6 Αυγ 2019

«Ψυχρός Πόλεμος» για την Ανταρκτική: «Μάχη» για έλεγχο Βόρειου-Νότιου Πόλου.


Του Άρη Χατζηστεφάνου
Σε μια γωνιά της Ανταρκτικής, μια από τις μεγαλύτερες ακατοίκητες εκτάσεις του πλανήτη, ένας Βρετανός «τελωνειακός» μπορεί να σφραγίσει το διαβατήριό σου μέσα σε έναν μικρό σταθμό, όπου ζουν και εργάζονται επιστήμονες.
Θεωρητικά, η πράξη του είναι παράνομη, αφού...


σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ανταρκτικής του 1961, καμία χώρα δεν ασκεί κυριαρχία ή κυριαρχικά δικαιώματα στο νότιο πόλο και δεν μπορεί να διατηρεί εκεί στρατιώτες ή άλλους κρατικούς υπαλλήλους. 
Αυτή όμως η σφραγίδα του διαβατηρίου, που σήμερα αποτελεί ένα «διπλωματικό αστείο» των επιστημόνων που ζουν στην περιοχή, σε λίγα χρόνια θα μπορούσε να αποτελέσει αιτία πολέμου, ανάμεσα στους ισχυρότερους στρατούς του πλανήτη.

Στην καρδιά της αντιπαράθεσης, βρέθηκαν, τις τελευταίες ημέρες, οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες για πρώτη φορά έθεσαν ανοιχτά το θέμα στρατιωτικοποίησης της Ανταρκτικής. Ο πτέραρχος Τσαρλς Μπράουν, διοικητής της Αμερικανικής Αεροπορικής Δύναμης Ειρηνικού υποστήριξε, ότι οι ΗΠΑ «πρέπει να έχουν στην Ανταρκτική τις ίδιες δυνάμεις που έχουν και στην Αρκτική». Το μήνυμα ήταν, ότι, όπως οι ΗΠΑ στέλνουν στο βόρειο πόλο πυρηνικά υποβρύχια, πλοία του πολεμικού ναυτικού και σταθμεύουν μαχητικά αεροσκάφη τύπου F-22 Raptors, το ίδιο θέλουν να κάνουν και στο νότιο πόλο.

Μια άστοχη δήλωση ή η προανάκρουση μιας νέας παγκόσμιας αντιπαράθεσης;

Ο νέος Ψυχρός Πόλεμος που διαφαίνεται στην Ανταρκτική, αποτελεί εν πολλοίς συνέχεια της αντιπαλότητας των μεγάλων δυνάμεων, που κλιμακώνεται τα τελευταία χρόνια στην Αρκτική. Καθώς το λιώσιμο των πάγων, από την υπερθέρμανση του πλανήτη, ανοίγει νέους δρόμους για τη ναυσιπλοΐα και επιτρέπει την εξόρυξη πολύτιμων μετάλλων, σε περιοχές που μέχρι σήμερα θεωρούνταν απροσπέλαστες, η Ουάσιγκτον έχει αποφασίσει να προβάλει, ιδιαίτερα επιθετικά, την στρατιωτική της ισχύ στην περιοχή. Αμερικανοί αξιωματούχοι γνωρίζουν, ότι, σύντομα, οι πόλοι της Γης, μπορεί να αποτελούν σημαντικά περάσματα για το παγκόσμιο εμπόριο μειώνοντας τη γεωστρατηγική σημασία των περιοχών, τις οποίες επιχειρούσε να ελέγχει η Ουάσιγκτον, μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Ήδη, πλοία της κινεζικής Cosco μεταφέρουν εμπορεύματα από την Αρκτική αποφεύγοντας τη διώρυγα του Σουέζ, με αποτέλεσμα να μειώνουν τη διαδρομή τους κατά 2.800 ναυτικά μίλια.

