Στα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου, που τοποθετούν το επιπλέον κόστος διάσωσης της Ελλάδας στα 30 δισ. ευρώ, απαντά με δηλώσεις του στο Reuters ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας. Σύμφωνα με τον υπουργό, οι επιπλέον κεφαλαιακές ανάγκες της Ελλάδας...
στην περίπτωση που λάβει διετή επιμήκυνση για την επίτευξη των δημοσιονομικών της στόχων, θα διαμορφωθούν στα 13-15 δισ. ευρώ.
«Για να διαλυθεί η σύγχυση, που υπάρχει στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, υπάρχουν δύο διαφορετικά πράγματα: Το δημοσιονομικό κενό (έλλειμμα) το οποίο ανέρχεται στα 13,5 δισ. ευρώ», δήλωσε στο Reuters ο Γιάννης Στουρνάρας, διευκρινίζοντας ότι 11,5 δισ. προέρχονται από δαπάνες και 2 δισ. ευρώ από έσοδα στα πλαίσια της φορολογικής μεταρρύθμισης.
«Υπάρχει και το χρηματοδοτικό κενό, το οποίο εκτιμούμε ότι θα διαμορφωθεί στα 13-15 δις ευρώ, εάν λάβουμε τη διετή παράταση. Αυτό είναι πιθανό να καλυφθεί στο πλαίσιο του υπάρχοντος προγράμματος», πρόσθεσε ο υπουργός.
Σε άρθρο της η Süddeutsche Zeitung επικαλείται πηγές της ΕΕ και των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης, υποστηρίζοντας ότι η χώρα είναι δύσκολο να επανέλθει πλήρως στις αγορές το 2020 και θεωρεί αναγκαίο, η Αθήνα να λάβει επιπλέον δύο χρόνια για να σταθεί στα πόδια της, ενώ και οι δύο πλευρές φέρονται να αποτιμούν «σε περίπου 30 δισ. ευρώ το νέο κενό χρηματοδότησης».
Νωρίτερα, ο υφυπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο μετακύλισης του ελληνικού χρέους. Όπως ανέφερε σε έγγραφο του προς τη Βουλή ο κ. Σταϊκούρας, «με στόχο την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού και δεδομένου ότι κατά την περίοδο 2013-2016 οι λήξεις ελληνικών ομολόγων, που κατέχει το Ευρωσύστημα, ανέρχονται σε 28 δισ. ευρώ περίπου, θα εξεταστεί η δυνατότητα μετακύλισης των λήξεων τους, εντός του πλαισίου και των νομικών περιορισμών της συνθήκης της Λισσαβόνας για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Το ενδεχόμενο επιμήκυνσης του ελληνικού προγράμματος άφησε ανοιχτό όμως και η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, επισημαίνοντας ότι το χρέος της Ελλάδας πρέπει να αντιμετωπιστεί ως μέρος της εξίσωσης επίλυσης της οικονομικής κρίσης που αντιμετωπίζει η χώρα.
Μιλώντας χθες στο Peterson Institute for International Economics, στην Ουάσινγκτον, η κ. Λαγκάρντ αναφέρθηκε στην εξέλιξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ τρόικας και ελληνικών αρχών και τόνισε, πως οι άνθρωποι της αποστολής, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής του ΔΝΤ στην Αθήνα Πολ Τόμσεν, «κάνουν ό,τι μπορούν για να βοηθήσουν την Ελλάδα».
Ο στόχος της μείωσης του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 εξακολουθεί να είναι στον ορίζοντα, ανέφερε η επικεφαλής του ΔΝΤ, προκειμένου να μετρήσει τις προσπάθειες που πρέπει να αναληφθούν μέχρι τότε.
Η κ. Λαγκάρντ υποστήριξε, ότι τα μέτρα δεν θα επιλύσουν το κενό που υπάρχει στη χρηματοδότηση, διότι η οικονομία παραμένει αδύναμη και δεν πέτυχε το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων. Επίσης, έκανε λόγο για έλλειψη προόδου στο θέμα του περιορισμού της συλλογής των εσόδων.
Υπογράμμισε, παράλληλα, την ανάγκη διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην ελληνική οικονομία. «Χρειαζόμαστε κάποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας και του ελληνικού λαού, ούτως ώστε εκείνοι που μπορούν να εργαστούν, που θέλουν να έχουν πρόσβαση στις αγορές, να μπορούν πραγματικά να το κάνουν», δήλωσε.
Η κ. Λαγκάρντ πρόσθεσε, ότι το ΔΝΤ αποφάσισε, ότι οι χώρες που βρίσκονται σε μηχανισμούς στήριξης και κάνουν μεγάλες προσπάθειες για μείωση του χρέους τους, πρέπει να λαμβάνουν περισσότερο χρόνο και ευκαμψία για να επιτύχουν τους στόχους. «Το τελευταίο πράγμα που επιθυμούμε, είναι τα προγράμματα να τίθενται εκτός τροχιάς», ανέφερε χαρακτηριστικά.
ΠΗΓΗ: tvxs.gr