Γιάννης Κολλάτος
Αφού δεν τα καταφέραμε, τριάντα χρόνια μετά την ένταξή μας στην τότε ΕΟΚ, να γίνουμε κράτος ευρωπαϊκό, τώρα οι δανειστές μας μάς ετοιμάζουν «κουστούμι» βαλκανικό.
Χώρα φτωχών, λοιπόν, θα είναι τα προσεχή χρόνια και για αρκετές...
δεκαετίες ακόμη η Ελλάδα, αφού δεν κατάφερε να τιθασεύσει τη διαφθορά, το συντεχνιασμό, την αναξιοκρατία και φυσικά τη φοροδιαφυγή.
Οι καταγγελίες Κουσελά, ότι έχει παραδοθεί λίστα στο Μαξίμου 3.500 μεγαλοφοροφυγάδων που χρωστούν πάνω από 1 εκατομ. ευρώ στο ελληνικό δημόσιο (άρα πάνω από 3,5 δις ευρώ), έστω και αν διαψεύστηκαν στη συνέχεια, άφησαν μία πικρή γεύση αν όχι οργή στους Έλληνες πολίτες. ¨Οπως, επίσης, και οι σκωπτικές παρατηρήσεις του Γερμανού αντικαγκελαρίου κ. Ρέσλερ προς τους Έλληνες βιομηχάνους, ότι δεν εμπιστεύονται οι ίδιοι τη χώρα τους και επενδύουν στη Βουλγαρία.
Στο βιβλίο του «Το Lexus και η ελιά» ο Τόμας Φρίντμαν υποστηρίζει, ότι ένα κράτος με διαφθορά και γραφειοκρατία, δεν πρόκειται ποτέ να προσελκύσει επενδύσεις και να έχει ανάπτυξη.
Το λογισμικό του είναι ξεπερασμένο και οι χρήστες το απαξιώνουν, σημειώνει ο συγγραφέας.
Οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ και μεταξύ αυτών κυρίως οι βαλκανικές, επειδή εξακολουθούν να έχουν μεγάλη διαφθορά, κατάφεραν να προσελκύσουν επενδύσεις λόγω του φθηνού εργατικού κόστους και της χαμηλής φορολογίας...
Πώς λοιπόν μία χώρα όπως η δική μας με ασύλληπτη γραφειοκρατία, με τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην ευρωζώνη και στην Ευρώπη των 27, με έκτακτη φορολογία στην ενέργεια, στα τετραγωνικά της δομημένης εγκατάστασης και με εργοδοτικό κόστος μεγαλύτερο και από εκείνο της Γερμανίας ή της Γαλλίας να μπορέσει να προσελκύσει επενδύσεις και να ορθοποδήσει;
Είναι γεγονός, ότι στη χώρα μας περισσεύει, λόγω της κρίσης, η καχυποψία, η έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και γενικότερα μία ανάληψη κοινής προσπάθειας για να ξεκολλήσει το κάρο από τη λάσπη.
Οι εργαζόμενοι θεωρούν, ότι οι βιομήχανοι και οι επιχειρηματίες είτε έβγαλαν τα λεφτά στο εξωτερικό, είτε επένδυσαν σε ΑΠΕ με ελάχιστο ρίσκο, εγγυημένη απόδοση και κυρίως χωρίς κανένα αποτέλεσμα στην ενίσχυση της απασχόλησης.
Την ίδια ώρα στη γειτονική Βουλγαρία όσοι επένδυσαν βρήκαν χαμηλό εργασιακό αλλά και εργοδοτικό κόστος, χαμηλή φορολογία, χαμηλό κόστος ενέργειας και επιβιώνουν στο διεθνή ανταγωνισμό...
Και άλλες χώρες της Ευρώπης πέρασαν, αν και όχι με την ίδια ένταση, παρόμοια κρίση με τη χώρα μας και κατόρθωσαν να την ξεπεράσουν, αφού συνεννοήθηκαν και συνεργάστηκαν όλες οι δυνάμεις της παραγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Φινλανδία, η οποία από χώρα ξυλοκόπων στη δεκαετία του '80 μετατράπηκε σε χώρα υψηλής τεχνολογίας (ΝΟΚΙΑ) και διά βίου μάθησης.
Άλλο παράδειγμα είναι αυτό της Δανίας με ένα κοινωνικό μοντέλο σύγχρονο και ευέλικτο.
