Γιάννης Κιμπουρόπουλος
Τις συνταγές τις έχουν έτοιμες, τα επιχειρήματα δοκιμασμένα και τη συμμαχία των αγορών δεδομένη...
Οι περισσότεροι από εμάς, από την αρχή της πανδημίας πιστέψαμε (και δικαίως), ότι αυτή η οδυνηρή...
κρίση μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο μετάβασης σε κάτι διαφορετικό. Μπορεί να γίνει καταλύτης μιας βαθιάς αλλαγής, στον τρόπο που αντιλαμβάνονται και διαχειρίζονται τα πράγματα ακόμη και συντηρητικές πολιτικές ηγεσίες. Και πράγματι, όχι μόνο η ρητορική, αλλά και οι πολιτικές που έχουν εξαγγείλει και εφαρμόσει τον τελευταίο χρόνο οι κυβερνήσεις στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη και έχουν υποστηρίξει οι ισχυρότερες κεντρικές τράπεζες, παραπέμπουν σε μια ριζική αλλαγή οικονομικού παραδείγματος, με ισχυρή κρατική παρέμβαση και μακριά από τις νεοφιλελεύθερες ή μονεταριστικές υστερίες των προηγούμενων δεκαετιών. Εντάξει, δεν είναι και το άλμα προς τον σοσιαλισμό, αλλά τουλάχιστον προσφέρει μια ελάχιστη ανακούφιση, σε όσους υποφέρουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Και οπωσδήποτε αυτές οι πολιτικές κρατικής στήριξης λειτουργούν αποτρεπτικά σε μια εκτεταμένη καταστροφή τής παραγωγικής βάσης των οικονομιών.Είναι πιθανό, οι εντυπώσεις μας, πως τα παραπάνω αποτελούν στοιχεία μόνιμης στροφής, να διαψευστούν στο πολύ εγγύς μέλλον. Οι κεντρικές τράπεζες, που μέχρι τώρα ενθαρρύνουν ανοιχτά τις κυβερνήσεις να φορτώσουν ελλείμματα και κρατικά χρέη, στηρίζοντας κι αυτές με άφθονη και φθηνή ρευστότητα, το τελευταίο διάστημα, πιεζόμενες από τους «συνομιλητές» τους στις αγορές, έχουν αρχίσει να «τα μασάνε» ως προς το ενδεχόμενο να αρχίσουν να ακριβαίνουν το χρήμα και να ανεβάζουν τα επιτόκια, τάχα μου για να μην ξυπνήσει το εδώ και δεκαετίες κοιμώμενο «τέρας» του πληθωρισμού.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που μέχρι τώρα προειδοποιεί τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, να μην τολμήσουν να αποσύρουν απότομα τη δημοσιονομική στήριξη, δεν παραλείπει κάθε φορά να εκπέμπει και μια «ιερεμιάδα» για τον κίνδυνο μαζικών χρεοκοπιών επιχειρήσεων, για τα νέα κόκκινα δάνεια που μπορεί να πλημμυρίσουν τις τράπεζες και για το νέο δημόσιο χρέος που έχουν εκδώσει οι κυβερνήσεις, που προς το παρόν μια χαρά βιώσιμο είναι, αλλά στο μέλλον ποιος ξέρει τι μπορεί να γίνει.
Οι αγορές και τα επενδυτικά κεφάλαια, που αγοράζουν ό,τι κρατικό ή εταιρικό ομόλογο βγει στην πιάτσα (κι έχουν λατρέψει ακόμη και το ελληνικό χρέος που ίπταται στο 210% του ΑΕΠ), τελευταία έχουν αρχίσει να ψελλίζουν, ότι κάποια στιγμή το πάρτι θα τελειώσει, ο αλτρουισμός και η φιλανθρωπία θα γίνουν βαρετά και τα βιώσιμα χρέη θα ξαναγίνουν αβίωτα και απαιτητά.
Ως κατεξοχήν υποβολείς των αγορών και των κερδοσκοπικών κεφαλαίων, οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν αρχίσει να σκάνε το παραμύθι. Πρώτα υποβαθμίζοντας σωρηδόν τα χρέη των φτωχότερων χωρών, την ώρα που πριμοδοτούν τη βιωσιμότητα των χρεών των μεγάλων οικονομιών. Κι έπειτα, υπενθυμίζοντας και σ’ αυτές ότι σιγά - σιγά πρέπει να μαζευτούν.
Ο οίκος Fitch, προ ημερών, αναλύοντας την εξέλιξη των χρεών σε όλες τις περιοχές του κόσμου, διατύπωσε την εκτίμηση, πως «το μέλλον θα μοιάζει περισσότερο με το παρελθόν» στη διαχείριση του χρέους. Οι κυβερνήσεις, με λίγα λόγια, θα κάνουν, το μόνο που ξέρουν καλά. Για να επαναφέρουν τα χρέη τους σε βιώσιμα επίπεδα, θα πρέπει να παράγουν ψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και για να πετύχουν αυτά τα πλεονάσματα, θα πρέπει να εφαρμόσουν λιτότητα. Σκληρή λιτότητα. Ο Fitch διατυπώνει αυτά τα πράγματα ως εκτίμηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολιτική υπόδειξη στις κυβερνήσεις και, εμμέσως, μια υπόρρητη απειλή τι αν δεν επανέλθουν στους κανόνες της δημοσιονομικής ορθοδοξίας από του χρόνου, τις περιμένει τιμωρία. Ήτοι, υποβαθμίσεις και ψηλά επιτόκια δανεισμού.
Έτσι, η περίοδος της κρατικής γαλαντομίας που προκάλεσε η πανδημία, μπορεί σε μερικούς μήνες να αποδεχθεί ένα διάλειμμα ανάσας από τον δημοσιονομικό βόθρο και οι δεσμοφύλακες να απαιτήσουν, να χώσουμε ξανά τα κεφάλια μέσα. Τις συνταγές τις έχουν έτοιμες, τα επιχειρήματα δοκιμασμένα και τη συμμαχία των αγορών δεδομένη. Γι’ αυτές εξάλλου, τι Κέυνς, τι Φρίντμαν. Το καζίνο έχει σημασία να δουλεύει και να πληρώνει.