωπο είναι σημαντικό, να μην πέσουμε στην παγίδα της σύγκρισης με το Κραχ.
Η υψηλή ανεργία δεν είναι «καλή», μόνο και μόνο επειδή δεν έχει φτάσει στα επίπεδα του 1933:
και οι δυσοίωνες πολιτικές τάσεις δεν πρέπει να απορρίπτονται, μόνο και μόνο επειδή δεν έχει εμφανιστεί ακόμη κάποιος Χίτλερ.
Ας μιλήσουμε συγκεκριμένα για το τι συμβαίνει στην Ευρώπη - όχι επειδή όλα πάνε καλά στην Αμερική, αλλά επειδή πολύς κόσμος δεν έχει συνειδητοποιήσει την βαρύτητα των ευρωπαϊκών πολιτικών εξελίξεων.
Πρώτα απ' όλα, η κρίση του ευρώ σκοτώνει το Ευρωπαϊκό Όνειρο. Το κοινό νόμισμα, που υποτίθεται πως θα ένωνε τα κράτη, έχει αντίθετα δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα πικρής αντιπαράθεσης.
Ιδίως οι απαιτήσεις για όλο και σκληρότερη λιτότητα, χωρίς καμιά αντισταθμιστική αναπτυξιακή προσπάθεια, έχουν κάνει διπλή ζημιά.
Έχουν αποτύχει ως οικονομική πολιτική, επιδεινώνοντας την ανεργία χωρίς να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη: μια πανευρωπαϊκή ύφεση μοιάζει πλέον πιθανή, ακόμη κι αν η άμεση απειλή μιας πιστωτικής κρίσης έχει απομακρυνθεί. Και επίσης έχουν δημιουργήσει ένα τρομερό κύμα οργής, καθώς πολλοί Ευρωπαίοι έχουν εξοργιστεί, δικαίως ή αδίκως (ή και τα δυο), με αυτό που θεωρούν σαν υπερβολική εξάσκηση της Γερμανικής ισχύος.
Ουδείς γνώστης της ευρωπαϊκής ιστορίας μπορεί να δει αυτή την επιστροφή του κλίματος εχθρότητας, χωρίς να νιώσει ρίγος. Ίσως, όμως, τα πράγματα να είναι ακόμη χειρότερα, απ΄ ότι νομίζουμε.
Οι δεξιοί λαϊκιστές ενισχύονται συνεχώς - από την Αυστρία, όπου το «Κόμμα της Ελευθερίας» (ο ηγέτης του οποίου έχει διασυνδέσεις με νεοναζιστές) συναγωνίζεται στις δημοσκοπήσεις τα παραδοσιακά κόμματα, ως τη Φιλανδία, όπου το αντιμεταναστευτικό κόμμα των «Αληθινών Φιλανδών» ενισχύθηκε στις εκλογές του περασμένου Απρίλη. Και αυτές είναι πλούσιες χώρες, οι οικονομίες των οποίων άντεξαν την κρίση. Τα πράγματα μοιάζουν ακόμη πιο δυσοίωνα στα φτωχότερα έθνη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Τον περασμένο μήνα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) τεκμηρίωσε, μια ραγδαία υποχώρηση στην υποστήριξη που απολαμβάνει το δημοκρατικό πολίτευμα στην κοινή γνώμη των κρατών της λεγόμενης «Νέας Ευρώπης», των χωρών που μπήκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Διόλου περίεργο που η απώλεια της πίστεως προς τη δημοκρατία είναι εντονότερη στις χώρες που υπέφεραν από τις μεγαλύτερες οικονομικές «βουτιές».
Και σε ένα τουλάχιστον έθνος, την Ουγγαρία, οι δημοκρατικοί θεσμοί υπονομεύονται ήδη.
