16 Αυγ 2011
Η κριτική του «υπαρκτού» ως επιβεβαίωση του Μαρξ. Του Γιώργου Ρούσση
Ελαφραίνοντας κάπως το αναγνωστικό μου ρεπερτόριο λόγω διακοπών, έτυχε να διαβάσω διαδοχικά δυο βιβλία, που αναφέρονται στον ρώσικο και τον κουβανέζικο «σοσιαλισμό».
Πρόκειται για το "Επιστροφή από τη Σοβιετική Ενωση" του Αντρέ Ζιντ και για τον "βασιλιά της Αβάνας" του Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες.
Τα δυο αυτά βιβλία είναι διαφορετικά από...
πολλές απόψεις.
Το πρώτο είναι γραμμένο το 1936, αφορά τη Σοβιετική Ενωση και έχει τη μορφή κριτικών ταξιδιωτικών εντυπώσεων.
Ο Ζιντ ξεκινά από την αρχή ότι «το ψέμα [...] μπορεί να είναι χρήσιμο [...] αλλά αυτό εξυπηρετεί τον εχθρό, [ενώ] η αλήθεια, όσο οδυνηρή και αν είναι, μπορεί να πληγώσει αλλά γιατρεύει», και επίσης από την αρχή, ότι η αξία ενός συγγραφέα είναι συνδεδεμένη με τη δύναμη του να εναντιώνεται, με τον αντικομφορμισμό του.
Ετσι λοιπόν, ενώ εκείνη την περίοδο δηλώνει κομμουνιστής και φίλα προσκείμενος στη Σοβιετική Ενωση, παράλληλα με τα όσα θετικά αναφέρει για αυτήν και δεν είναι λίγα (παιδικοί σταθμοί, πολιτιστικά και παραθεριστικά κέντρα, εκπαιδευτικό σύστημα, κυριαρχία αισθημάτων συντροφικότητας και ανθρωπιάς...) δεν παραλείπει να αναφέρει όλα τα αρνητικά που παρατηρεί, όπως την έλλειψη εμπορευμάτων ακόμη και των πιο απαραίτητων, την κακή τους ποιότητα, την αδράνεια των εργαζομένων, η οποία ήταν και ο λόγος που εφευρέθηκε και προβλήθηκε ο σταχανοβισμός, τους χαμηλούς μισθούς και την τραγική φτώχεια, το στεγαστικό, την ανάδειξη ενός προνομιούχου γραφειοκρατικού στρώματος , τη μονοσήμαντη επίσημη σκέψη, τη μη ενημέρωση για τα τεκταινόμενα στην ίδια τη Σοβιετική Ενωση και κυρίως εκτός αυτής, τις τραγικές συνθήκες ανελευθερίας, το υποταγμένο, φοβισμένο, δουλοπρεπές πνεύμα, τη δικτατορία ενός ανδρός, τις στημένες δίκες , τη βαθύτατα συντηρητική αντιμετώπιση της τέχνης.
Και όλα αυτά το 1936, όταν οι κριτικές τοποθετήσεις από κομμουνιστές προς τη Σοβιετική Ενωση σπάνιζαν, και όταν η προσωπικότητα του Στάλιν δέσποζε στην ψυχή και στο νου των δυτικών κομμουνιστών -τροτσκιστών εξαιρουμένων.
Ο Κουβανός Γκουτιέρες από τη πλευρά του, λιγότερο αντικειμενικός από τον Ζιντ, περιγράφει σε μυθιστορηματική μορφή και μ' ένα μπουκοφσκικό ύφος, διανθισμένο από μια έντονη σεξουαλικότητα, η οποία έτσι κι αλλιώς, όπως η μουσική, είναι διάχυτη στην κουβανική ατμόσφαιρα, την πιο σκοτεινή πλευρά της Κούβας, της περιόδου αμέσως μετά την κρίση επιβίωσης που έπληξε το νησί, έπειτα από την κατάρρευση του συστήματος του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην Ευρώπη το 1989.
