Του Γιάννη Ζουμπουλάκη
Το «Λιμάνι της Χάβρης», μια σπουδαία ευρωπαϊκή ταινία που με λεπτό χιούμορ σχολιάζει το πολύκροτο θέμα της λαθρομετανάστευσης, νικά κατά κράτος τον θορυβώδη, άδειο και...
καρτουνίστικο «Sherlock Holms 2» του Γκάι Ρίτσι, σύμφωνα με τον οποίο ο ήρωας ντετέκτιβ του συγγραφέα Αρθουρ Κόναν Ντόιλ, ήταν ο Τζέιμς Μποντ, ο Τζέισον Μπορν και ο Τζάκι Τσαν της εποχής του...
Οταν πριν από μερικά χρόνια είδα τον ντετέκτιβ Σέρλοκ Χολμς να μεταλλάσσεται σε… action hero στα παιχνιδιάρικα χέρια του Γκάι Ρίτσι, δεν τρελάθηκα βέβαια, αλλά παραδέχομαι ότι χαμογέλασα. Μέχρι το σημείο που ένιωσα τη βαβούρα να τσακίζει τα νεύρα μου - λες και έβλεπα το «Matrix» με τα κοστούμια του «Ολιβερ Τουίστ».
Η παγκόσμια επιτυχία του μεταλλαγμένου α λα Ρίτσι «Sherlock Holmes» δεν μπορούσε παρά να σημάνει μια συνέχεια, για να γεμίσει κι άλλο ο κουμπαράς. Να μην παρεξηγηθώ φυσικά. Αντιρρήσεις δεν έχω στις μικροπαραλλαγές. Αλλο, όμως, πράγμα να εξελίσσεις κάτι και άλλο να το εξευτελίζεις. Για να μην μακρηγορούμε λοιπόν, ο καινούργιος «Σέρλοκ Χολμς» (και πάλι με το πρόσωπο του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ) είναι ένας κινούμενος καρνάβαλος, που σίγουρα θα κάνει τα κόκαλα του συγγραφέα Αρθουρ Κόναν Ντόιλ να τρίζουν στον τάφο του - όσο χιούμορ κι αν τον χαρακτήριζε.
Με απίστευτη βουλιμία ο Ρίτσι αποφάσισε να καταστρέψει τελείως τον Χολμς του Ντόιλ κάνοντας ό,τι του κατέβει στο μυαλό. Δίνει π.χ. τρομερή έμφαση στις διαρκείς μεταμφιέσεις του φτιάχνοντας τη μια καρικατούρα μετά την άλλη. Τη μια ο Χολμς είναι Κινέζος, την άλλη τροτέζα. Σε γενικές γραμμές με τη συμπεριφορά του ο Χολμς του Ρίτσι σου δίνει την εντύπωση, ότι πρόκειται για δραπέτη φρενοκομείου. Και ενώ ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ φαίνεται να παίζει με το μυαλό του στραμμένο όχι τόσο στον Σέρλοκ Χολμς αλλά στον Iron Man, ο μόνος που (ηθελημένα ή όχι) βρίσκεται κάπως μέσα στο πνεύμα των βιβλίων του συγγραφέα είναι ο Τζουντ Λο, ο οποίος ταιριάζει γάντι με τον δρα Τζον Γουότσον (και όπως είχα επισημάνει από την πρώτη κιόλας ταινία, θα ταίριαζε και στον ρόλο του Χολμς). Και η μόνη πραγματική νότα χιούμορ είναι ο Στίβεν Φράι στον ρόλο του κυνικού αδελφού του Σέρλοκ, τον οποίο και αποκαλεί… Σέρλι.
Εκτός άλλων λοιπόν, ο Σέρλοκ Χολμς μετατρέπεται σε σούπερ εξπέρ των πολεμικών τεχνών, ένα κράμα από Τζέισον Μπορν, Τζέιμς Μποντ, Τζάκι Τσαν και μια ιδέα από eighties Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ, ενώ η δεδομένη ευφυΐα του στο να ανακαλύπτει πράγματα που το κοινό μάτι αδυνατεί να δει, αντιστοιχεί με τεράστιες ικανότητες στη μαντική τις οποίες θα ζήλευε ακόμα και ο Ζαρντόζ, το διάσημο μέντιουμ. Ασε που κάποια στιγμή βλέπουμε τον Χολμς καβάλα στ' άλογο. Λίγο ακόμα και η ταινία θα θύμιζε και γουέστερν!
