Η λίμνη Αράλη (Aral), ή, τουλάχιστον, ότι έχει απομείνει από αυτή, βρίσκεται στην κεντρική Ασία, μεταξύ του Καζακστάν και του Ουζμπεκιστάν.
Το όνομά της σημαίνει “η λίμνη των νησιών” και της δώθηκε εξαιτίας των περισσότερων από 1500 μικρών νησιών που κάποτε ήταν διάσπαρτα σε αυτή.
Μέχρι πριν από κάποια χρόνια συμπεριλαμβανόταν στις 4 μεγαλύτερες λίμνες του κόσμου, καθώς η έκτασή της ξεπερνούσε τα 68.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Κατά τη δεκαετία του 1960, η τότε Σοβιετική ένωση ξεκίνησε την κατασκευή αρδευτικών έργων στα εδάφη της και έγιναν εκτροπές των ποταμών, που κατέληγαν στην Αράλη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο όγκος του νερού της λίμνης να αρχίσει να μειώνεται σταδιακά, αφού σταμάτησε η τροφοδοσία της από τα νερά των ποταμών.
Μέχρι το 2007, το μέγεθός της δεν ξεπερνούσε το 10% του αρχικού. Η αλατότητά της είχε σημειώσει τεράστια αύξηση, κάνοντάς τη σχεδόν απαγορευτική για τη διαβίωση των πιο πολλών ψαριών στα νερά της. Τέλος, η μείωση της υδάτινης επιφάνειας είχε σημαντικότατες επιδράσεις στο κλίμα της περιοχής, κάνοντας τα καλοκαίρια πιο ζεστά και ξηρά και τους χειμώνες πιο κρύους.
Τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε εξέλιξη προσπάθειες για τη σωτηρία της λίμνης. Το Καζακστάν κατασκεύασε ένα φράγμα το 2005, με αποτέλεσμα η στάθμη των νερών να ανέβει κατά 12 μέτρα. Η αλατότητα της λίμνης άρχισε να ελαττώνεται και τα ψάρια να επιστρέφουν σε αυτή.
Τη θέση των υδάτων της Αράλης έχει πάρει πλέον η άμμος. Σε πολλά σημεία της ερήμου, που την έχει αντικαταστήσει, μπορεί κανείς να δει εγκαταλελειμμένα πολλά από τα πλοία και της βάρκες που παλιότερα χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι των γύρω περιοχών.
ΠΗΓΗ: perierga.gr