7 Δεκ 2015

25 χρόνια χωρίς τον Σιδηρόπουλο: Ο πρίγκιπας του ροκ που έφυγε νωρίς

 «΄Ηταν όλοι εκεί βουβοί. Εμοιαζαν σαν να μη θέλουν να αποχωριστούν τον Παύλο. Σαν να μην τελείωσε η συναυλία...»


 Κάπως έτσι ξεκινούσε την Τρίτη 11 Δεκεμβρίου το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη» από το κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου στη Νέα Φιλαδέλφεια. Εκεί όπου ελάχιστοι «επώνυμοι» αλλά αμέτρητοι «Βουβοί θεατές» (ο τίτλος του άρθρου) βρέθηκαν για να αποχαιρετήσουν έναν «Απροσάρμοστο». Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 6 Δεκεμβρίου 1990, ένας από τους σημαντικότερους εκπρόσωπους της ελληνικής ροκ μουσικής σκηνής με το άλμπουμ του «Φλου» (μαζί με το συγκρότημα Σπυριδούλα) να μένει  κλασικό, άφηνε την τελευταία του πνοή από υπερβολική δόση ηρωίνης. Ο Παύλος Σιδηρόπουλος πέρασε στη Γειτονιά των Αγγέλων σε ηλικία 42 χρονών.
«... Κι έτσι αθόρυβα μα αποφασιστικά
μετατράπηκε σε σκια
και είπε "να φεύγω τώρα
είναι η ώρα κι ίσως σας ξαναδώ...», είναι οι στίχοι του «Χωρίς Αιτία» (στίχοι Παύλος Σιδηρόπουλος, μουσική Βασίλης Πετρίδης) που κλείνουν προφητικά το «φευγιό» του Σιδηρόπουλο από τον μάταιο ετούτο κόσμο τόσο νωρίς.


 Σε ένα σπίτι αστικής προέλευσης αλλά προοδευτικών αντιλήψεων

  Γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου του 1948 στην Αθήνα. Ήταν γιός του Κωνσταντίνου Σιδηρόπουλου και της Ιωάννας (Τζένης) Σιδηροπούλου. Η μητέρα του Παύλου,το γένος Αλεξίου, γεννήθηκε το 1924 στο Ηράκλειο της Κρήτης,. Μητέρα της ήταν η Αναστασία Αλεξίου το γένος Ζορμπά. Ο πατέρας της, Ραδάμανθυς Αλεξίου, ήταν αδελφός της γνωστής παιδαγωγού και πεζογράφου Ελλης Αλεξίου, της Γαλάτειας Αλεξίου - Καζαντζάκη (πρώτη σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη) και του εκπαιδευτικού και συγγραφέα Λευτέρη Αλεξίου. Ο πατέρας του, που είχε κάνει σπουδές στο χημικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Αθήνας, μαζί με τον αδελφό του και τον γαμπρό του δημιούργησαν μια μικρή βιομηχανία, την ΕΛΦΩΤ (απασχολούσε 12-15 εργαζόμενους), τη μοναδική ελληνική βιομηχανία η οποία παρήγαγε φωτογραφικό χαρτί. Παρά την αστική προέλευση στο σπίτι του Σιδηρόπουλου κυριαρχούσαν προοδευτικές αντιλήψεις.



«Κάθε μουσικό άκουσμα άγγιζε την ψυχή του μικρού Παυλάκη...»

  «Κάθε μουσικό άκουσμα άγγιζε την ψυχή του μικρού Παυλάκη. Νανουριζόταν κάνοντας κούνια πάνω στο μικρό του αλογάκι που το κινούσε με απίστευτο ρυθμό πάνω στη μελωδία που σιγοτραγουδούσε μόνος του», διηγιόταν η μητέρα του. Παρ' όλα αυτά, δεν σπούδασε μουσική, έστω κι αν το ταλέντο του είχε φανεί από πολύ νωρίς. Δεν το είχε θελήσει ο πατέρας του.

