Σε... επίθεση συνεργασίας προς το ΚΚΕ προχώρησε ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας. Με αφορμή το «κίνημα της πλατείας», ο κ. Τσίπρας από τη μία εξαπέλυσε πυρά κατά της ηγεσίας του Περισσού, κατηγορώντας την ότι λειτουργεί «ως ιερατείο», «ως μια φωτισμένη πρωτοπορία...
που ξέρει την αλήθεια ενώ ο κόσμος δεν την ξέρει» και από την άλλη την κάλεσε να αλλάξει τη «σεχταριστική τακτική» και να υπάρξει συμφωνία κοινών σημείων με όλες τις αριστερές δυνάμεις μαζί με τον κόσμο που αποδεσμεύεται από το ΠαΣοΚ, για τη δημιουργία ενός νέου συνασπισμού εξουσίας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο κ. Τσίπρας έκανε μια εκτενή ανάλυση για τα μηνύματα του κινήματος των Αγανακτισμένων, ξεκινώντας από την εκτίμηση ότι με τις διαδηλώσεις «εκτός από την κυβέρνηση αμφισβητούνται ευθέως και δύο τακτικές δυνάμεων του κινήματος. Αυτή της φετιχοποίησης της βίας και αυτή του σεχταρισμού».
Ετσι σε συνέντευξή του στο ραδιόφωνο της ΕΤ3, ο κ. Τσίπρας χαρακτήρισε αντικυβερνητικές τις διαδηλώσεις που, αφ' ενός, ζητούν να φύγει η κυβέρνηση και το μνημόνιο και, αφ' ετέρου έχουν αίτημα τη δημοκρατία μιλώντας για «κυβέρνηση με σύμβαση έργου» που επιχειρεί να ψηφίσει το μεσοπρόθεσμο και «τελειώνει, δεν έχει κανένα μέλλον».
Παράλληλα, όμως, σημείωσε ότι αμφισβητείται καίρια η τακτική «του λεγόμενου χώρου που έχει φετιχοποιήσει τη βία, του λεγόμενου αναρχικού χώρου, γιατί οι πραγματικοί αντεξουσιαστές συμμετέχουν σε αυτό το κίνημα μέσα από τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες και τις συνελεύσεις στις πλατείες». Οπως είπε, «μια ολόκληρη γενιά, νέα γενιά που γαλουχήθηκε με την αντίληψη ότι αποτελεσματική αντίδραση μπορεί να γίνει μονάχα μέσα από τη βία και γαλουχήθηκε ιδίως μέσα από τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008, ακυρώνεται μέσα από αυτές τις διαδικασίες, πράγμα το οποίο θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό».
Τόνισε ότι αυτές οι διεργασίες αναδεικνύουν ότι μπορεί να είναι «πιο αποτελεσματική και πιο επικίνδυνη για το σύστημα μια αντίδραση που έχει ως κύριο πρόταγμα την ειρηνική δράση, τη μη βία». Η δεύτερη τακτική, η οποία, κατά την άποψή του, ακυρώνεται από το «κίνημα της πλατείας» είναι «αυτή του σεχταρισμού», που – όπως σημειώνει – ακολουθεί το ΚΚΕ, το οποίο «ήταν αμήχανο» απέναντι στους Αγανακτισμένους «γιατί, ό,τι δεν ελέγχει και ό,τι δεν καταλαβαίνει το αφορίζει».
Μάλιστα, σε αντιπαραβολή αναφέρθηκε στο ΣΥΝ και τον ΣΥΡΙΖΑ που «από την πρώτη στιγμή, παρά το γεγονός ότι γνωρίζαμε ότι είναι ένα πολυσυλλεκτικό, πολύμορφο πράγμα στο οποίο δεν είναι εύκολο να υπάρξουν συγκεκριμένες γραμμές, από την πρώτη στιγμή βρεθήκαμε μέσα σε αυτή την προσπάθεια, τα μέλη μας ο κόσμος μας βρέθηκε μέσα… Εγώ βρέθηκα και χθες στο Σύνταγμα. Οχι ως πολιτικός αρχηγός, φορώντας κοστούμι και γραβάτα, αλλά με τη γυναίκα μου και το παιδί μου….».
Παρατήρησε ότι στις συγκεντρώσεις του το ΚΚΕ υψώνει «τείχη γύρω από τον εαυτό του», ότι εδώ και ενάμισι χρόνο «δεν έχει καταφέρει να οργανώσει τίποτα», ενώ «βλέπουμε ότι ο ίδιος ο λαός μπορεί και αυτοοργανώνεται και ξεπερνά τις ηγεσίες των κομμάτων που μένουν προσκολλημένες στη λογική του χθες».
Μάλιστα, εξέφρασε την άποψη ότι θα απομονωθεί από τις εξελίξεις το ΚΚΕ «αν δεν αλλάξει η κυρία Παπαρήγα και η ηγεσία του ΚΚΕ αντίληψη για το πώς θα μπορέσει να υπάρξει μια μεγάλη ανατροπή – κι αυτή η μεγάλη ανατροπή δεν γίνεται αφήνοντας τον λαό, το λαϊκό κίνημα, τους απλούς πολίτες έξω, λειτουργώντας ως ιερατείο, ως μια φωτισμένη πρωτοπορία που ξέρει την αλήθεια ενώ ο κόσμος δεν την ξέρει (...)».
Κάλεσε λοιπόν το ΚΚΕ να ανοίξει δικλείδες και δυνατότητες συνεργασίας και με άλλες όμορες δυνάμεις, σημειώνοντας ότι αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι αν θα απομονωθεί το ΚΚΕ αλλά «αν θα γίνει αποτελεσματική η προοπτική ανατροπής του συστήματος κι αν θα μπορέσει αυτό το κίνημα να καταλήξει κάπου και από εκεί ενδεχομένως να προκύψει ένας νέος συνασπισμός εξουσίας».
Και ο κ. Τσίπρας συμπλήρωσε: «Είναι ώρα και η ηγεσία του ΚΚΕ να αναλάβει τις μεγάλες ιστορικές της ευθύνες. Να αφήσει τον σεχταρισμό, να κάτσουμε όλες οι αριστερές δυνάμεις σε ένα τραπέζι, να κουβεντιάσουμε, να βρούμε σε ποια κοινά μπορούμε να συμφωνήσουμε, να δούμε και τον κόσμο που φεύγει μαζικά από το ΠΑΣΟΚ, να αφουγκραστούμε και τον κόσμο που βγαίνει στον δρόμο και δεν με ενδιαφέρει τι ψήφισε στις εκλογές, μπορεί να είναι και ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. και οτιδήποτε, ζητάει, όμως, μια μεγάλη αλλαγή. Να επιδιώξει λοιπόν, η αριστερά να γίνει φορέας αυτής της μεγάλης αλλαγής. Δηλαδή αυτή η κοινωνική πλειοψηφία να μετατραπεί και σε μια πολιτική πλειοψηφία που θα σφραγίσει τις εξελίξεις σε μια θετική κατεύθυνση για τις δυνάμεις της εργασίας».
το Βήμα on line