9 Ιουλ 2020

Aφέλειες;


Του Γιάννη Πανούση

Αν απολέσεις κάτι
και δεν το αναζητήσεις
σημαίνει πεντακάθαρα
ότι ποτέ δεν ήταν δικό σου..



Νίκος Μοσχοβάκος,Ζεύξη ασωμάτων

Είτε κοιτάς προς τ’αριστερά ή αλλοιθωρίζεις προς τα δεξιά μοιάζει να μην προκαλούνται και πολλές διαφορές σε θεμελιώδεις νοοτροπίες.
Αναρωτιέμαι π.χ:
• γιατί κάποιος που δεν θέλει ν’ αλλάξει τίποτα στην καθημερινή κοινωνική και πολιτική του συμπεριφορά πιστεύει (ή και επιχειρηματολογεί) ότι μπορεί ν’ αλλάξει το Κράτος και η χώρα;
γιατί κάποιοι που διαβιούν άνετα ,μέχρι προκλήσεως, (κάνουν πως) ενδιαφέρονται για την κοινωνική συνοχή;
γιατί τα παιδιά (γιοι και θυγατέρες) των αριστερών είναι (συνήθως) συντηρητικά και τα παιδιά των δεξιών (συχνά) αναρχικά;
γιατί όσο λιγότερο λαοφιλής είναι ένας ηγέτης τόσο περισσότερο αυταρχικός γίνεται;
γιατί (πολλές) σύζυγοι πολιτικών ασκούν μεγαλύτερη εξουσία απ’ ότι οι πολιτικοί σύζυγοί τους;
γιατί οι διάφοροι δια(γ)νοούμενοι των γραμμάτων και των τεχνών είναι πάντοτε κυβερνητικοί (όποια και αν είναι η Κυβέρνηση);
γιατί προκρίνουμε για δημόσια αξιώματα τους ουδέτερους και μη έχοντες άποψη;
γιατί επικαλούμαστε τους κανόνες και τους νόμους όταν αφορούν στους αντιπάλους μας και τους ξεχνάμε όταν αφορούν εμάς;
γιατί μερικοί (κυρίως πανεπιστημιακοί) πιστεύουν ότι (κατ)έχουν την «άνωθεν αποκάλυψη» και αρθρογραφούν λες και κηρύττουν το νόμο του Μωυσή;
γιατί η όλη Αριστερά διασπάται όταν υπάρχουν κρίσεις και μπορεί να [ξανα]κυβερνήσει;

Αν (παρα)δεχθούμε ότι στην πολιτική η χώρα μας κινείται στον αστερισμό του «περίπου» πρέπει ταυτόχρονα να (απο)δεχθούμε ότι όλο το κατεστημένο (πολιτικό, οικονομικό, μιντιακό, ακαδημαϊκό) κινείται εδώ και πολλά χρόνια στον αστερισμό του «συμψηφισμού των παρ-ανομιών».
Οι δήθεν αλλαγές και οι τάχατες μεταρρυθμίσεις, οι δίβουλοι εκσυγχρονιστές και οι λαρζάτοι λαϊκιστές δεν αγάπησαν τόσο τον εξισωτισμό όσο την ατομική λογική του «όλα επιτρέπονται, όλα συγχωρούνται».
Με λοβοτομημένο το αίσθημα προσωπικής ευθύνης, με γενικευμένη αίσθηση συγκάλυψης και ατιμωρησίας ζήσαμε (και ζούμε) το παράλογο σαν να ήταν η επιτομή του ορθολογισμού. Κι όχι μόνον αυτό.
 Το δημοκρατικό παράλογο σε αυτή τη χώρα είναι ότι όλοι είμαστε περήφανοι που εδώ γεννήθηκε η Δημοκρατία, όλοι δηλώνουμε δημοκράτες και – πάλι – όλοι μαζί αρνούμαστε και απαξιώνουμε τους θεσμούς της Δημοκρατίας.

Μια χώρα σε «διαρκή μετάβαση» (προς τί άραγε;), με αυτοκαταστροφική εμφυλιακή προδιάθεση και με «επαναστατική» άρνηση της λογικής των ορίων και των κανόνων δεν (απο)δέχεται συνταγματικούς περιορισμούς και νομοθετικούς ορισμούς διότι μόνον έτσι αισθάνεται «διαφορετική» από τις άλλες, τις δυτικές, τις «κρυόκωλες».
Η ίδια η χώρα ορίζει το χρόνο, τον τόπο και τον τρόπο της απαξίωσής της.
Πολλές φορές μάλιστα επιλέγει και τον Δήμιό της. Πολιτεία και Λαός σε θέση μάχης σε ζητήματα αναδιανομής αλλά σύμμαχοι σε ζητήματα νοοτροπίας.
Ο λαός δεν έγινε (ήθελε άραγε;) ποτέ το συλλογικό πολιτικό υποκείμενο στο γίγνεσθαι ώστε να αναλάβει και τις ευθύνες του.
Ποιος ηγέτης λοιπόν θα βγάλει αυτή τη χώρα από το βάλτο των συν-ενοχών; Απλούστατα αυτός που θα τολμήσει να κόψει τους πολλούς γόρδιους δεσμούς πριν τον εξορίσουμε ή τον δολοφονήσουμε ως ανθέλληνα (αφού θάχει αμφισβητήσει την πεμπτουσία της ψυχής του έλληνα που δεν είναι άλλη από το «κάνω ό,τι θέλω, όταν θέλω κι όπως θέλω»).
Εγώ ειμί ο Νόμος