Κάθε χρόνο στη Δανία περίπου το 30% των εργαζομένων της αλλάζουν εργασία, χωρίς αυτό να συνεπάγεται μείζονες επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδό τους. Οι επιχειρήσεις απολύουν, αλλά το ανθρώπινο κόστος των απολύσεων αναλαμβάνεται από τα εργατικά συνδικάτα και τον οργανισμό απασχόλησης, που χρηματοδοτείται από το σύνολο των εργαζομένων και με αποφασιστική δημόσια συμμετοχή, ενώ οι εργοδοτικές εισφορές έχουν ελαχιστοποιηθεί.
Βέβαια, η φορολογία όλων και των επιχειρήσεων είναι αυξημένη, αλλά η ευελιξία και η κυνικότητα στην εργασία κάνουν τις επιχειρήσεις ιδιαίτερα ανταγωνιστικές και εξωστρεφείς με αποτέλεσμα να επιστρέφουν το κοινωνικό μέρισμα μέσω της φορολογίας των κερδών, από το οποίο απαλλάσσονται πρωτογενώς στο θέμα των απολύσεων. Οι δε άνεργοι χρηματοδοτούνται για 4 χρόνια από τον Δανέζικο Οργανισμό απασχόλησης και αν δεν κατορθώσουν να βρουν εργασία στον υπόλοιπο βίο τους τότε συνταξιοδοτούνται στα 65 με πλήρη σύνταξη.
Παρά τη μόνιμη αρνητική προκατάληψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των Βρυξελλών, η υψηλή κρατική δαπάνη δεν επιβαρύνει την ανταγωνιστικότητα του εμπορικού τομέα της Δανίας, σημειώνει ο Κώστας Βεργόπουλος στο τελευταίο του βιβλίο «Το μεγάλο ρήγμα». Η Δανία όπως και η Σουηδία εξάγει το 50% του εθνικού προϊόντος της, ενώ η ευρωζώνη, με λιγότερο δαπανηρό κράτος μόλις το 39% η δε Ελλάδα μόλις το 8,5%...
Οι χώρες αυτές, όμως, έχουν ένα σύγχρονο και παραγωγικό δημόσιο τομέα, οι πολίτες σέβονται τους νόμους και οι πολιτικοί τους ακόμη εμπνέουν με τη δύναμη του προσωπικού παραδείγματος και όχι με συντεχνιακές διευκολύνσεις και εξαιρέσεις για το σινάφι τους.
Θα πρέπει, επιτέλους, όλοι οι πολίτες αυτής της χώρας και κυρίως η πολιτική της ελίτ, να απαντήσουν σε ένα απλό ερώτημα:
Θέλουμε να γίνουμε ευρωπαϊκή χώρα, έτσι ώστε να διατηρήσουμε και το επίπεδο των μισθών στα σημερινά επίπεδα, ή θέλουμε ένα κράτος εύπλαστο κατά πως μας βολεύει τον καθένα, όπου θα έχουμε πολλά δικαιώματα και ελάχιστες υποχρεώσεις;
Πολύ φοβούμαι, πως όσο και αν η απάντηση μοιάζει προφανής και βαρύνει προς το πρώτο σκέλος, η νοοτροπία των περισσότερων και ιδιαίτερα των πολιτικών μας ταγών, που θέλουν πάντα να έχουν πολιτική πελατεία, μας οδηγεί προς τη δεύτερη συνιστώσα του ερωτήματος.
Στον σημερινό παγκόσμιο ανταγωνισμό επιβιώνουν μόνον τα κράτη που έχουν σύγχρονο λογισμικό, όπου εκεί οι πολίτες απολαμβάνουν σχετική ευημερία και τα κράτη που έχουν χαμηλό εργατικό κόστος και χαμηλή φορολογία, όπου εκεί όμως οι πολίτες υποφέρουν...
Όσο καθυστερούμε να γίνουμε κράτος με σύγχρονο λογισμικό, τόσο οι συγκυρίες και οι δανειστές μάς οδηγούν στο να μετατραπούμε σε ένα τριτοκοσμικό κράτος...
Προφανώς, για να συγκρατήσουμε τους νέους στη χώρα, πριν φύγουν για τη μακρινή Αυστραλία, πρέπει να ακολουθήσουμε την υπόδειξη του κ. Βαρουφάκη.
Να κάνουμε ένα by -pass στο δημόσιο τομέα και σταδιακά να αντικαταστήσουμε το σημερινό φαύλο και πελατειακό κράτος με τη μεγάλη διαφθορά, σύμφωνα με τις εκθέσεις του ΟΟΣΑ, με ένα σύγχρονο και ευέλικτο κράτος με νέους και καταρτισμένους στην τεχνολογία υπαλλήλους. Και ασφαλώς αυτό συνεπάγεται και αλλαγή πολιτικού προσωπικού...
ΠΗΓΗ: tovima.gr