Ταχύτατη, όπως συνηθίζουν σε αυτές τις περιπτώσεις, ήταν η αντίδραση των δικαστικών αρχών για τη διαρροή της λίστας με τα ονόματα πολιτικών που ελέγχονται από το ΣΔΟΕ για «ύποπτο πλουτισμό». Κατόπιν εντολής του Αρείου Πάγου ο οικονομικός εισαγγελέας Γρηγόρης Πεπόνης...
διέταξε τη διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης με διπλή κατεύθυνση.
Στόχος είναι, να εντοπιστούν οι υπαίτιοι κρατικοί υπάλληλοι της διαρροής του επίμαχου καταλόγου, οι οποίοι κοινοποίησαν υπηρεσιακό έγγραφο που αφορά εν εξελίξει δικαστική έρευνα, αλλά και να αποδοθούν, εφόσον προκύπτουν, ευθύνες για τη δημοσιοποίηση των 36 ονομάτων κατά παράβαση του απορρήτου. Η έρευνα ανατέθηκε στην εισαγγελέα Πρωτοδικών Αικατερινή Αντωνίου.
Στην παραγγελία που έστειλε το πρωί της Παρασκευής η εισαγγελία του Αρείου Πάγου προς τον οικονομικό εισαγγελέα περιέχονταν, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, τα σχετικά «δημοσιεύματα του σημερινού Τύπου, από τα οποία προκύπτει, ότι συνεχίζονται διαρροές στοιχείων ανακριτικού υλικού, που αφορά ιδιαιτέρως ευαίσθητες υποθέσεις (υποθέσεις με φερόμενους ως ελεγχόμενους πολιτικούς αξιωματούχους, όπως βουλευτές, πρώην υπουργούς κλπ.), διερευνόμενες από το ΣΔΟΕ».
Ο εισαγγελέας του Άρειου Πάγου Ιωάννης Τέντες, που υπογράφει τη σχετική παραγγελία, διαπιστώνει, ότι «με τον τρόπο αυτό συνεχίζεται η προσβολή βασικών κανόνων που διέπουν την ποινική προδικασία (αρχή της μυστικότητας). Η παραβίαση της μυστικότητας της ανάκρισης αφενός παρακωλύει την αποτελεσματικότητα του ανακριτικού έργου της Δικαιοσύνης και για το λόγο αυτό θίγει σοβαρά το δημόσιο συμφέρον και αφετέρου οδηγεί σε ηθική μείωση των ελεγχομένων, η οποία είναι απαράδεκτη αλλά και επικίνδυνη για την πολιτική ομαλότητα, όταν πρόκειται για πρόσωπα με τις ανωτέρω ιδιότητες».
Με αυτό το σκεπτικό ζητείται από τον εισαγγελέα, που ανέλαβε την έρευνα με κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση, να διερευνήσει την πιθανή τέλεση αδικημάτων, όπως:
α) παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου (άρθρο 252 του ΠΚ) εκ μέρους των αρμοδίων υπαλλήλων που δημοσιοποίησαν τη «λίστα» με τα ονόματα των πολιτικών προσώπων, των οποίων διερευνάται η περιουσιακή κατάσταση.
β) ηθικής αυτουργίας στην πράξη αυτή εκ μέρους δημοσιογράφων ή άλλων προσώπων και
γ) των όρων της παρ. 3 του άρθρου 252 του ΠΚ εκ μέρους όσων δημοσίευσαν πρώτοι την παραπάνω «λίστα».
Στην εισαγγελική παραγγελία σημειώνεται μάλιστα, ότι το δεύτερο και τρίτο αδίκημα είναι δυνατόν να θεωρηθούν τετελεσμένα, «ακόμα και σε περίπτωση που ο αυτουργός του εγκλήματος αυτού υπάλληλος παραμένει άγνωστος».
διέταξε τη διενέργεια κατεπείγουσας προκαταρκτικής εξέτασης με διπλή κατεύθυνση.
Στόχος είναι, να εντοπιστούν οι υπαίτιοι κρατικοί υπάλληλοι της διαρροής του επίμαχου καταλόγου, οι οποίοι κοινοποίησαν υπηρεσιακό έγγραφο που αφορά εν εξελίξει δικαστική έρευνα, αλλά και να αποδοθούν, εφόσον προκύπτουν, ευθύνες για τη δημοσιοποίηση των 36 ονομάτων κατά παράβαση του απορρήτου. Η έρευνα ανατέθηκε στην εισαγγελέα Πρωτοδικών Αικατερινή Αντωνίου.
Στην παραγγελία που έστειλε το πρωί της Παρασκευής η εισαγγελία του Αρείου Πάγου προς τον οικονομικό εισαγγελέα περιέχονταν, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, τα σχετικά «δημοσιεύματα του σημερινού Τύπου, από τα οποία προκύπτει, ότι συνεχίζονται διαρροές στοιχείων ανακριτικού υλικού, που αφορά ιδιαιτέρως ευαίσθητες υποθέσεις (υποθέσεις με φερόμενους ως ελεγχόμενους πολιτικούς αξιωματούχους, όπως βουλευτές, πρώην υπουργούς κλπ.), διερευνόμενες από το ΣΔΟΕ».
Ο εισαγγελέας του Άρειου Πάγου Ιωάννης Τέντες, που υπογράφει τη σχετική παραγγελία, διαπιστώνει, ότι «με τον τρόπο αυτό συνεχίζεται η προσβολή βασικών κανόνων που διέπουν την ποινική προδικασία (αρχή της μυστικότητας). Η παραβίαση της μυστικότητας της ανάκρισης αφενός παρακωλύει την αποτελεσματικότητα του ανακριτικού έργου της Δικαιοσύνης και για το λόγο αυτό θίγει σοβαρά το δημόσιο συμφέρον και αφετέρου οδηγεί σε ηθική μείωση των ελεγχομένων, η οποία είναι απαράδεκτη αλλά και επικίνδυνη για την πολιτική ομαλότητα, όταν πρόκειται για πρόσωπα με τις ανωτέρω ιδιότητες».
Με αυτό το σκεπτικό ζητείται από τον εισαγγελέα, που ανέλαβε την έρευνα με κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση, να διερευνήσει την πιθανή τέλεση αδικημάτων, όπως:
α) παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου (άρθρο 252 του ΠΚ) εκ μέρους των αρμοδίων υπαλλήλων που δημοσιοποίησαν τη «λίστα» με τα ονόματα των πολιτικών προσώπων, των οποίων διερευνάται η περιουσιακή κατάσταση.
β) ηθικής αυτουργίας στην πράξη αυτή εκ μέρους δημοσιογράφων ή άλλων προσώπων και
γ) των όρων της παρ. 3 του άρθρου 252 του ΠΚ εκ μέρους όσων δημοσίευσαν πρώτοι την παραπάνω «λίστα».
Στην εισαγγελική παραγγελία σημειώνεται μάλιστα, ότι το δεύτερο και τρίτο αδίκημα είναι δυνατόν να θεωρηθούν τετελεσμένα, «ακόμα και σε περίπτωση που ο αυτουργός του εγκλήματος αυτού υπάλληλος παραμένει άγνωστος».