Του Μιχάλη Μητσού
Είναι φανερό πια, ότι εκείνοι που είχαν κηρύξει το τέλος της κρίσης της ευρωζώνης βιάστηκαν.
Η κρίση δεν περιμένει την έκβαση των ελληνικών εκλογών για να αναθερμανθεί, επιστρέφει ήδη μέσα από την Ισπανία, το κόστος δανεισμού πολλών χωρών αυξάνεται και πάλι, το χάσμα ανάμεσα στους δανειστές και τους...
δανειολήπτες διευρύνεται, οι αγορές απομακρύνονται από τα ευρωπαϊκά ομόλογα, οι Κασσάνδρες έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους στον διεθνή Τύπο.
Η φάση στην οποία έχει εισέλθει η κρίση, έγραφε χθες ο Τζορτζ Σόρος στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», μπορεί να είναι λιγότερο ρευστή, ίσως όμως να αποδειχθεί θανατηφόρα.
Ετσι κι αλλιώς, όλα τα μάτια είναι στραμμένα αυτόν τον καιρό στη Μαδρίτη και στη δύσκολη αποστολή που έχει αναλάβει η νέα κεντροδεξιά κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι.
Οι συγκρίσεις της χώρας αυτής με την Ελλάδα, ακόμη και με την Πορτογαλία, είναι προς το παρόν άτοπες.
Οπως επισημαίνει ο ισπανός οικονομολόγος Χοσέ Κάρλος Ντίεθ στη «Λιμπερασιόν», η χρηματιστηριακή αξία μόνο της εταιρείας τηλεφωνίας Movistar είναι μεγαλύτερη απ' όλο το ελληνικό χρέος! Επιπλέον, τα κρατικά ταμεία δεν είναι άδεια και η χώρα δεν σταμάτησε να εκδίδει ομόλογα από το 2009.
Το πρόβλημα της χώρας είναι γνωστό.
Τη δεκαετία του 2000 κατελήφθη από μια κρίση μεγαλείου, δανείστηκε πολύ πάνω από τις δυνατότητές της και ανοίχτηκε σε υπερβολικό βαθμό στην αγορά ακινήτων. Οταν ξέσπασε η κρίση του 2008, αυτή η φούσκα έσκασε, κάτι που μεταξύ άλλων είχε ως αποτέλεσμα να μειωθούν δραστικά τα φορολογικά έσοδα. Καθώς η Ισπανία έχει λίγες ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, αναγκάστηκε να στραφεί στο εξωτερικό. Αλλά η ευρωπαϊκή αγορά δεν λειτουργούσε πια και οι επενδυτές είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στη χώρα που μόλις πριν από δέκα χρόνια υπερηφανευόταν για το οικονομικό της θαύμα. Ταυτόχρονα, η μείωση της ζήτησης για τα εξαγωγικά της προϊόντα (στη Γαλλία, για παράδειγμα, οι πωλήσεις αυτοκινήτων έχουν μειωθεί κατά 20%) δημιούργησε την ανάγκη να αυξηθεί η εγχώρια ζήτηση. Αλλά πώς να γίνει αυτό, με μια ύφεση που συνεχίζεται και μια ανεργία που φτάνει το 25%;
Καθηγητής οικονομίας στο πανεπιστήμιο της Αλκαλά, ο Ντίεθ πιστεύει, ότι η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας δεν μπορεί να αποφευχθεί, όσο κι αν δημιουργεί αυτό κοινωνική οργή. Το κόστος της απόλυσης είναι στη χώρα αυτή πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Και οι αποζημιώσεις πρέπει να μειωθούν προκειμένου να βρει η Ισπανία τη χαμένη της ανταγωνιστικότητα. Οι μισθοί δεν χρειάζεται να μειωθούν, πρέπει όμως να παγώσουν. Πρέπει επίσης να αυξηθεί ο ΦΠΑ, που είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη.
Το βασικό ερώτημα για την κυβέρνηση Ραχόι είναι, πώς θα καταφέρει να μειώσει κατά 10 δισεκατομμύρια ευρώ τις δαπάνες για την παιδεία και την υγεία, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο αυτές τις δύο κοινωνικές κατακτήσεις.
Και ο στρατηγικός στόχος είναι να αποφευχθεί η παρέμβαση της τρόικας: γιατί όπου έχει συμβεί αυτό, τα πράγματα έχουν γίνει χειρότερα.
ΠΗΓΗ: tanea.gr