7 Ιουλ 2016

Η απλή αναλογική, δεν είναι απλή


Κώστας Καναβούρης
Όπως και να το κάνεις πρόκειται για στοίχημα. Για ένα τεράστιο στοίχημα που ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, αλλά και η κοινωνία, καλείται να αναμετρηθεί μαζί του και να κριθεί από τον τρόπο με τον οποίο το αντιμετωπίζει. Μιλάμε για το νέο εκλογικό νόμο που εισάγει στην πολιτική  και κοινωνική ζωή της χώρας η κυβέρνηση και που σε συντριπτικό ποσοστό (95-96%) φέρνει την απλή αναλογική ως καθοριστικό...

 
 παράγοντα του καθολικού μέλλοντος από τούδε και εφεξής. Όσες στρεψοδικίες, όσες λαθροχειρικές αντιρρήσεις, όσες κραυγές μαξιμαλισμού, όσες καταχθόνιες υποσκάψεις των προθέσεων, όσες αμφιέσεις προοδευτισμού (με όλα τα πρόσημα) και να γίνουν, το πράγμα είναι απλό και ξεκάθαρο: πρόκειται για θεμελιώδη ανατροπή μιας καθεστωτικής νοοτροπίας που όλους τους  είχε εθίσει και όλοι είχαν βολευτεί, ο καθένας κατά τον τρόπο του. Κι ας μην ξεχνάμε ότι οι νοοτροπίες (καθολικές και ατομικές, πολιτικές και κοινωνικές) αλλάζουν απείρως δυσκολότερα, απείρως πιο αργόσυρτα από τις εισαγωγές αποφάσεων στο κοινό λέγειν και στο κοινό πράττειν. Είναι λοιπόν στοίχημα ο προτεινόμενος εκλογικός νόμος. Ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί και που θα κερδηθεί, αν πρωτίστως η κυβέρνηση έχει συλλάβει το μέγεθος της ανατροπής το οποίο προτείνει. Μη γελιόμαστε: η πρόταση για απλή αναλογική, είναι μια ακραία πρόταση που απευθύνεται σε μια κοινωνία εθισμένη στον πελατιασμό ως τρόπο επιβίωσης (ιδιαίτερα στις μέρες της βαρβαρότητας που ζούμε) και σε ένα εξαθλιωμένο πολιτικό σύστημα που παραπαίει ανάμεσα στον επιθανάτιο ρόγχο του περιφερειακού κομπραδόρικου καπιταλισμού και στον εξαιρετικά χυδαίο τρόπο έκφρασης του πανικού του. Απευθύνεται όμως ο νέος εκλογικός νόμος και στις δυνάμεις εκείνες που εθίστηκαν να αντιπαρατίθενται με έναν ορισμένο τρόπο στο σύστημα και πέραν τούτου ουδέν. Και τώρα; Το ερωτηματικό είναι κεφαλαίο. Διότι εδώ πρόκειται περί ανατροπής των παραδεδομένων. Ποιοι και πώς θα αρθούν στο ύψος της περίστασης; Στο ύψος της ανατροπής που επιχειρείται. Θέλω να πω, ότι εδώ δεν υπάρχουν τα κομματικά τεφτέρια που καταγράφουν κέρδη και ζημιές και που «εκ μεταφοράς» αλλάζουν τις σελίδες των αριθμήσεων. Εδώ φαίνεσαι. Εδώ φαίνεται ποιος θέλει το άχθος και ποιος αγωνίζεται για την απέχθεια. Ποιος, πάει να πει, δεν αντέχει  αλλά το βάρος της στρεβλής ζωής. και το αποτινάζει. Το απεχθάνεται.

Μεγάλο στοίχημα. Γιατί τα κέρδη θα είναι απεριόριστα. Είτε για τις προωθητικές δυνάμεις, είτε για τις οπισθέλκουσες. Μ’ αυτή την ευθύνη θα αναμετρηθούν όλοι. Και οι προωθητικές δυνάμεις και οι οπισθέλκουσες. Με το υποχθόνιο δαιμόνιο φυσικά, ότι το «με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις» θα περιγελά πολλούς και ποικίλους που θα θεωρήσουν ότι η στάση τους είναι άξια συγχαρητηρίων (άλλοτε συστημικών και άλλοτε ταξικών).

Ω ναι. Είναι μια πράξη ειρωνείας προς το σύστημα αυτή η πρόταση για απλή αναλογική. Δηλαδή μια μέθοδος που οργανώνει τα εξ’ αίφνης εμφανιζόμενα καινούργια δεδομένα. Άλλως ειπείν: και τώρα τι κάνουμε; Εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα. Στα κάρβουνα του αντιηρωισμού, του αμήχανου συστημισμού, του αποσβολωμένου επαμφοτερισμού, του καθιερωμένου αντιρρητισμού, της τακτοποιημένης αισθηματικής εντιμότητας και της αφ’ υψηλού καταπόσεως της πραγματικότητας, ιδίως όταν είναι τριπλής αποστάξεως. Η πραγματικότητα.

Λοιπόν θέλει δουλειά το πράγμα. Δεν είναι παίξε – γέλασε η απλή αναλογική. Για να πιάσει τόπο η πολιτική πρόθεση και να τελεσφορήσει ως πολιτιστική πραγματικότητα, χρειάζεται αυτό που είχε πει για τον ΣΥΡΙΖΑ ο Γιάννης Δραγασάκης: η βίαιη ωρίμανση. Μόνο που τώρα δεν αφορά ένα κόμμα αλλά ολόκληρη την κοινωνία. Χρειάζεται η βίαιη ωρίμανση της κοινωνίας ώστε το σύστημα να εξωθηθεί στις εσχατιές της αντοχής του.

Γίνεται; Γίνεται. Αρκεί η κοινωνία να νιώσει ότι τα γεγονότα βαίνουν προς όφελός της. Ότι η απλή αναλογική είναι μέρος της δομικής πρόθεσης που αναφαίνεται μέσα από μέριμνες θωπείας και νεύσεις απάλυνσης των ταξικών αγριοτήτων. Άλλως το παιχνίδι είναι χαμένο. Οικτρά. Όχι για τον ΣΥΡΙΖΑ, για την χώρα. Ελπίζω ότι η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται πως με μια τέτοια πρόταση έσβησε «της μέρας τ’ αδυσώπητο φανάρι» (Τριστάν Κορμπιέρ). Και πήγε στην επόμενη.