28 Νοε 2016

Τζόζεφ Στίγκλιτς: Η Γερμανία σαν φλεβοτόμος του Μεσαίωνα...

  
«ΕΥΡΩ: Πώς ένα κοινό νόμισμα απειλεί το μέλλον της Ευρώπης», είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου του νομπελίστα οικονομολόγου Τζόζεφ Στίγκλιτς που κυκλοφορεί τώρα και στην Ελλάδα από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος. 
Στο νέο του βιβλίο ο νομπελίστας οικονομολόγος αναφέρεται εκτενώς στην...


Ελλάδα (καλύπτοντας το διάστημα από την έναρξη της κρίσης έως σήμερα) και επικρίνει τη σκληρή λιτότητα των προγραμμάτων διάσωσης, που οδήγησαν τη χώρα σε συντριπτική ύφεση, ενώ υποστηρίζει ότι παρά κάποια τραντάγματα και αβεβαιότητες, η Ελλάδα θα μπορούσε να ανακάμψει εκτός ευρώ δημιουργώντας ένα σύστημα βασισμένο αποκλειστικά σε ηλεκτρονικό χρήμα.


Διαβάστε σήμερα ένα απόσπασμα για την γερμανική οικονομική πολιτική:

Η ανάγκη για ανάπτυξη

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν αναγνωρίσει, ότι τα προβλήματα της Ευρώπης δεν θα λυθούν χωρίς ανάπτυξη. Δεν έχουν όμως εξηγήσει, πώς μπορεί να επιτευχθεί ανάπτυξη με λιτότητα και με όλα τα άστοχα και συχνά αντιπαραγωγικά μέτρα διαρθρωτικής μεταρρύθμισης που προωθούν. Αντιθέτως επιχειρηματολογούν περί αποκατάστασης της εμπιστοσύνης, η οποία, όπως λένε, θα οδηγήσει και στην αποκατάσταση της ανάπτυξης.

Επειδή, ωστόσο, η λιτότητα έχει εκμηδενίσει την ανάπτυξη και έχει υποβαθμίσει το βιοτικό επίπεδο, έχει καταστρέψει και την εμπιστοσύνη, όσες ομιλίες και αν εκφωνηθούν σχετικά με τη σπουδαιότητα της εμπιστοσύνης και της ανάπτυξης. Η εμπιστοσύνη θα αποκατασταθεί, μόνο όταν γίνουν θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις στη διάρθρωση της ίδιας της ευρωζώνης και στα μέτρα πολιτικής που έχει επιβάλει, σε όσες χώρες μέλη της βρίσκονται σε κρίση.

Υποψιάζομαι, όμως, ότι αυτό θα συμβεί, μόνο όταν ενισχυθεί η αίσθηση πολιτικής συνοχής και κοινωνικής αλληλεγγύης σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα. Η Ευρώπη, και ιδίως η Γερμανία, που έχει παίξει κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση αυτών των μέτρων πολιτικής, τα αντιμετωπίζει εντελώς διαφορετικά. Σαν φλεβοτόμοι του Μεσαίωνα, η Γερμανία και οι συνεργοί της στην ευρωζώνη υποστηρίζουν, ότι πρέπει να διατηρηθεί η ίδια πορεία. Αυτό που χρειάζεται, λένε, είναι περισσότερη λιτότητα και περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Με αυτή την πορεία απλώς θα συνεχιστεί η σημερινή ταλαιπωρία. Ίσως τα πράγματα να βελτιωθούν κάπως. Αλλά με βάση οποιοδήποτε κριτήριο (εξαιρουμένης της σύγκρισης με τον πυθμένα της ύφεσης) η επίδοση της Ευρώπης είναι θλιβερή, και δεν πρόκειται να αλλάξει. Στις χώρες της κρίσης πολλοί έχουν επιβιώσει μόνο και μόνο τρώγοντας τις αποταμιεύσεις τους, κάποιοι πουλώντας τα ασημικά της οικογένειας, άλλοι πουλώντας το σπίτι τους. Όμως πρόκειται για στρατηγική απλής επιβίωσης, χωρίς ελπίδα.