Ένα από τα μεγαλύτερα κόμματα της Ουγγαρίας, το «Γιόμπικ», είναι ένας εφιάλτης βγαλμένος από την δεκαετία του 1930: είναι αντί-Ρομά (Τσιγγάνοι), είναι αντισημιτικό, και διαθέτει ακόμη και παραστρατιωτικό βραχίονα. Αλλά η άμεση απειλή έρχεται από το «Φίντες», το κυβερνών κεντροδεξιό κόμμα.
Το «Φίντες» εξασφάλισε πέρσι μια εντυπωσιακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, εν μέρει τουλάχιστον λόγω της οικονομικής κατάστασης: η Ουγγαρία δεν συμμετέχει στο ευρώ, αλλά υπέφερε λόγω του μεγάλης κλίμακας δανεισμού σε ξένα νομίσματα και επίσης, για να είμαστε ειλικρινείς, λόγω της κακοδιαχείρισης και της διαφθοράς των αριστερών-προοδευτικών κομμάτων που ήταν πριν στην κυβέρνηση. Τώρα το «Φίντες», αφού πέρασε ετσιθελικά την περασμένη άνοιξη ένα νέο Σύνταγμα σε μια αμιγώς κομματική ψηφοφορία, δείχνει αποφασισμένο να «μονιμοποιηθεί» στην εξουσία.
Το ζήτημα είναι περίπλοκο. Η Κιμ Λέιν Σέπελ, διευθύντρια του προγράμματος Νομικών και Δημόσιων Υποθέσεων στο πανεπιστήμιο Πρίνστον, παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην Ουγγαρία: μου λέει, ότι το «Φίντες» βασίζεται σε μια σειρά μέτρων για να καταπνίξει την αντιπολίτευση. Ένας προτεινόμενος εκλογικός νόμος αλλάζει τον χάρτη των εκλογικών περιφερειών κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι πρακτικά σχεδόν αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης από τα άλλα κόμματα. Η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης δέχεται συνεχή πλήγματα, ενώ τα δικαστήρια έχουν γεμίσει από κομματικά στελέχη. Τα κρατικά ΜΜΕ έχουν μετατραπεί σε κομματικά όργανα, ενώ τα ανεξάρτητα ΜΜΕ βρίσκονται υπό διωγμό. Και μια νέα προτεινόμενη συνταγματική τροποποίηση θα θέσει ουσιαστικά εκτός νόμου το ισχυρότερο αριστερό κόμμα.
Όλα αυτά μαζί συνιστούν μια επανεγκαθίδρυση της απολυταρχικής εξουσίας, κάτω από ένα λεπτότατο λούστρο δημοκρατίας, στην καρδιά της Ευρώπης. Και αυτό είναι ένα δείγμα των όσων μπορεί να συμβούν ευρύτερα, αν αυτή η ύφεση συνεχιστεί.
Δεν είναι ξεκάθαρο τι μπορεί να γίνει με την διολίσθηση της Ουγγαρίας προς τον αυταρχισμό. Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, προς τιμήν του, παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, αλλά κατά βάση πρόκειται για ένα Ευρωπαϊκό ζήτημα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχασε την ευκαιρία να αναχαιτίσει από την αρχή την προσπάθεια του «Φιντες» να μονοπωλήσει την εξουσία - εν μέρει διότι η συνταγματική μεταρρύθμιση πραγματοποιήθηκε, ενώ η Ουγγαρία κατείχε την εκ περιτροπής προεδρία της Ένωσης.
Τώρα θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστεί: καλύτερα όμως να προσπαθήσουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες να το κάνουν, αν δεν θέλουν να κινδυνεύσουν μια μέρα να χάσουν όλα όσα πρεσβεύουν.
Και πρέπει επίσης να ξανασκεφτούν τις αποτυχημένες τους οικονομικές πολιτικές.
Αν δεν το πράξουν, θα υπάρξει ακόμη μεγαλύτερη οπισθοδρόμηση για την δημοκρατία - και η διάλυση του ευρώ μπορεί να αποδειχτεί η μικρότερη από τις ανησυχίες τους.
The New York Times
ΠΗΓΗ: tovima.gr