20 Ιαν 2011

Αλλαγές χωρίς αντίκρυσµα στην ευθύνη υπουργών


Αλλαγές συµβολικής, κυρίως, σηµασίας στο πεδίο της ποινικής αντιµετώπισης των πολιτικών προσώπων επιχειρεί η κυβέρνηση, σε αντιστάθµισµα της απαλλαγής των υπουργών της Ν.Δ. για το σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου. Με νοµοσχέδιο που παρουσίασε χθες εσπευσµένα ο υπουργός Δικαιοσύνης...
Χ. Καστανίδης στο Υπουργικό Συµβούλιο και έδωσε το βράδυ στη δηµοσιότητα επέρχονται τροποποιήσεις στον νόµο περί ευθύνης υπουργών εντός των ασφυκτικών πλαισίων του άρθρου 86 του Συντάγµατος, που σηµαίνει πρακτικά ότι όσον αφορά το πολυσυζητηµένο θέµα της παραγραφής, επί της ουσίας δεν αλλάζει σχεδόν τίποτα. Κι αυτό γιατί µε τις επερχόµενες µεταβολές παύουν να παραγράφονται όλες οι αξιόποινες πράξεις υπουργών στην πενταετία – όπως προβλέπει ο Ν. 3126/2003 –, αλλά δεν αίρονται – όπως είναι ευνόητο – οι περιορισµοί που επιβάλλει το Σύνταγµα ως προς την παραγραφή.

Ειδικότερα, µε νέα ρύθµιση θα ισχύει και για τους υπουργούς και υφυπουργούς το καθεστώς παραγραφής που ισχύει για όλους τους πολίτες (πέντε χρόνια για τα πληµµελήµατα και δέκα για τα κακουργήµατα), αλλά ταυτόχρονα η Βουλή θα έχει τη δυνατότητα να ασκήσει εναντίον τους ποινική δίωξη «µέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει µετά την τέλεση του αδικήµατος», όπως προβλέπει το άρθρο 86 του Συντάγµατος. Είναι προφανές ότι η βελτίωση που επαγγέλλεται το νέο νοµοθέτηµα ενδέχεται να τύχει εφαρµογής σε ελάχιστες έως µηδαµινές περιπτώσεις.

Και ο κ. Καστανίδης άλλωστε, έχοντας επίγνωση των στενών περιθωρίων του Συντάγµατος, σχεδόν οµολογεί ότι οινέες ρυθµίσεις έχουν συµβολική και ηθική κυρίως αξία, αλλά τουλάχιστον εκφράζουν τη βούληση της παρούσας κυβέρνησης να τροποποιήσει το ισχύον πλαίσιο, και προδιαγράφουν την κατεύθυνση προς την οποία θα κινηθεί η µελλοντική αναθεώρηση του Συντάγµατος.

Δέσµευση λογαριασµών

Με το νέο σχέδιο νόµου, για τη σύνταξη του οποίου ελήφθησαν υπόψη οι προτάσεις της Επιτροπής Θεσµών και Διαφάνειας της Βουλής, οι οποίες και συγκέντρωσαν την ευρύτατη συναίνεση των πολιτικών κοµµάτων – όπως υπογράµµισε ο κ. Καστανίδης –, εισάγονται και κάποιες επιπλέον ρυθµίσεις, όπως η δυνατότητα επιβολής περιοριστικών όρων σε πολιτικά πρόσωπα µετά την εναντίον τους άσκηση ποινικής δίωξης, η υποχρεωτική κατάσχεση από την επιτροπή της Βουλής που διενεργεί προκαταρκτική εξέταση του οικονοµικού οφέλους το οποίο συνεπάγεται η διερευνώµενη αξιόποινη πράξη ακόµη και πριν ασκηθεί ποινική δίωξη, καθώς και η δέσµευση τραπεζικών λογαριασµών, τίτλων και χρηµατοπιστωτικών προϊόντων µετά την άσκηση ποινικής δίωξης εις βάρος υπουργού ή υφυπουργού µε απόφαση του ανακριτή, εφόσον η δίωξη αφορά κακουργηµατική πράξη.

Σηµειώνεται ότι σύµφωνα µε το ισχύον πλαίσιο απαγορεύεται η βίαιη προσαγωγή, σύλληψη, προσωρινή κράτηση και επιβολή περιοριστικών όρων εις βάρος υπουργών.

Η ρύθµιση ωστόσο που θα αποδειχθεί ιδιαιτέρως επωφελής για τη λειτουργία του Κοινοβουλίου, αν και είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του δικαστικού σώµατος, αφορά τη δηµιουργία Γνωµοδοτικού Συµβουλίου, αποτελούµενου από έναν αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και δύο εισαγγελείς εφετών.
Το εν λόγω Συµβούλιο θα συγκροτείται µε κλήρωση, πριν από τη σύσταση της προανακριτικής επιτροπής της Βουλής για τη διερεύνηση µιας υπόθεσης, θα ελέγχει τα νοµικά χαρακτηριστικά, ενώ θα αξιολογεί και την ουσιαστική βασιµότητα των στοιχείων τηςδικογραφίας, ώστε να είναι σε θέση να γνωµοδοτήσει, εάν συντρέχει περίπτωση διερεύνησης πιθανής ποινικής ευθύνης υπουργού. Θα καλείται, δηλαδή, κυρίως να διαπιστώσει εκ των προτέρων, αν µια υπόθεση κινδυνεύει να υποπέσει σε παραγραφή, ώστε να µην κινηθούν αδίκως οι διαδικασίες.

τα Νεα on line