Άστοχη Πολιτική

Υπάρχουν επιλογές πολιτικής, που θα μπορούσαν να έχουν γίνει ακόμα και στο πλαίσιο των αυστηρών αυτών κανόνων· οι επιλογές που έγιναν επιδείνωσαν τις υφέσεις, παρατείνοντας και βαθαίνοντάς τις, και προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερη δυστυχία. Οι κανόνες αυτοί δεν καθόριζαν την ταχύτητα, με την οποία έπρεπε να αποκατασταθεί η δημοσιονομική ισορροπία. Όπως η Ελλάδα έχει γίνει παράδειγμα προς αποφυγή για τα μέλη της ευρωζώνης σε ό,τι αφορά τη συμπεριφορά της, έτσι και το ελληνικό πρόγραμμα έχει γίνει παράδειγμα προς αποφυγή σε ό,τι αφορά τα λάθη της τρόικας.

Οι κανόνες της ευρωζώνης δεν υπαγόρευαν, ότι η Ελλάδα έπρεπε να διαταχτεί να περάσει από ένα τεράστιο δημοσιονομικό έλλειμμα σε ένα εξωφρενικά υψηλό πλεόνασμα 4,5% μέσα σε ελάχιστα χρόνια. Ούτε υπαγόρευαν τις σκληρές πολιτικές κατασχέσεων, που βύθισαν όλο και μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού στη φτώχεια.

Το ίδιο ισχύει για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ως εναλλακτική λύση στις επιφανειακές, παρελκυστικές και αντιπαραγωγικές μεταρρυθμίσεις που προωθούσε η τρόικα, υπήρχαν κάποιες ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να έχουν βάλει την Ελλάδα σε πορεία κοινής ευημερίας. Η χώρα δεν θα γινόταν ποτέ τόσο πλούσια όσο η Γερμανία, αλλά δεν θα αντιμετώπιζε και την απόλυτη φτώχεια και την οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει σήμερα. Δεν θα χρειαζόταν καν νομπελίστας για να καταστρώσει αυτό το εναλλακτικό πρόγραμμα, ούτε πληροφορίες που να μην ήταν ήδη διαθέσιμες στις αρχές τις ευρωζώνης την εποχή που σχεδίαζαν τα προγράμματά τους.

Διαβάζοντας τα διαδοχικά μνημόνια συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και τρόικας, μένει κανείς άφωνος: οι προβλέψεις τους ήταν σταθερά εσφαλμένες, αλλά διατυπώνονταν με απόλυτη βεβαιότητα. Στο πρώτο και το επόμενο μνημόνιο, αναφέρεται ότι «ο σχεδιασμός του προγράμματος το καθιστά ανθεκτικό σε μια σειρά δυσμενών εξελίξεων […] Το δημοσιονομικό πρόγραμμα βασίζεται σε συντηρητικές υποθέσεις […] Η δημοσιονομική προσαρμογή κατανέμεται δίκαια στα διάφορα στρώματα της κοινωνίας και προστατεύει τους πιο ευάλωτους […] Η στρατηγική ανάκαμψης λαμβάνει υπόψη την ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα, τόσο μεταξύ, όσο και εντός των γενεών […] Το ελληνικό πρόγραμμα στηρίζεται σε πολύ ισχυρά θεμέλια».

Επρόκειτο, άραγε, για παράλογη αισιοδοξία, μια πίστη ότι η κατάσταση πράγματι θα εξελισσόταν έτσι; Ή επρόκειτο για υποκρισία των γραφειοκρατών (που ήξεραν τι έπρεπε να πούνε και ελάχιστα ενδιαφέρονταν για την ανακολουθία μεταξύ της πραγματικότητας και των λόγων τους); 
Πείτε το γνωστική ασυμφωνία σε γενναίες δόσεις, ή ανεντιμότητα, αν προτιμάτε.