Του Ρούσσου Βρανά
Δεν έχω. Δεν μπορώ. Δεν πληρώνω.
Με αυτή τη λογική σειρά.
Δεν τρελάθηκαν ξαφνικά οι άνθρωποι.
Ούτε έγιναν πιο κακοί πολίτες από τη μια μέρα στην άλλη.
Απλώς έγιναν πιο φτωχοί, πληρώνοντας για... το πάπλωμα που με αυτό σκεπάστηκαν άλλοι.
Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο.
Στη δεκαετία του 1960, στην Ιταλία, μιλούσαν για ένα «οικονομικό θαύμα». Ομως, δεν ωφελήθηκαν από αυτό όλοι το ίδιο.
Και την επόμενη δεκαετία, εκείνοι που είχαν ωφεληθεί λιγότερο ή και καθόλου, κλήθηκαν να πληρώσουν το κόστος μιας οικονομικής και πετρελαϊκής κρίσης.
Ετσι, το 1974, στον ιταλικό Βορρά, όταν οι εργαζόμενοι του Τορίνου ανακάλυψαν ένα πρωί, πως το εισιτήριο του αστικού λεωφορείου είχε αυξηθεί 30% (φορτωμένο με νέους φόρους), αρνήθηκαν να το πληρώσουν και εξέδωσαν δικά τους εισιτήρια με την παλιά τιμή.
Και έστησαν πάγκους έξω από τους σταθμούς των λεωφορείων με πανό που έγραφαν: «Μη δεχτείτε να πληρώσετε την αύξηση!».
Υστερα από μερικές μέρες, η διεύθυνση των λεωφορείων ανακάλεσε την αύξηση.
Το επόμενο βήμα ήταν, να προχωρήσουν οι εργαζόμενοι σε παρόμοιες μειώσεις και στο ηλεκτρικό, όχι μόνο στο Τορίνο, αλλά και στο Μιλάνο, όταν η ιταλική ΔΕΗ (ENEL) φούσκωσε τους λογαριασμούς με νέους φόρους. Οι εργαζόμενοι τύπωναν πάνω σε αυτούς τους λογαριασμούς ένα νέο ποσό μειωμένο κατά 50% και τους πλήρωναν κανονικά στα ταμεία της ηλεκτρικής εταιρείας.
Ενας σημαντικός παράγοντας της επιτυχίας αυτής της πρωτοβουλίας ήταν η αλληλεγγύη που επέδειξαν οι εργαζόμενοι της κρατικής εταιρείας ηλεκτρισμού. Αρνήθηκαν να εκτελέσουν τις εντολές και να βυθίσουν στα σκοτάδια τους απείθαρχους. Κανείς υπάλληλος δεν διανοήθηκε να τους κόψει το ρεύμα, που η εταιρεία το χρέωνε πανάκριβα στα νοικοκυριά, αλλά έκανε έκπτωση 25% στους βιομηχάνους. Μέχρι το τέλος του 1974, χιλιάδες λογαριασμοί είχαν πληρωθεί έτσι, με σκόντο που επέβαλαν τα ίδια τα εργατικά νοικοκυριά στις μεγάλες ιταλικές πόλεις (μόνο στο Τορίνο 140.000).
Εκτός από το ηλεκτρικό, σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως στη Νάπολι, έγραφε τότε η εφημερίδα «Λότα Κοντίνουα», οι εργαζόμενοι επέβαλαν μειώσεις και στους λογαριασμούς του νερού και του φυσικού αερίου, πάντα με την αλληλεγγύη των εργαζομένων στις αντίστοιχες κρατικές εταιρείες.
Τι ζητούσαν στην ουσία εκείνοι οι εργαζόμενοι;
Να μην πληρώσουν αυτοί το κόστος της κρίσης. Και να πάρουν πίσω, ένα μέρος από τον κοινωνικό πλούτο που παρήγαν, χωρίς ποτέ να τους τον πληρώνει κανείς. Ούτε καν με τον ανταποδοτικό χαρακτήρα των φόρων, που μόνο αυτός τους νομιμοποιεί στη συνείδηση των φορολογουμένων (οι οικονομικές κρίσεις πάντα δικαίωναν κάθε κρατική αυθαιρεσία).
Με το ξέσπασμα της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, το 2008, ο βέλγος φιλόσοφος Ραούλ Βανεγκέμ δήλωνε απορημένος:
«Οι άνθρωποι τρέχουν πρόθυμα να πληρώσουν τους φόρους τους, για να ξαναγεμίσουν τα ταμεία, τα οποία άδειασαν οι κερδοσκόποι που κάθησαν στον σβέρκο των κρατών.
Θα ακολουθήσουν άραγε οι πολίτες, εκείνους που θέλουν να τους οδηγήσουν στο σφαγείο;».
ΠΗΓΗ: tanea.gr