Του Πάσχου Μανδραβέλη
Στη χώρα της γενικευμένης ανομίας υπάρχει πάντα μια «καλή» δικαιολογία για κάθε παρανομία. Ο μαγαζάτορας δεν κόβει αποδείξεις γιατί «δεν βγαίνει»· ο επιχειρηματίας εισφοροδιαφεύγει γιατί «το εργατικό κόστος είναι μεγάλο»· ο εργοστασιάρχης ρυπαίνει γιατί στην Κίνα δεν υπάρχουν οικολογικές ευαισθησίες και οι αντίστοιχες βιομηχανίες πλεονεκτούν στον παγκόσμιο...
ανταγωνισμό· ο μοτοσικλετιστής μπαίνει στους πεζόδρομους γιατί κόβει δρόμο· ο αυτοκινητιστής διπλοπαρκάρει γιατί «πού να το βάλω;»· ο καθηγητής κάνει ιδιαίτερα διότι «έχει μισθό πείνας»· και ο γιατρός παίρνει φακελάκι διότι «έφαγε τα νιάτα του σπουδάζοντας».
Μπορεί να είναι ανθρώπινο να βρίσκουμε ελαφρυντικά στη δική μας παρανομία και πιθανώς να συμβαίνει το ίδιο σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η κοινωνική ανοχή στην παρανομία και, κατ’ επέκταση, η (ελέω λαϊκισμού) πολιτική ανοχή. Στην προχθεσινή συνέντευξη Τύπου, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξης Τσίπρας ρωτήθηκε από τον δημοσιογράφο κ. Χρήστο Τελλίδη, τι πρέπει να γίνει με τους επίορκους δημόσιους υπαλλήλους.
Η ερώτηση ήταν σαφής: «Εναν καθηγητή που κάνει ιδιαίτερα στους μαθητές της τάξης του - και φυσικά τα παίρνει μαύρα - σε οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης θα τον θεωρούσαν επίορκο και θα τον έδιωχναν... Εδώ υπάρχει η κακώς εννοούμενη συναδελφική αλληλεγγύη και για μερικούς και πολιτική αλληλεγγύη. Για παράδειγμα, το κόμμα σας τον περασμένο Μάρτιο καταψήφισε τον νόμο τον σχετικό που φέρνει το καινούργιο, το πιο αυστηρό πειθαρχικό δίκαιο για τους δημοσίους υπαλλήλους. Θέλω να σας ρωτήσω, τι πρέπει να κάνουμε μ’ αυτόν τον εκπαιδευτικό; Καταλαβαίνετε, ότι επί του πρακτέου δεν είναι μόνο ο εκπαιδευτικός. Τι πρέπει να κάνουμε μ’ όλους αυτούς τους επίορκους δημόσιους υπαλλήλους;».
Η απάντηση του κ. Τσίπρα είναι ενδεικτική: «Το πρώτο πράγμα που έχουμε να κάνουμε είναι, να δώσουμε τη δυνατότητα ο εκπαιδευτικός ή ο μέσος δημόσιος υπάλληλος να μπορεί να ζει με αξιοπρέπεια από τον μισθό του, γιατί υπηρετεί όχι ένα επάγγελμα, αλλά ένα λειτούργημα, μαθαίνει γράμματα στα παιδιά μας και άρα δεν μπορεί να ζήσει με 600 ή 500 ευρώ. Και όταν φθάσουμε στο επίπεδο αυτό, θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ αυστηροί με την τήρηση της νομιμότητας. Αλλά πρέπει πρωτίστως να φθάσουμε σε αυτό το επίπεδο. Μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Οταν εξαθλιώνεις ένα μέσο πολίτη, είτε είναι δημόσιος υπάλληλος, είτε είναι ιδιωτικός, εν προκειμένω όμως μιλάτε για φαινόμενα στη Δημόσια Διοίκηση, όταν τον εξαθλιώνεις πρέπει να βρει ένα τρόπο να ζήσει...».
Με άλλα λόγια, δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο. Αν αυτός ο τρόπος είναι σε βάρος των υπόλοιπων πολιτών - οι οποίοι πληρώνουν διπλά τις υπηρεσίες παιδείας: μία επίσημα διά των φόρων, και μία διά της λούμπεν ιδιωτικοποίησής της, δηλαδή της παραπαιδείας - τι να κάνουμε; Για όλα φταίει το Μνημόνιο και ο «επάρατος». Ενα πράγμα δεν διευκρίνισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ: Μέχρι ποιον μισθό επιτρέπεται η παραπαιδεία;
Οι ανάγκες των καθηγητών, όπως και όλων των ανθρώπων, είναι άπειρες. Οσα λεφτά και να πάρουν δεν τους φτάνουν. Να θυμηθούμε, ότι και πριν από τις περικοπές η παρανομία οργίαζε.
Αλλά είπαμε: οι μισθοί στην Ελλάδα ήταν πάντα της «πείνας» και η παρανομία μπορεί να οργιάζει και με πολιτική κάλυψη. Πολύ δε περισσότερο τώρα που ζούμε το κρεσέντο του λαϊκισμού...
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr