Tου Timothy Garton Ash
Η Ευρώπη δεν πρόκειται να σωθεί ούτε σε αυτή τη σύνοδο κορυφής στις Βρυξέλλες. Στην καλύτερη περίπτωση θα επιβιώσει ενός ακόμα τραυματισμού της. Μετά τις τρέχουσες «10 μέρες να σωθεί το ευρώ», θα ακολουθήσουν 10...
εβδομάδες, 10 μήνες, 10 χρόνια. Η «τρομακτική και πληκτική» κρίση της Ευρώπης, όπως την αποκάλεσε ένας παρατηρητής στις Βρυξέλλες θα συνεχιστεί κι άλλο, κι άλλο...
Η 'Ανγκελα Μέρκελ (Angela Merkel) συγκρίνει την επιχείρηση διάσωσης της ευρωζώνης με έναν μαραθώνιο· στην πραγματικότητα μοιάζει με αγώνα ανωμάλου δρόμου, με πελώριους νερόλακκους κάθε τόσο.
Πρώτον, υπάρχει το ερώτημα του κατά πόσο μπορεί ακόμα η ευρωζώνη να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της στις αγορές. Το πόσο δύσκολο είναι αυτό φαίνεται από το ότι την ίδια μέρα που η Μέρκελ και ο Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) ανακοίνωσαν (για μια ακόμα φορά) πως είναι αποφασισμένοι να διασώσουν πάση θυσία την ευρωζώνη, η «Στάνταρντ εντ Πουρς» έθεσε υπό «αρνητική επιτήρηση» ακόμα και την αξιολόγηση ΑΑΑ της δανειοληπτικής αξιοπιστίας της Γερμανίας.
Ένας αναλυτής της αγοράς ομολόγων μου εξηγούσε, πώς από τη στιγμή που υπονομεύθηκε η θεμελιακή εμπιστοσύνη των επενδυτών, οι παλιοί υπολογισμοί είναι άχρηστοι. Tο θέμα δεν είναι πια η τιμή: η επιχείρηση Χ της χώρας Ψ μπορεί να προσφέρει αποδόσεις της τάξης του 6%, του 7%, του 8% - οι επενδυτές απλά δε θέλουν καμία σχέση με τη χώρα αυτή. Στις αρχές του επομένου έτους, ορισμένα κράτη-μέλη της ευρωζώνης σαν την Ιταλία θα χρειαστεί να δανειστούν πελώρια ποσά και οι αγορές (αυτός ο συνδυασμός ατομικής απληστίας και πανικού) ίσως να τους τα αρνηθούν. Τότε θα έχουμε άλλες «δέκα μέρες να σωθεί το ευρώ».
Μετά υπάρχει το ζήτημα ποιο ακριβώς είναι το μείγμα οικονομικής ενοποίησης, ενεργότερης «ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας» (ΕΚΤ), παρεμβάσεων των γερμανικών εγγυήσεων για το χρέος τουλάχιστον ορισμένων κρατών-μελών της ευρωζώνης (πείτε τα ευρωομόλογα, ομόλογα σταθεροποίησης, αμοιβαιοποίηση του χρέους, όπως θέλετε) που θα ικανοποιούσε τις αγορές - κι αν τα αργοκίνητα γρανάζια της ευρωπαϊκής πολιτικής μπορεί να το πετύχουν επαρκώς γρήγορα.
Οι αγορές ομολόγων είναι σαν τους κροκοδείλους: χρειάζονται ελέφαντες για να ξαναγυρίσουν στο ποτάμι τους. Όπου ελέφαντας στη συγκεκριμένη περίπτωση μια ισχυρή και αποφασισμένη αρχή που θα έκανε αυτό που οι αγορές δεν μπορούν να το κάνουν, όσο κι αν το ονειρεύονται: θα τύπωνε λεφτά.
Φυσικά, θα πρέπει να πρόκειται για λεφτά που θα εξακολουθούσαν να θεωρούνται ισχυρό νόμισμα και που δε θα απειλούσαν την «σταθερότητα των τιμών» που είναι το «δακτυλίδι του Νίμπελουνγκ» της σύγχρονης Γερμανίας. Το δακτυλίδι φυλάσσεται σήμερα από δύο βαγκνερικούς γίγαντες, την Μπούντεσμπανκ (στο ρόλο του Φάσολτ) και το Μπουντεσβερφασούνγκσγκεριχτ (το συνταγματικό δικαστήριο, στο ρόλο του Φάφνερ), στους οποίους έκανε ειδική αναφορά η Μέρκελ στην ομιλία της στην Μπούντεσταγκ την περασμένη εβδομάδα. Αλλά η αλήθεια είναι πως στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει πολύ περισσότερα κρατικά ομόλογα από ότι σήμερα και να τυπώσει πολύ περισσότερα λεφτά χωρίς να προκαλέσει πληθωριστικές παρεκβάσεις. Όπως σημειώνει ο «εκόνομιστ», στη σταθεροποίηση των τιμών συμπεριλαμβάνεται και η αποτροπή του αποπληθωρισμού.
Αυτό που θα οδηγήσει πάλι τους ανθρώπους να κουβαλάνε τα ευρώ τους με καροτσάκια, όπως το έκαναν με τα μάρκα τους κατά τη διάρκεια του υπερπληθωρισμού της Γερμανίας της Βαϊμάρης, δεν είναι προς το παρόν ο πληθωρισμός, αλλά η κατάρρευση της ευρωζώνης.
Σε μια από τις πολλές διάσημες ρήσεις του, ο Τζέιμς Κάρβιλ (James Carville), ο σκυλομούρης σύμβουλος του προέδρου Μπιλ Κλίντον (Bill Clinton), είπε πως αν ήταν να ξαναγυρίσει στη ζωή, θα ήθελε να το κάνει ως αγορά ομολόγων. Όσο για τις αγορές ομολόγων, αυτές θα ήθελαν να ξαναγυρίσουν ως Τζέιμς Κάρβιλ. Τίποτα δε λαχταρούν περισσότερο από το να ήταν βασικός σύμβουλος σε έναν πρόεδρο μιας χώρας απολύτως ασφαλούς και πλήρως κυρίαρχης όπως πιστευόταν ως πρόσφατα πως ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Γιατί μόνο μια παρόμοια κυριαρχία θα εγγυούνταν (αλλά θα το εγγυούνταν απολύτως, με τον τρόπο που το ονειρεύονται οι κάτοχοι χρεογράφων) το ακίνδυνο των αποδόσεων των επενδύσεων. Η ευρωζώνη δε διαθέτει τίποτα ανάλογο. Και η δημιουργία του αποτελεί κυρίως πολιτική πρόκληση, όχι οικονομική.
Έτσι λοιπόν, ο επόμενος νερόλακκος, που ακολουθεί λιγάκι μετά τον προηγούμενο, είναι αν τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης μπορούν να συμφωνήσουν στα πολιτικά βήματα που χρειάζεται να κάνουν προς την οικονομική τους ενοποίηση.
Αν πρόκειται να επιβληθεί σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία σε κράτη σαν την Ιταλία ή την Ισπανία, ποιοι είναι οι θεσμοί που θα διασφαλίζουν και θα νομιμοποιούν μια τόσο έκδηλη επέμβαση σε αυτόν καθ' αυτό τον πυρήνα των αρμοδιοτήτων μιας σειράς κυρίαρχων κρατών-εθνών και στην καθημερινότητα των πολιτών τους; Θα χρειαστεί να αποκτήσουν οι υφιστάμενοι ευρωπαϊκοί θεσμοί, σαν την «ευρωπαϊκή επιτροπή», πρόσθετη νομιμοποίηση διαμέσου της άμεσης εκλογής ή είναι καλύτερα να αποτελούνται από εκπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων σαν ένα είδος γερουσίας;
Αρχικά η Γαλλία και η Γερμανία είχαν διαμετρικά αντίθετες απόψεις όσον αφορά αυτά τα ζητήματα. Οι θέσεις τους προσέγγισαν την περασμένη εβδομάδα, αλλά κατά πόσο θα τα καταφέρει η επιτευχθείσα συνταγή να καθησυχάσει έστω τους ανήσυχους ντόπιους λαούς και πολιτικούς τους (η Γαλλία οδεύει προς εκλογές για την άνοιξη του 2012, και οι γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές είναι προγραμματισμένες για το 2013);
Και τι γίνεται με τους Ιρλανδούς, τους Ιταλούς, τους Ισπανούς και τους Έλληνες; Πίσω από τεχνικές ορολογίες σαν το «τροποποίηση των συνθηκών» (είτε για τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ, είτε για τα 17 τρέχοντα κράτη-μέλη της ευρωζώνης), κρύβονται τόσο θεμελιακά πολιτικά ζητήματα όσο το «καμία φορολόγηση χωρίς εκπροσώπηση».
Το μόνο σίγουρο είναι πως αν προκύψει αυτή η πιο ενωμένη ευρωζώνη, δε θα περιλαμβάνει το σύνολο των σημερινών της μελών. Ο Σαρκοζί -και άλλοι- μιλάνε πια ανοικτά για μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων.
Αλλά δε θα πρόκειται για μια Ευρώπη δύο μόνο, αλλά πολλαπλών ταχυτήτων, κι ίσως πολλαπλών κατευθύνσεων. Στην ομιλία του της περασμένης εβδομάδας, ο Σαρκοζί τόνισε: «αν η Γερμανία κι η Γαλλία είναι ενωμένες, ολόκληρη η Ευρώπη είναι ενωμένη και δυνατή. Αν η Γερμανία κι η Γαλλία είναι διχασμένες, ολόκληρη η Ευρώπη είναι διχασμένη και αδύναμη». Το δεύτερο μέρος του συλλογισμού του είναι αληθές, αλλά το πρώτο προφανώς λάθος.
Αυτό που το «Σπίγκελ» προκλητικά αποκαλεί «Γαλλογερμανικό ντικτάτ» δεν εξασφαλίζει αφ' εαυτόν μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ενότητα. Και εκφράσεις του τύπου «διαφοροποιημένη γεωμετρία» δεν είναι παρά όμορφα λόγια. Αν το σύνολο των 27 κρατών-μελών της ΕΕ δεν μπορέσουν να δουν πώς θα ξεμπερδέψουν οι όποιες «ηνωμένες πολιτείες της ευρωζώνης» με τον κυκεώνα των υφιστάμενων δομών της ΕΕ, η ενίσχυση ορισμένων μερών θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξασθένηση του συνόλου.
Πράγμα που μας ξαναγυρίζει στην οικονομία.
Μακροπρόθεσμα, η ευρωζώνη θα μπορέσει να ενισχυθεί μόνο αν οι οικονομίες των κρατών-μελών της επιστρέψουν στην οικονομική μεγέθυνση.
Αλλά τι συμβαίνει, αν οι αντι-κεϊνσιανές πολιτικές που απαιτεί η Γερμανία, σημαίνει πως μεγάλα τμήματα της ευρωζώνης δεν κατορθώσουν να επιστρέψουν στην ανάπτυξη;
Τι κάνουμε αν τα πιο αδύναμα κράτη-μέλη του νότου οδηγηθούν σε πολυετή επώδυνη ύφεση, την ίδια στιγμή που οι βόρειοι -η Γερμανία, η Αυστρία, η Φιλανδία- επιστρέφουν στην κερδοφορία;
Τι κάνουμε αν η εκτός ευρωζώνης περιφέρεια της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας, αρχίσει να αναπτύσσεται ταχύτερα από την ευρωζώνη;
Οι οικονομικές ασυμμετρίες θα επιβαρύνουν τις πολιτικές εντάσεις.
Πίσω δε από όλα τούτα, πλανάται το ζήτημα της μειούμενης σημασίας και της εξασθένισης της θέσης της Ευρώπης στον κόσμο.
Εδώ και δέκα χρόνια, μπορούσε κανείς να διαβάζει ακόμα ροζ εκτιμήσεις για το πώς ο 21ος αιώνας θα ήταν... «ο αιώνας της Ευρώπης».
Οι Κινέζοι θεωρούσαν την ΕΕ σαν σημαντικό παράγοντα ενός πολυπολικού κόσμου. Τις προάλλες συνομιλούσα με ένα σημαντικό παράγοντα της κεντρικής σχολής στελεχών του κομμουνιστικού κόμματος Κίνας. «Πώς αντιμετωπίζετε σήμερα την ΕΕ;» τον ρώτησα. «Ασχολούμαστε με τις διμερείς μας σχέσεις με τις σημαντικότερες χώρες», μου απάντησε. Η ΕΕ σαν τέτοια «είναι κάτι μεταξύ Ιταλίας και Ισπανίας». Για να το θέσουμε αλλιώς: η σημερινή κατάσταση της ΕΕ είναι σαν μια ανοικτή πρόκληση για το «διαίρει και βασίλευε».
Αρχής γενομένης από την επόμενη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, σε κάθε παρόμοια σύναξη θα παρίσταται συμβολικά κι εκπρόσωπος της Κίνας.
Αυτός (ή αυτή) δε θα είναι αναγκαστικά Κινέζος: ο ρόλος θα μπορούσε να ανατίθεται σε κάποιον Ευρωπαίο, ειδήμονα στα κινεζικά ζητήματα.
Καλά θα έκαναν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, να ζητήσουν από τον παράγοντα αυτό να τους εξηγήσει, πώς αξιολογούν οι Κινέζοι την κατάσταση της Ευρώπης και μάλιστα με την ωμότητα και την ευθύτητα στην οποία εξειδικεύονται οι Κινέζοι.
Αν δεν τους συνταράξει ούτε αυτό, δεν ξέρω τι μπορεί να το κάνει.
*O Timothy Garton Ash είναι καθηγητής ευρωπαϊκής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και αρθρογραφεί τακτικά στoν «Guardian»
Πηγή: ppol.gr
ΠΗΓΗ: tvxs.gr