Του Σπύρου Λαπατσιώρα
Πλέον έχει γίνει φανερό, πως η στρατηγική διαχείρισης της κρίσης του 2008, που έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη, δεν είναι μία στρατηγική που στοχεύει στην καταστροφή της Ευρώπης ή της Ευρωζώνης.
Με άλλα λόγια, οι διάφορες...
συζητήσεις, οι οποίες εκκινούσαν από τη βάση ότι σε περίπτωση που δεν υπάρξει το τάδε ή δείνα μείγμα πολιτικής θα οδηγηθούμε στην καταστροφή της Ευρωζώνης λόγω κάποιας απλής ή περίπλοκης οικονομικής νομοτέλειας, έχουν αναγκαστεί να επαναπροσδιορίσουν το πλαίσιο ανάλυσής τους ή να μεταθέσουν την ημερομηνία καταστροφής.
Έχει γίνει περισσότερο συνειδητό, ότι τα αποτελέσματα των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων αποτελούν βασικό καθορισμό των «οικονομικών» τάσεων και της διαμόρφωσης του τοπίου που αυτές δρουν.
Προφανώς, η πολιτική διαχείρισης της Ευρώπης οδηγεί σε επιμέρους συγκρούσεις με τις άλλες δυνάμεις εκτός Ευρώπης και επίσης, προφανώς, η αμφισβήτηση του μείγματος πολιτικής, που ακολουθείται αυτή τη στιγμή, εξαπλώνεται. Προφανώς επίσης, οι πολιτικές που ακολουθούνται ενέχουν ως δυνατότητα τη διάλυση της Ευρωζώνης, όχι κατ’ ανάγκην άμεσα, παρόλο που δεν είναι αυτή η κύρια τάση που γράφει την Ιστορία.
Παρόλο που αυτά είναι αρκετά σημαντικά μαζί με τη χρονικότητα της διαμόρφωσης των αποφάσεων που λαμβάνονται, μπορούν να τεθούν στο περιθώριο για να εξετάσουμε ένα κύριο ερώτημα.
Υπάρχουν δυνάμεις στην Ευρώπη που είναι εναντίον της μεγέθυνσης των οικονομιών;
Όταν ο κ. Σόιμπλε υποστηρίζει, ότι τα κράτη - μέλη θα πρέπει, αντί να ζητούν περισσότερα χρήματα για τις δυσκολίες που έχουν, να αντιμετωπίσουν τις αιτίες των δυσκολιών - οι οποίες εντοπίζονται, εν τέλει, στο ότι καταναλώνουν σε ένα επίπεδο το οποίο δεν μπορεί να συντηρηθεί από την παραγωγή τους και, επομένως, ό,τι πρέπει να κάνουν, είναι να εργαστούν για την ανάταξη της παραγωγικής ικανότητάς τους - στοχεύει στην καταστροφή τους, στην κυριάρχησή τους; Δεν καταλαβαίνει, ότι με τις ασκούμενες πολιτικές διευρύνονται η ύφεση και οι δυσκολίες;
Έχει υποστηριχθεί από την αρχή της διαμόρφωσης της ευρωπαϊκής πολιτικής διαχείρισης της κρίσης του 2008, ότι δεν πρόκειται περί άγνοιας ή ταπεινών κινήτρων.
Η κρίση του 2008, ακριβώς επειδή πρόκειται για συστημική κρίση του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, έθεσε το «αίτημα» μίας μείζονος καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Στην Ευρώπη οι ηγεμονικές τάξεις σχημάτισαν μία σύνθετη πολιτική διαχείρισης, η οποία επιχειρεί να διασώσει το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα, εμβαθύνοντάς το.
Με δεδομένους τους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς, οι οποίοι ήταν και είναι εις βάρος του κόσμου της εργασίας, επιχειρείται η επιτάχυνση της νεοφιλελεύθερης τροχιάς, που υπήρχε και πριν από το 2008 στην Ευρώπη, με στόχο να ανατραπούν ουσιώδεις όροι και θεσμοί που είχαν διαμορφωθεί από τον ιστορικό ταξικό συσχετισμό, που διαμορφώθηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στις συνθήκες κρίσης αυτές οι πολιτικές φωτιάς που ακολουθούνται, ο κοινωνικός πόλεμος που βρίσκεται σε εξέλιξη, έχουν να κάνουν με την αλλαγή του ιστορικού ορίου των αναγκών.
Το περιεχόμενό τους αποτελεί πρόταση ιστορικής διάστασης αναδιανομής πλούτου και εξουσίας από τον κόσμο της εργασίας στον κόσμο του κεφαλαίου.
πρώτα η οργάνωση της αναδιανομής υπέρ του κόσμου του κεφαλαίου και η υποταγή του κόσμου της εργασίας και κατόπιν η ανάπτυξη, νεοφιλελεύθερης κόπιας, της οικονομίας.
Μια ανάπτυξη με υψηλή ανεργία, με χαμηλούς μισθούς / συντάξεις, πολύ περισσότερα πράγματα για τα οποία θα πρέπει να πληρώνει κανείς ακριβά, χωρίς σεβασμό στις ανάγκες των πολλών και χωρίς πολλά, δεδομένα σήμερα, δικαιώματα.
Η απάντηση των ηγεμονευόμενων τάξεων πρέπει να λαμβάνει υπόψη αυτήν την ιεράρχηση και τη στόχευση, που αφορά την οργάνωση του τοπίου των κοινωνικών συγκρούσεων και των κοινωνικών συμμαχιών από τις ηγεμονικές τάξεις.
Προφανώς, ούτε η στήριξη στην παραδοχή μίας μυθικής «κατοχής» από ξένες δυνάμεις, αλλά ούτε η στήριξη στην παραδοχή ότι για να έχει αυξημένα δικαιώματα και ισχύ ο κόσμος της εργασίας προϋποτίθεται η «αύξηση της πίτας», μπορούν να αποτελέσουν βάση οργάνωσης των αντιστάσεων.
Πρόκειται για δύο προτάσεις οι οποίες υπονομεύουν εξ αρχής τους αγώνες του κόσμου της εργασίας στη σημερινή συγκυρία.
* Ο Σπύρος Λαπατσιώρας διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Πηγή: Αυγή