Η εξέλιξη αυτή, θα ενίσχυε οικονομικά και γεωπολιτικά χώρες όπως η Ρωσία, η οποία διαθέτει περίπου 40 παγοθραυστικά, τα οποία μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες στον εμπορικό στόλο αρκετών χωρών. Αντίθετα, οι ΗΠΑ διαθέτουν μόλις δυο παγοθραυστικά σε λειτουργία και αναμένεται να ενισχύσουν τον στόλο τους με άλλα έξι, σε διάστημα αρκετών χρόνων. Όπως συμβαίνει όμως συνήθως, όταν οι ΗΠΑ υστερούν σε καινοτομία, φροντίζουν να καλύπτουν το κενό με τη βάρβαρη δύναμη των όπλων.

Ενώ, όμως, μέχρι σήμερα η αντιπαράθεση περιοριζόταν στην Αρκτική, δηλαδή στο βόρειο ημισφαίριο, οι δηλώσεις του Αμερικανού πτεράρχου αναμένεται να αυξήσουν τη θερμοκρασία και στο νότιο πόλο.

Στην Ανταρκτική, η κατάσταση είναι ακόμη πιο περίπλοκη, καθώς επτά διαφορετικές χώρες (Βρετανία, Γαλλία, Νορβηγία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Χιλή και Αργεντινή) διεκδικούν περιοχές, τις οποίες πιστεύουν, ότι θα μπορούσαν να εντάξουν στην κυριαρχία τους. Σημείο σταθμός σε αυτή τη διαδικασία θα είναι το έτος 2048, οπότε και θα ξεκινήσει η επαναδιαπραγμάτευση της Συνθήκης της Ανταρκτικής. Το διακύβευα είναι και πάλι τεράστιο, καθώς, σύμφωνα με το BBC, στην περιοχή ενδέχεται να βρίσκονται «200 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου, περισσότερα δηλαδή από τα αποθέματα του Ντουμπάι και του Άμπου Ντάμπι». Αν και σήμερα, αυτό το πετρέλαιο θεωρείται απαγορευτικά ακριβό για να αντληθεί, κανείς δεν ξέρει, τι θα συμβαίνει το 2048, όταν η εξέλιξη της τεχνολογίας και η εξάντληση κοιτασμάτων στη Μέση Ανατολή θα έχει ανατρέψει το κόστος εξώρυξης.

Από γεωστρατηγικής απόψεως, η Ανταρκτική επιτρέπει το πέρασμα από το ακρωτήριο Χορν (στη Γη του Πυρός) από το οποίο διέρχονται αρκετά πλοία που δεν μπορούν να περάσουν από τη διώρυγα του Παναμά (όπως τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα). Είναι ενδεικτικό, ότι ορισμένοι ιστορικοί, όπως οι Τζον Κίγκαν και Άντριου Γουίτσκροφτ έχουν υποστηρίξει, ότι ο πόλεμος των Φόκλαντ (Μαλβίνες), ανάμεσα στην Αργεντινή και τη Μεγάλη Βρετανία, το 1982 έγινε, μεταξύ άλλων, για τον έλεγχο του περάσματος ανάμεσα στην Ανταρκτική και τη Νότια Αμερική.

Ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα της Ανταρκτικής είναι, ότι, καθώς είναι ακατοίκητη, επηρεάζεται ελάχιστα από ραδιοσυχνότητες και, έτσι, μπορεί να μετατραπεί σε ένα πρώτης τάξεως κέντρο διεθνούς συλλογής πληροφοριών, αλλά και ελέγχου οπλικών συστημάτων σε μεγάλες αποστάσεις…

Για όλους αυτούς τους λόγους, αρκετές από τις επιστημονικές αποστολές που λειτουργούν στην Ανταρκτική, άρχισαν σταδιακά να αποκτούν αυτό, που, οι στρατιωτικοί και οι διπλωμάτες, αποκαλούν διπλή χρήση (dual use) – ένας εύσχημος τρόπος να εξηγήσεις, ότι μετατρέπονται σε μυστικές στρατιωτικές βάσεις.
Οι ΗΠΑ αισθάνονται, για άλλη μια φορά, ότι κινδυνεύουν να παραγκωνιστούν από δυνάμεις όπως η Κίνα, που βρίσκονται στην τεχνολογική και εμπορική πρωτοπορία και απαντούν με τον μοναδικό τρόπο που τους απομένει, για να αντιμετωπίσουν την παρακμή τους… Στέλνουν τους πεζοναύτες.