Κι αν εύκολα μπορεί να τον κατηγορήσει κανείς, ότι η Κούβα δεν είναι μόνον αυτό που περιγράφει, αλλά και πολλά άλλα θετικά στα οποία απαξιοί να αναφερθεί, θα είχε απόλυτο δίκιο να αντιτάξει, ότι η Κούβα είναι και αυτό που περιγράφει. Δηλαδή μια πολύ φτωχή χώρα, με ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της να αγωνίζεται για να επιβιώσει, και ένα άλλο να ονειρεύεται να φύγει από αυτήν, με εκπληκτικά παλιά κτίρια υπό κατάρρευση, στα οποία οι άνθρωποι ζουν κάτω από άθλιες συνθήκες, με εκτεταμένη πορνεία και αλκοολισμό, με περιοχές όπως το Βαραδέρο που τις χαίρονται μόνον οι τουρίστες και ελάχιστοι ντόπιοι προνομιούχοι.
Επειδή όμως, όπως έλεγε και η γνωστή κομμουνίστρια, ποιήτρια και συγγραφέας συντρόφισσα του Αραγκόν, Ελσα Τριολέ, «το κακό, μόνον προσπαθώντας να το φωτίσουμε και όχι αρνούμενοι την ύπαρξή του μπορούμε να το καταπολεμήσουμε», καλό είναι, να μην παραβλέπουμε αυτές τις αρνητικές πτυχές του «υπαρκτού σοσιαλισμού», οι οποίες αν μη τι άλλο επιβεβαιώνουν περίτρανα τους κλασικούς, όταν έγραφαν στη «Γερμανική ιδεολογία» ότι, αν δεν υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο ένα υψηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, τότε «η στέρηση θα γίνονταν απλώς γενική και με τη φτώχεια θα ξανάρχιζε ο αγώνας για τα αναγκαία και θα αναπαράγονταν αναγκαστικά όλες οι παλιές βρομιές».
Αυτό συνέβη στη Σοβιετική Ενωση, το ίδιο συμβαίνει και στην Κούβα, η οποία ναι μεν είναι αξιοθαύμαστη που μπορεί και επιβιώνει μετά την τραγική αποδυνάμωσή της από την κατάρρευση του ευρωπαϊκού «υπαρκτού σοσιαλισμού» και το εμπάργκο που της έχει επιβληθεί, από την άλλη όμως δεν μπορεί να αποφύγει «όλες τις παλιές βρομιές» τις οποίες και περιγράφει, η αλήθεια είναι με άγρια ρεαλιστικό τρόπο, ο Γκουτιέρες.
Αντί, λοιπόν, να αποκρύβουμε αυτήν τη μεγάλη αλήθεια και να επιμένουμε στην άκριτη υπεράσπιση του «υπαρκτού», και δη των πιο σκοτεινών πτυχών του, αντί να κάνουμε τα στραβά μάτια στο γεγονός ότι, π.χ. η ανελευθερία για τις λαϊκές μάζες και τα προνόμια της νομενκλατούρας που ίσχυαν στην Σοβιετική Ενωση, ή η μαζική πορνεία, που υπάρχει στην Κούβα είναι ασύμβατα με το σοσιαλισμό, ας αντιτάξουμε το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τη Ρωσία του 1917 και την Κούβα, στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες είναι σήμερα ώριμες οι συνθήκες, έτσι ώστε μετά την επανάσταση να αποφευχθούν αυτές και άλλες βρομιές και να περάσει η ανθρωπότητα στην εποχή της πραγματικής της ιστορίας.
Αυτός και όχι ο στρουθοκαμηλισμός είναι ο μόνος τρόπος για να υπερασπιστούμε το σοσιαλισμό και να τον καταστήσουμε ελκτικό.
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΟΥΣΗ Καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου grousis@ath.forthnet.gr
ΠΗΓΗ: enet.gr