  Ο Παύλος ως μαθητής φοίτησε σε δημόσιο σχολείο, τελείωσε το 22ο Δημοτικό σχολείο Αθηνών στην οδό Νικοπόλεως στα Πατήσια και συνέχισε στο 8ο Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών, από το οποίο και αποφοίτησε το 1966. Ήταν έξυπνος και καλός μαθητής χωρίς να χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα επιμελής. Το 1967, χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια και μάλλον αδιάφορα, «πέρασε εύκολα στο Μαθηματικό Τμήματου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης»..


Τις σπουδές του στο Μαθηματικό δεν τις ολοκλήρωσε, έφτασε μέχρι το 3ο έτος σπουδών και διέκοψε μιας και οι καλλιτεχνικές του ανησυχίες, και το ταλέντο του στη μουσική τον είχαν οριστικά κατακτήσει.

   Μουσικές σπουδές έκανε πολύ αργότερα, αφού είχε ξεκινήσει τη μουσική του σταδιοδρομία και είχε ήδη γίνει γνωστός με το ντουέτο Δάμων και Φιντίας. Πριν το 1975 και για μικρό σχετικά διάστημα, όσο ο ίδιος έκρινε ότι του χρειαζόταν, σπούδασε ένα χρόνο σολφέζ, αρμονία και αντίστιξη με το μουσικό και δάσκαλο Αλέξανδρο Αινειάν (1907-1983). Για περιορισμένο επίσης διάστημα, πήρε μαθήματα και από τον μουσικό Ιωάννη Ιωαννίδη (1930), ενώ με ενθουσιασμό μιλούσε για τον συνθέτη Στέφανο Βασιλειάδη (1933-2004). Τη στρατιωτική του θητεία δεν την έκανε. Ο ίδιος λέει γι’ αυτό: «Την άνοιξη του 1976 με ενάμιση μήνα Τρίπολη, είκοσι μέρες 401 και τέσσερα ηλεκτροσόκ, παίρνω τρελλόχαρτο».   Δάμων και Φιντίας

   Η μουσική σταδιοδρομία του Παύλου ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του '70, ως φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, μακριά από την οικογένειά του. Την περίοδο εκείνη ο μουσικός Παντελής Δεληγιαννίδης έπαιζε κιθάρα με τους Olympians. Ο Παύλος τον άκουσε και ενθουσιάστηκε: «Ξεχώριζε ο άνθρωπος, δεν είχε καμία δουλειά με τον Πασχάλη και τους υπόλοιπους» έλεγε σε συνέντευξή του (Οκτώβρης 1982, περιοδικό Μουσική). Τα κοινά ακούσματά τους πολλά  και έχοντας κι ο Παύλος ήδη κάποιες πρώτες συνθέσεις, του πρότεινε να συνεργαστούν. Δημιούργησαν το ντουέτο Δάμων και Φιντίας.



   Οι Δάμων και Φιντίας γνωρίστηκαν με τους Θανάση Γκαϊφύλλια, Δημήτρη Πουλικάκο, αλλά και με τα Μπουρμπούλια - τα οποία έπαιζαν ήδη με τον Διονύση Σαββόπουλο. Τα Μπουρμπούλια, όμως, τσακώθηκαν με τον Σαββόπουλο και δύο από τα μέλη τους αποχώρησαν. Οι Σιδηρόπουλος και Δεληγιαννίδης πήραν τη θέση τους και μπήκαν στο συγκρότημα με τα δύο εναπομείναντα μέλη, τον Νίκο Τσιλογιάννη που έπαιζε ντραμς και τον μπασίστα Βασίλη Ντάλα.  Η λογοκρισία της Χούντας, όπως, δεν τους επέτρεψε να ανοίξουν τα φτερά τους κι έτσι, ο Δεληγιαννίδης έφυγε για Αγγλία και στο ξεκίνημα του 1974 το συγκρότημα διαλύθηκε. Ο Παύλος γύρισε στην Αθήνα - η οικογένειά του τον παρακάλεσε να επιστρέψει - και ξεκίνησε δουλειά στην εταιρία του πατέρα του.



«Ο Μαρκόπουλος με σύστηνε ως ο ροκ επικίνδυνος τρόπος ζωής...»

