Αναζητώντας τον Κανένα, ο αρθρογράφος του περιοδικού «Ρόαρ» Ζερόμ Ρόος, περιπλανήθηκε στις πλατείες των ανώνυμων αγανακτισμένων της Ευρώπης.
Και όταν, επιτέλους, τον βρήκε στο πρόσωπο ενός νέου, ο Κανένας του διηγήθηκε, αυτή την κουβέντα που έκανε με Κάποιον στο όνειρό του....
«Λοιπόν, λέγε! Τι προτιμάς; Πιστόλι ή κρεμάλα;».
«Προτιμώ τη ζωή».
«Για να ρίξω μια ματιά στα βιβλία μου. Ζωή… Δυστυχώς δεν έχεις αυτή την επιλογή».Στον ξύπνιο του, όσο και αν πασχίζει, ο Κανένας δυσκολεύεται να θυμηθεί, πώς ακριβώς άρχισαν όλα.
Μόνο πως μια μέρα, μια αποφράδα μέρα, ξαφνικά «φοβήθηκαν» οι αγορές κι έκοψαν την πίστωση στη χώρα του.
Και τότε έμαθε τα νέα: έπρεπε να τιμωρηθεί με τα πιο απάνθρωπα μεσαιωνικά μαρτύρια, να γίνει ένας σχιζοφρενής δημόσιος υπάλληλος, πρόθυμος να απολυθεί, μολονότι δεν είχε ιδέα ούτε γιατί είχαν συμβεί όλα αυτά, ούτε σε τι είχε φταίξει ο ίδιος.
Και βογκούσε κι αναστέναζε χωρίς να βλέπει πουθενά σωτηρία, άλλη από τη μεταθανάτια.
«Αραγε πού πηγαίνουν τα λεφτά όταν πεθαίνουν;» αναρωτιόταν σαρκαστικά. Και όπως και αν το σκεφτόταν, έπεφτε σε αδιέξοδο.
Με τον καιρό, όμως, κι όσο τα μαρτύριά του γίνονταν πιο αβάσταχτα, άρχισε να παρατηρεί στον εαυτό του μερικές συνταρακτικές μεταμορφώσεις.
Ξαφνικά το βλέμμα του έγινε πιο αστραφτερό, τα μαλλιά του πιο άγρια, η φωνή του πιο δυνατή. Κι άρχισε να στρέφει την οργή του ενάντια σε όλους εκείνους που πίστευε πως ευθύνονταν για την κατάντια του.
Η δεύτερη μετάλλαξή του ήταν ακόμη πιο ριζική. Αρχισε να αναρωτιέται και να αμφισβητεί ακόμη και τις πιο τοτεμικές έννοιες της κοινωνίας μας: τη δημοκρατία της, τη δικαιοσύνη της, το σύστημά της.
Ωσπου, οι γιατροί του συστήματος που ανέλαβαν τη θεραπεία του, του μίλησαν για το πιο ανησυχητικό, σύμφωνα με αυτούς, σύμπτωμά του: την αδικαιολόγητη χαρά του, τη βαθιά του αγαλλίαση, παρά τις συνταρακτικές μεταμορφώσεις του που τον είχαν μεταβάλει σε άλλον... άνθρωπο.
Και τότε ακριβώς, σε αυτή τη λέξη, ήρθε γι' αυτόν η αποκάλυψη. Δεν ένιωθε πια σαν άνθρωπος που έγινε κατσαρίδα, αλλά σαν κατσαρίδα που μεταμορφώθηκε σε άνθρωπο.
«Αυτός ο ανάποδος κόσμος είναι σκατένιος, αλλά δεν είναι ο μοναδικός που μπορούμε να ζήσουμε», λέει ο Εντουάρντο Γκαλεάνο. «Κάπου υπάρχει ένας άλλος κόσμος που μας περιμένει. Και οι νέοι είναι αυτοί που τον φέρνουν πιο κοντά μας».
Στα εβδομήντα του χρόνια, ο διακαής πόθος του να συμβάλει στην αλλαγή αυτού του κόσμου, δεν λέει να εγκαταλείψει τον Ουρουγουανό συγγραφέα. Ακολουθεί από κοντά τα κινήματα των αγανακτισμένων στην Ισπανία. Παίρνει μέρος στις λαϊκές συνελεύσεις στη Μαδρίτη και στη Βαρκελώνη.
Και λέει:...
... «Είναι κάτι σαν τον έρωτα. Αν αναρωτιέσαι κάθε τόσο "πού θα μας βγάλει;", δεν θα νιώσεις ποτέ αληθινά την ομορφιά της στιγμής. Γι' αυτό, αφέσου παράφορα σε αυτήν, καθώς ο νέος κόσμος γεννιέται μέσα από τον παλιό».
ΠΗΓΗ: tanea.gr