Με εκείνο και με το άλλο, ξεχνάς ακόμη και την πλοκή, στο μέσον της οποίας βρίσκεται μια Τσιγγάνα που για κάποιον λόγο θέλουν να δολοφονήσουν. Ποιος νοιάστηκε; Εγώ όχι. Και έχω την αίσθηση ότι το ίδιο συνέβη με τους δημιουργούς της ταινίας.
Βαθμολογία: 2
Ο θρίαμβος της αληλεγγύης των φτωχών!
«Είναι εδώ Λονδίνο;» ρωτά ο μικρός μαύρος λαθρομετανάστης (Μπλοντίν Μιγκέλ) τον πρώην συγγραφέα, νυν λούστρο με το (διόλου τυχαία) όνομα Μαρσέλ Μαρξ (Αντρέ Βιλμς): «Απέναντι» του απαντά εκείνος δείχνοντας με το δάχτυλό του τη θάλασσα. Αμέσως αντιλαμβάνεσαι το πνεύμα της σπουδαίας αυτής ταινίας του φινλανδού auteur Ακι Καουρισμάκι με τίτλο «Το λιμάνι της Χάβρης» («Le Havre», Γαλλία/ Φινλανδία/ Γερμανία 2011).
Ενα φιλμ που κοιτάζει με συμπόνοια όλους αυτούς τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, που μετακινούνται από το ένα σημείο της Γης στο άλλο χωρίς στον ήλιο μοίρα, χωρίς σήμερα, χωρίς αύριο, χωρίς τίποτα. Αλλά την ίδια ώρα, ένα φιλμ που κινείται μέσα στο πλαίσιο ενός υπόγειου, φίνου, αφοπλιστικού χιούμορ.
Ο λούστρος θα γίνει ο φύλακας-άγγελος του μικρού λαθρομετανάστη και ο Καουρισμάκι θα κτίσει την ιστορία του λιτά και απέριττα, δίνοντας έμφαση στις λεπτομέρειες και στον χώρο δραματουργίας. Βρήκα μεγαλειώδη την μινιμαλιστική ομορφιά αυτής της ταινίας.
Βρήκα μεγαλείο στα επιλεγμένα με προσοχή σημεία γυρισμάτων της Χάβρης, μια πόλη που δεν ήξερα αλλά αγάπησα.
Βρήκα μεγαλείο στα καταπληκτικά πρόσωπα των φτωχών αλλά υπερήφανων κατοίκων που συμπαρίστανται μεταξύ τους (ανάμεσά τους και ο θρυλικός Πιέρ Ετέξ που παίζει έναν γιατρό).
Βρήκα μεγαλείο στις έξυπνες ατάκες όπως «η Μεσόγειος έχει περισσότερα πιστοποιητικά γεννήσεως απ' ό,τι ψάρια».
Και φυσικά βρήκα μεγαλείο στην ανακουφιστική αισιοδοξία που αναδύεται μέσα από τη βαθιά μελαγχολία της ιστορίας.
Μόνο σε ταινίες του Καουρισμάκι μπορείς να δεις ένα μαύρο παλιό τηλέφωνο (αυτό με τις τρύπες) να εντάσσεται τόσο φυσικά στη σύγχρονη εποχή. Και μόνο σε μια ταινία του Καουρισμάκι ένας αστυνομικός έχει την εικόνα διανοούμενου της δεκαετίας του 1950, φορά κασκέτο, χρησιμοποιεί ταμπακέρα και παραγγέλνει κρασί συγκεκριμένης χρονιάς (υπέροχος όπως πάντα ο Ζαν-Πιερ Νταρουσέν). Ναι, εδώ, ο φτωχός βοηθά τον φτωχό και εδώ θα βρεθεί ακόμα και ένας καλόψυχος αστυνομικός, έτοιμος να κάνει τα στραβά μάτια, γιατί πρέπει κάποια στιγμή να είμαστε δίκαιοι. Γιατί στο σύμπαν του Καουρισμάκι οι σύμμαχοι του λούστρου στην ανθρωπιστική «αποστολή» του είναι περισσότεροι από τους εχθρούς του!
Να λοιπόν ένα σπουδαίο έργο ουμανισμού και αλληλεγγύης που χωρίς φωνές και χωρίς κραυγές δεν γίνεται ποτέ βαρύτερο απ' όσο χρειάζεται, επειδή όπως είπαμε η δικλίδα ασφαλείας του Ακι Καουρισμάκι είναι το χιούμορ. Αναμφισβήτητα η πρώτη σπουδαία ταινία της νέας χρονιάς. Μην τη χάσετε γιατί εσείς θα χάσετε!
Βαθμολογία: 4
Εμείς οι βλάχοι όπως λάχει!
Ακολουθώντας το μοτίβο της σούπερ επιτυχίας του «I love Karditsa», ο σκηνοθέτης Στράτος Μαρκίδης κατέβηκε δυο βήματα παρακάτω προς Θεσσαλία μεριά και γύρισε το «Λάρισα εμπιστευτικό» (κατά το «Λος Αντζελες εμπιστευτικό»- στο Θεό μας δηλαδή!). Εδώ λοιπόν, οι κάτοικοι της Πεζούλας τσακώνονται με τους κατοίκους της Βρυσούλας και αφορμή είναι ένα εργοστάσιο βιολογικού καθαρισμού, που τελικά είναι μια βιτρίνα πίσω από την οποία κρύβονται πολιτικά συμφέροντα. Ολα αυτά φυσικά αποδίδονται με απίστευτες δόσεις αφέλειας (κάθε άλλο παρά χαριτωμένης όμως) σε αυτή την κακόγουστη κωμωδία λογικής ελληνικού τηλεοπτικού σίριαλ δεκαετίας του 1990 (και σίγουρα ο Μαρκίδης ξέρει καλά από σίριαλ).
Το πιο ενοχλητικό στοιχείο αυτής της ταινίας όμως είναι, ότι όλοι οι ηθοποιοί φωνάζουν χωρίς λόγο, νομίζοντας προφανώς ότι έτσι θα πείσουν καλύτερα ως βλάχοι. Από τους αρκετούς που εμφανίζονται (ανάμεσά τους οι Δημήτρης Τζουμάκης, Γιάννης Ζουγανέλης, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Ελένη Γερασιμίδου, Τάσος Παλαντζίδης, Μιχάλης Ιατρόπουλος, Φαίη Σκορδά, Κατερίνα Παπουτσάκη, Μιχάλης Μαρίνος) το μόνο ανεκτό πρόσωπο είναι η Μπέσυ Μάλφα στον ρόλο μιας τσαχπινοπονηρής ξανθιάς.
Βαθμολογία: 1
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ
«Απληστία» («Greed»)
Κλασικό κοινωνικό δράμα αμερικανικής παραγωγής 1925 σε σκηνοθεσία Εριχ Φον Στροχάιμ με φόντο το Σαν Φραντσίσκο των αρχών του 20ου αιώνα. Ενα κερδοφόρο λαχείο ύψους 5.000 δολαρίων καταστρέφει την ζωή ενός αγαθού οδοντίατρου (Γκίμπσον Γκάουλαντ), της συζύγου του και του εξαδέλφου της ο οποίος είναι ερωτευμένος μαζί της (Ζάσου Πιτς, Τζην Χέρσχολτ). Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Φρανκ Νόρρις (1870-1902) , "Mc Teague A story of San Francisco" (1899), η κλασική αυτή ταινία του Εριχ Φον Στρονχάιμ εξωθεί τον ρεαλισμό στην ακρότητά του, με σκηνές που ακόμα και σήμερα σοκάρουν τον θεατή.
Βαθμολογία: 4
ΠΗΓΗ: tovima.gr