Είναι η εποχή της μεταπολίτευσης και «η ροκ σκηνή δεν έχει νόημα ύπαρξης πλέον γιατί το πολιτικό τραγούδι κυριαρχεί.  «Οι περισσότεροι μουσικοί ή φεύγουν έξω ή σιωπούν», όπως αφηγείται ο Σιδηρόπουλος το Σεπτέμβριο του '90 -στην τελευταία συνέντευξή του, στο Δημήτρη Δημητράκα και τον Rock FM. Προκειμένου να κάνει ο,τιδήποτε άλλο τότε, δούλεψε για κάποιους μήνες στο εργοστάσιο του πατέρα του, αλλά φαίνεται πως δεν το άντεχε. Κάπου εκεί συμφωνεί να συνεργαστεί με το συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο. Ο Σιδηρόπουλος συνεργάστηκε με το Μαρκόπουλο από το 1974 έως το 1976 ως σατιρικός τραγουδιστής και ηθοποιός. Μετά τις πρώτες πρόβες, ο Παύλος θυμόταν πως «ο Μαρκόπουλος σχεδόν απαγόρεψε στον οποιονδήποτε φίλο του να με πλησιάσει. Με σύστηνε πάντα με χαμόγελο ως ο ροκ επικίνδυνος τρόπος ζωής, αλλά φαίνεται ότι ασκούσα κάποια έλξη απάνω του γι αυτόν ακριβώς τον τρόπο της ζωής». Συμμετείχε σε τρεις δίσκους του Γιάννη Μαρκόπουλου:

   «Δεν ήμουν δημιουργός. Ήταν μια εμπειρία ως εκτελεστής. (...) στην αρχή μπήκα ασυνείδητα στο χώρο του Μαρκόπουλου, αλλά στην πορεία επάνω μπήκα συνειδητά. Ήταν μια εμπειρία αυτό που λένε σύγχρονο ελληνικό τραγούδι, που δεν μου πρόσφερε καμία συγκίνηση ή πολύ ελάχιστες» (συνέντευξη στο περιοδικό Μουσική).


 
Σπυριδούλα

Στα τέλη του 1977, ο Σιδηρόπουλος, έχοντας ήδη έτοιμο το υλικό για το δίσκο «Φλου», γνωρίζεται με τους Σπυριδούλα, οι οποίοι τότε ήταν ένα νέο ροκ συγκρότημα -είχαν δημιουργηθεί το Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς από τους αδερφούς Σπυρόπουλους, Βασίλη και Νίκο. Τον Μάιο του 1979 κυκλοφόρησαν το άλμπουμ «Φλου», μια δουλειά που το 1992 ψηφίστηκε από τους συντάκτες του περιοδικού Ποπ+Ροκ ως το «καλύτερο άλμπουμ στην ιστορία της ελληνικής ροκ σκηνής». Μετά από λίγους μήνες -και αρκετές συναυλίες για την προώθηση του δίσκου- η συνεργασία του Παύλου με το συγκρότημα τελειώνει.

 Αρχές του 1980, ο Παύλος Σιδηρόπουλος βρίσκεται και πάλι στη διαδικασία αναζήτησης μουσικών. Δοκιμάζει αρκετούς μουσικούς και σιγά-σιγά διαμορφώνεται η τελική σύνθεση της ομάδας που θα ηχογραφήσει τον επόμενο δίσκο. Ο λόγος για τους Απροσάρμοστους που θα κυκλοφορήσουν το «Εν Λευκώ» (ΕΜΙ, 1985). Οι Απροσάρμοστοι χωρίζουν πρόσκαιρα με τον Παύλο στα τέλη του '82. Τελικά όμως, οι Απροσάρμοστοι τα ξαναβρίσκουν με τον Παύλο και θα παραμείνουν μαζί του μέχρι το τέλος.

