Περλίτης Μήλου, μπεντονίτης Κιμώλου, κίσσηρις Γυαλιού, ποζολάνη Πέλλας, ατταπουλγίτης Κοζάνης, τάλκης Δράμας, χαλαζίας Θεσσαλονίκης. Γνωστά ως... μη μεταλλικά ορυκτά ή αλλιώς βιομηχανικά ορυκτά. Λάμπουν... και ας μην είναι χρυσός, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία για τη χώρα μας.
Σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, ο παραγωγικός αυτός κλάδος όχι απλώς επιβιώνει αλλά παρουσιάζει εντυπωσιακά οικονομικά μεγέθη- εμφάνισε στο 9μηνο του 2010 αυξήσεις κύκλου εργασιών μεταξύ 20-30% σε σχέση με το 2009.
Ο κλάδος φαίνεται να απολαμβάνει εντυπωσιακή ανάπτυξη, ειδικά αν αυτή συγκριθεί με τα στοιχεία της παραπαίουσας ελληνικής οικονομίας. Το μυστικό είναι απλό: «Ο κλάδος είναι έντονα εξωστρεφής. Οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% των πωλήσεών του. Και δεύτερον: ο κλάδος είναι κομμάτι του πρώτου κρίκου της παγκόσμιας αλυσίδας παραγωγής.
Τι είναι τα βιομηχανικά
Οι ορυκτοί πόροι διακρίνονται σε μεταλλικά ορυκτά, από τα οποία εξάγονται τα μέταλλα (όπως για παράδειγμα ο βωξίτης, από τον οποίο παράγεται το αλουμίνιο), σε ενεργειακά ορυκτά, που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ενέργειας (όπως π.χ. ο λιγνίτης), και στα βιομηχανικά ορυκτά.
Τα τελευταία περιλαμβάνουν όλα τα υπόλοιπα ορυκτά τα οποία λόγω των φυσικών και άλλων ιδιοτήτων τους μπορούν να αξιοποιηθούν σε πληθώρα βιομηχανικών εφαρμογών, όπως η τσιμεντοβιομηχανία, οι κατασκευές, η χαλυβουργία, η γεωργία, οι βιομηχανίες χημικών, χαρτιού, καλλυντικών, η βιομηχανία πλαστικών και χρωμάτων, η βιομηχανία πλακιδίων, ειδών υγιεινής και κεραμικών, η βιομηχανία τροφίμων κ.ά.
Υπάρχει όμως το ερώτημα: «Αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου ή προστασία του περιβάλλοντος».
Ο κ. Καλιαμπάκος, με ειδικότητα στα θέματα των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της εξορυκτικής βιομηχανίας, απαντάει:
«Ενα τέτοιο δίλημμα δεν έχει λογική βάση. Πρώτα απ' όλα, δεν υπάρχει κανενός τύπου σύγχρονη κοινωνία που να μην έχει την ανάγκη από σημαντικές ποσότητες πρώτων υλών.
Ακόμα και η ίδια η προστασία του περιβάλλοντος απαιτεί εξαιρετικά σημαντικές ποσότητες πρώτων υλών: μπεντονίτη για την προστασία των υπόγειων νερών, περλίτη και άλλα υλικά για την εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια, χουντίτη στην πυροπροστασία των δασών κ.λπ.
Από την άλλη, η δύσκολη οικονομική συγκυρία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για να επαναληφθούν αντι-περιβαλλοντικές πρακτικές στην εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου».
«Τα κοιτάσματα του ορυκτού πλούτου της Βόρειας Ελλάδας μπορεί να ξεπεράσουν τα 20 δισ. ευρώ και να προσφέρουν ένα τεράστιο άλμα στην ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης και να συμβάλουν στην έξοδό μας από την κρίση. Χρυσός, άργυρος, χαλκός, νικέλιο, χρώμιο κ.ά. αποτελούν την ελπίδα μιας εκμετάλλευσης παλαιών και νέων περιοχών, που έχουν ανιχνευτεί και εντοπιστεί από τους ερευνητές του ΙΓΜΕ».
Την επισήμανση αυτή κάνει ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) Κων. Παπαβασιλείου, διευκρινίζοντας ότι δύο ερευνητικά προγράμματα του ΙΓΜΕ έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ.
Τα ελληνικά κοιτάσματα είναι πολύ καλής ποιότητας, πλούσια σε περιεκτικότητα. Ακολουθούν η Φινλανδία και η Γαλλία, οι οποίες παράγουν όσες ποσότητες παράγουμε κι εμείς.
Επίσης κοιτάσματα σπάνιων γαιών έχουν παρατηρηθεί εκεί όπου εκβάλλουν ποταμοί, όπως ο Στρυμόνας, ο Νέστος και ο Εβρος. Τα ποτάμια αυτά μεταφέρουν τέτοια βαριά μέταλλα και τα εναποθέτουν στη θάλασσα. Η υποθαλάσσια έρευνα στην υφαλοκρηπίδα αυτών των περιοχών (βρίσκεται εντός των 6 ναυτικών μιλίων της αιγιαλίτιδας ζώνης) θα μπορεί να μας δώσει περισσότερες πληροφορίες. Τα ορυκτά αυτά έχουν μεγάλο ειδικό βάρος και δεν μπορούν να προχωρήσουν πολύ μακριά μέσα στη θάλασσα και για το λόγο αυτό συναντώνται κοντά στην ακτή, όπου καταβυθίζονται, και μέσα στο γεωλογικό χρόνο δημιουργούν σιγά σιγά συγκεντρώσεις μεγάλες.
ΠΗΓΗ: enet.gr