28 Ιουλ 2011
Τα πρόσωπα της άλλης Ελλάδας. Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Το 1964 όταν ο «Ζορμπάς» του Κακογιάννη πήρε τρία Οσκαρ και έκανε διεθνή καριέρα, δεν υπήρχε Κέντρο Κινηματογράφου για να χρηματοδοτεί την εγχώρια κινηματογραφική βιομηχανία.
Δεν υπήρχε καν υπουργείο Πολιτισμού το οποίο, ως γνωστόν, ιδρύθηκε από τη χούντα.
Η ταινία προβλήθηκε στην Ελλάδα με ελληνικούς... υπότιτλους γιατί, ως γνωστόν, οι ήρωές της συνομιλούσαν αγγλιστί.
Παρ' όλα αυτά, κανείς δεν αμφισβήτησε την ιθαγένειά της. Οι χαρακτήρες της, τα τοπία της, η υπέροχη μουσική του Θεοδωράκη δεν ξεγελούσαν κανέναν. Μύριζαν Ελλάδα από μακριά.
Είναι γνωστό, επίσης, πως η ταινία προγραμμάτισε την τουριστική πολιτική της Ελλάδας για μερικές δεκαετίες χωρίς τη βοήθεια καμιάς καμπάνιας του ΕΟΤ.
Εδωσε πρόσωπο σε μια Ελλάδα φτωχή, ιδιότροπη, μικρή, αλλά γενναιόδωρη σε αισθήματα.
Με το όνομα του ήρωά της βάφτισαν χασαποταβέρνες και μαγαζιά με «είδη τουρισμού» - σε αυτό δεν έφταιγε ούτε ο Κακογιάννης ούτε ο Καζαντζάκης.
Ο Καζαντζάκης έγραψε τον «Ζορμπά», ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά κείμενα του εικοστού αιώνα, στη διάρκεια της Κατοχής, στο σπίτι του στην Αίγινα. Μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και το 1954 η Γαλλία τού απένειμε το βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος.
Ως γνωστόν, τον Καζαντζάκη δεν τον βοήθησε ποτέ το ελληνικό κράτος ούτε ο ίδιος του ζήτησε να τον βοηθήσει.
Η ελλαδική Εκκλησία, αντιθέτως, επιχείρησε να τον αφορίσει. Ο αφορισμός απεφεύχθη έπειτα από παρότρυνση της πριγκίπισσας Μαρίας Βοναπάρτη στην τότε βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία ζήτησε την παρέμβαση του Πατριάρχη Αθηναγόρα - έτσι, τουλάχιστον, θρυλείται.
Πέθανε το 1957 σε μια Ελλάδα που βρισκόταν στη μεθόριο του Ψυχρού Πολέμου, με τις πληγές του Εμφυλίου ακόμη να αιμορραγούν, σε μια Ελλάδα φτωχή όπου το κράτος αντιμετώπιζε τους πολίτες με καχυποψία, τους ζητούσε πιστοποιητικά για τα κοινωνικά και πολιτικά τους φρονήματα, προκειμένου να τους αναγνωρίσει τα στοιχειώδη δικαιώματά τους.
Γιατί τα λέω όλα αυτά;
Κατ' αρχάς, για να αποτίσω φόρο τιμής στον Μιχάλη Κακογιάννη που κηδεύεται σήμερα.
Δεύτερον, για να θυμίσω πως σε αυτό τον τόπο όσοι κατάφεραν να δημιουργήσουν, όσοι με τη δημιουργία τους κατάφεραν να βγουν και να βγάλουν και τον τόπο από την κλειστοφοβική μοναξιά του, είναι αυτοί που γύρισαν την πλάτη σε κράτη και δημόσια, που δεν καταδέχτηκαν ποτέ να απλώσουν το χέρι τους, που δεν περιφέρονταν από το πρωί μέχρι το βράδυ σε διαδρόμους και γραφεία, για τον απλούστατο λόγο, ότι άλλα είχαν στο μυαλό τους και άλλη δουλειά είχαν να κάνουν.
Η μακρόσυρτη λειτουργία της μεταπολίτευσης, εκτός των άλλων, εξάντλησε τις δυνάμεις της, προσπαθώντας να ισοπεδώσει και να ακυρώσει τη νοοτροπία που κάποτε γέννησε τον «Ζορμπά».
Οργάνωσε μια κοινωνία που έφτασε να πιστεύει πως όλες της οι δημιουργικές δυνάμεις ήταν εξαρτημένες από ένα κράτος βουλιμικό, υπερτροφικό, αλλά και φοβισμένο συγχρόνως, έτοιμο, σαν γερασμένος πατερούλης να σου δώσει χαρτζιλίκι για να τον αφήσεις στην ησυχία του.
Και τώρα που το κράτος πτώχευσε, κινδυνεύουμε να μείνουμε με το παπαδιαμαντικό: «Μικρό χωριό, μεγάλη κακία».
ΠΗΓΗ: tanea.gr