Τον Απρίλιο του 1984, ξεκινούν οι ηχογραφήσεις για το άλμπουμ «Zorba the Freak» (ΕΜΙ, 1985). Με τους Απροσάρμοστους, ο Σιδηρόπουλος πραγματοποιεί όλα αυτά τα χρόνια πολλές συναυλίες -σε ιστορικά κλαμπ (Αν, Ροντέο, Cinema, Μετρό, Κύτταρο κ.α.), κινηματογράφους, φεστιβάλ, εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, ακόμα και στη Μπιενάλε της Βαρκελώνης. Μια από αυτές τις συναυλίες -το Φλεβάρη του 1989 στη μουσική σκηνή Μετρό- αποτυπώνεται στη δισκογραφική κυκλοφορία «Χωρίς Μακιγιάζ» (ΜΒΙ, 1989), η οποία αποτέλεσε το τελευταίο εν ζωή άλμπουμ για το Σιδηρόπουλο και το μοναδικό ζωντανά ηχογραφημένο.




Η μοιραία σχέση με την ηρωίνη 

 
   Το φθινόπωρο του 1979, όταν ο Παύλος ήταν 31 ετών, ξεκίνησε η σχέση του με την ηρωίνη. Η καλλιτεχνική του πορεία μετρούσε ήδη εννιά χρόνια και η δημιουργικότητά του, το έργο του και η προσωπικότητά του είχαν για τα καλά αποκαλυφθεί. Στην αρχή ο Παύλος πιστεύει ότι δεν έχει να χάσει τίποτα και ότι θα μπορέσει να ξεμπλέξει εύκολα. Σύντομα σχετικά αντιλαμβάνεται το αδιέξοδο, κάτι που φαίνεται άλλωστε τόσο στους στίχους των κομματιών του όσο και σε συνεντεύξεις του. Πολλές φορές κάνει προσπάθειες να ξεφύγει, κάτι που τελικά δεν θα τα καταφέρει. Την άνοιξη του 1990 χάνει τη μητέρα του, στην οποία είχε μεγάλη αδυναμία, γεγονός που τον καταβάλλει. Λίγους μήνες αργότερα αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας με το χέρι του (η διάγνωση του Περιφερειακού Γενικού Νοσοκομείου Αθηνών της 18ης Αυγούστου του 1990 ήταν «πάρεση βραχιόνιου αριστερού πλέγματος») και η κακή ψυχολογία του επιδεινώνεται. Παρ’ όλο που η κατάσταση του χεριού του ήταν πολύ σοβαρή και πιθανώς μη αναστρέψιμη, ετοιμάζει με το συγκρότημά του, τους Απροσάρμοστους, τον καινούργιο του δίσκο και δίνει συναυλίες.



Η προτελευταία μέρα...

 
Σύμφωνα με τον Αλέκο Αράπη, τον μπασίστα των Απροσάρμοστων, την προηγούμενη νύχτα του θανάτου του, στις 5 Δεκεμβρίου του 1990, ο Σιδηρόπουλος έφτασε στο στούντιο αρκετά καθυστερημένος και σε αλλόφρονα κατάσταση τσακώθηκε με τους μουσικούς του. Υπάρχει και η μαρτυρία του φίλου του, παραγωγού Πάνου Ηλιόπουλου, κατά την οποία εκείνο το βράδυ ο Παύλος προσπαθούσε απεγνωσμένα να επικοινωνήσει μαζί του από τηλεφώνου. Για την ακρίβεια, ο τηλεφωνητής του Ηλιόπουλου κατέγραψε δεκαπέντε αναπάντητες κλήσεις και δεκαπέντε αντίστοιχα φωνητικά μηνύματα από τον Παύλο. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1990, βρισκόμενος στο σπίτι μιας γνωστής του στο Νέο Κόσμο, έπεσε σε κώμα και άφησε την τελευταία του πνοή κατά τη μεταφορά του στον  Ευαγγελισμό, χάνοντας τη μάχη με την ηρωίνη.  Το άλμπουμ που ετοίμαζε και κυκλοφόρησε μεταθανάτια (όπου ορισμένα τραγούδια είχε προλάβει να τα ηχογραφήσει) είχε τον τίτλο: «Άντε και Καλή Τύχη Μάγκες». Σαν να το ήξερε...

 



ΠΗΓΗ: Η επίσημη ιστοσελίδα για τον Παύλο Σιδηρόπουλο

http://pavlos-sidiropoulos.gr/