Tης Τασούλας Kαραϊσκάκη
Το ζήτημα της εργασίας είναι και θα παραμείνει για καιρό το κεντρικότερο, ίσως, πρόβλημα της ιδιαίτερα δύσκολης και ρευστής εποχής μας.
Οι 786.459 άνεργοι σήμερα (13,5% άνδρες άνεργοι, 19,6% γυναίκες, 43,1% νέοι έως 24 ετών), ένα εκατομμύριο... ίσως, αύριο, θα πρέπει να παλέψουν για μια θέση σε προγράμματα κατάρτισης, κοινωφελούς εργασίας, επιδοτημένης εργασίας, επανεκπαίδευσης με βάουτσερ...
Κάποιοι από αυτούς θα καταφέρουν να έχουν πρόσβαση, σε όποια από αυτά γίνουν τελικώς πράξη - αλήθεια και πολιτική δεν κατοικούν κάτω από την ίδια στέγη, έλεγε ο Γερμανός συγγραφέας και πολιτικός Τέοντορ Χόις.
Για κανονική εργασία, ούτε λόγος. Δεν είναι τόσο η αδυναμία των ανέργων να εντοπίσουν τις κενές θέσεις (ανεργία τριβής), η αναντιστοιχία των προσόντων των ανέργων με αυτά που ζητούνται (διαρθρωτική), είναι η πτώση της οικονομικής δραστηριότητας.
Οξύμωρο, αλλά πέρα για πέρα πραγματικό: αυξάνονται παράλληλα οι ώρες εργασίας για τους απασχολουμένους και ο αριθμός των ανέργων. Ενώ παντελώς στείρα, σχεδόν ανύπαρκτη είναι, στους τωρινούς καιρούς της λιτότητας, η άλλοτε ενθουσιώδης φιλόδοξη συζήτηση για αναδιανομή της εργασίας. Σε καιρούς λιτότητας και υψηλού δανεισμού η επίμονη ανεργία θεωρείται όχι απλώς ως ένα φυσιολογικό χαρακτηριστικό της οικονομίας, καθώς οι μεγάλες περικοπές ακρωτηριάζουν ζήτηση και ανάπτυξη, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις και βολική, αφού συγκρατεί πληθωρισμό και εργατικό κόστος.
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον μοιάζουν να έλκουν τα ελλείμματα και όχι μόνο των υπερχρεωμένων περιφερειακών χωρών. Ολα στρέφονται γύρω από τις «μαύρες τρυπες», το αχανές μέγεθός τους. Και, μέσα στη ζαλάδα, την αίσθηση αδιεξόδου που δημιουργούν, οι δανειστές βρίσκουν την ευκαιρία - με τεχνάσματα - να διατηρούν προνόμια, να οχυρώνονται σε πιθανές ζημιές.
Η σκληρή λιτότητα καταλήγει σε χρόνια ανεργία, το σημαντικότερο πρόβλημα των κοινωνιών, αφού δεν πλήττει μόνο άτομα αλλά το σύνολο.
Σχεδόν οι μισοί άνεργοι, σε εποχή κρίσης, εγκαταλείπουν οριστικά την αγορά εργασίας, με τραγικές κοινωνικές επιπτώσεις. Απλά απρόσωπα νούμερα ανάμεσα σε χιλιάδες, χωρίς ανθρώπινο περιεχόμενο, εργαλεία που «έληξαν». Ολη η ενοχή για τη μικρής αναγκαιότητας εργασία τους, δική τους. Μη υπολογίσιμη. Δεν διαθέτουμε ποιοτικούς δείκτες μέτρησης.
Μόνο έναν ποσοτικό, χονδροειδή δείκτη αγοραίας παραγωγής.
Καμία παράμετρος δεν ερευνά την προσωπική ευτυχία. Ετσι ο άνεργος, ο οριστικά αποκλεισμένος, συντετριμμένος, αδύναμος, αναγκάζεται να κρύψει την απελπισία του, να ισοπεδώσει τις αβύσσους του. Να λουφάξει.
Οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες για διατήρηση θέσεων και επανένταξη ανέργων θα είναι απλά φούμαρα, αν δεν υπάρξει ακριβές σχέδιο. Ολα τα δεινά από εκεί εκπορεύονται, από την αδυναμία μετατροπής της πολιτικής σε πράξεις. Ομως, τους βλέπουμε να μιλούν στις οθόνες, να αραδιάζουν αριθμούς και μέτρα, και η εξουσία τους εγκαθίσταται στο σαλόνι μας. Παρασυρόμαστε από τα λόγια, μας γίνονται οικείοι, και εμείς απέναντί τους πιο ανεκτικοί.
Ξεχνάμε ότι πρέπει να δυσπιστούμε, να αποκαλύπτουμε, να διεκδικούμε. Μοχθώντας, παράλληλα, με όραμα. Διότι την ευημερία δεν θα την αποστείλει ποτέ κανένα κόμμα με κούριερ στην πόρτα μας.
«Ψαρεύοντας έρχεται η θάλασσα» έλεγε ο Οδυσσέας Ελύτης.
ΠΗΓΗ: radar-gr