7 Ιουλ 2011

ΕΠΙΣΤΗΜΗ: Γεννήθηκε ο άνθρωπος που θα ζήσει 150 χρόνια


Μια συνταρακτική αποκάλυψη ενός Βρετανού επιστήμονα έρχεται να ταράξει τα νερά της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης και ειδικότερα της Γενετικής Μηχανικής. 
Εάν οι προβλέψεις του Aubrey de Grey επαληθευτούν, τότε ο πρώτος άνθρωπος που θα ζήσει για να δει τα 150α...
γενέθλιά του, έχει ήδη γεννηθεί.

Και μάλιστα, ο πρώτος άνθρωπος που θα ζήσει για μία χιλιετία, θα είναι κατά μόλις 20 χρόνια νεώτερός του!

Ο ιατρός-γεροντολόγος και επικεφαλής ενός επιστημονικού ιδρύματος, αφιερωμένου στην έρευνα για τη μακροζωία, δόκτωρ de Grey, εκτιμά ότι οι γιατροί της εποχής του θα έχουν όλα τα απαιτούμενα εργαλεία, προκειμένου να «θεραπεύσουν» τη γήρανση, εξαλείφοντας ασθένειες που έρχονται ως συνέπεια αυτής και επεκτείνοντας το προσδόκιμο ζωής επ’ αόριστον.

«Θα έλεγα, ότι έχουμε 50-50 πιθανότητες να φέρουμε τη γήρανση σε ένα, όπως θα το αποκαλούσα, αποφασιστικό επίπεδο ιατρικού ελέγχου μέσα στα επόμενα 25 περίπου χρόνια», δηλώνει ο δρ. de Grey κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης, λίγο προτού πραγματοποιήσει μια διάλεξη στο Βασιλικό Ινστιτούτο Επιστήμης της Βρετανίας.

Ο de Grey φαντάζεται μια εποχή, όταν ο άνθρωπος θα επισκέπτεται τον θεράποντα γιατρό του για μια τακτική «συντήρηση», η οποία, μέχρι τότε, θα περιλαμβάνει γονιδιακές και βλαστοκυτταρικές θεραπείες, αναζωογόνηση του ανοσοποιητικού συστήματος και μια σειρά από άλλες προηγμένες ιατρικές τεχνικές που θα τον διατηρούν σε καλή φόρμα.

Ο ίδιος περιγράφει τη γήρανση, ως μια μακροχρόνια συσσώρευση μοριακών και κυτταρικών καταστροφών σε ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα.

Το πόσο μακριά αλλά και το πόσο γρήγορα μπορεί το προσδόκιμο ζωής να αυξηθεί στο μέλλον, αποτελεί αντικείμενο δημόσιας συζήτησης, αλλά η γενικότερη τάση του είναι ξεκάθαρη. Τουλάχιστον τρεις μήνες κατά μέσο όρο προστίθενται ετησίως στο προσδόκιμο ζωής, και οι ειδικοί εκτιμούν ότι θα υπάρχουν τουλάχιστον εκατονταετείς άνθρωποι σε ολόκληρο τον πλανήτη έως το 2030.
Στις μέρες μας, ο μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωπος έζησε μέχρι την ηλικία των 122 ετών στην Ιαπωνία, ενώ, μόνο το 2010, υπήρχαν περισσότεροι από 44.000 άνθρωποι που είχαν συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής.

Ωστόσο, κάποιοι ερευνητές λένε ότι η τάση προς την επέκταση της μακροζωίας ενδέχεται να καταρρεύσει, εξαιτίας μιας επιδημίας της παχυσαρκίας που πλέον εξαπλώνεται από τις αναπτυγμένες χώρες προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο.

Οι ιδέες του de Grey μπορεί να μοιάζουν παρατραβηγμένες.
Εντούτοις, τα 20.000 δολάρια που πρόσφερε το 2005 η Επιστημονική Επιθεώρηση του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (MIT), προκειμένου οποιοσδήποτε μοριακός βιολόγος να αποδείξει ότι η θεωρία του de Grey σχετικά με τις Στρατηγικές για τη Μηχανική Απαλλαγή του Γήρατος (SENS) είναι τόσο λανθασμένες, ώστε να είναι και ανάξιες λόγου, δεν τα κέρδισε κανείς ποτέ.

Θεραπεία κυττάρων

Για μερικούς, η προοπτική του να ζήσουν για εκατοντάδες χρόνια δεν μοιάζει και τόσο ελκυστική, καθώς παραπέμπει σε μια εικόνα γενεών με άρρωστους, αδύναμους, γέρους ανθρώπους αλλά και σε κοινωνίες, οι οποίες αδυνατούν ολοένα και περισσότερο να αντεπεξέλθουν στις δυσκολίες.
Ωστόσο, ο δόκτωρ de Grey επισημαίνει, πως δεν είναι αυτό το αντικείμενο της εργασίας του. Πρωταρχικός στόχος του παραμένει η εξάλειψη των θανατηφόρων ασθενειών.

«Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για τη προσπάθεια να κρατήσουμε έναν άνθρωπο ζωντανό, αλλά με κακή υγεία», υπογραμμίζει, μιλώντας στο Reuters. «Το ζήτημα είναι να αποτρέψουμε τους ανθρώπους από το να αρρωσταίνουν εξαιτίας του γήρατος. Οι συγκεκριμένες θεραπείες, πάνω στις οποίες εργαζόμαστε, θα προσδώσουν μακροζωία μόνον όταν καλυτερεύσουμε τις συνθήκες υγείας».

«Η θεραπεία με βλαστοκύτταρα διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο σε όλη αυτή τη διαδικασία. Είναι σχεδιασμένη με τέτοιο τρόπο, ώστε να αναστρέφει κάθε τύπο βλάβης, κυρίως την απώλεια κυττάρων, όταν αυτά πεθαίνουν και δεν αποκαθίστανται αυτόματα, και ήδη πραγματοποιούνται κλινικές δοκιμές (σε ανθρώπους)», είπε.

Στις μέρες μας, οι θεραπείες με βλαστοκύτταρα δοκιμάζονται σε άτομα με τραύματα στη σπονδυλική στήλη, και ο de Grey αλλά και οι άλλοι λένε, ότι κάποια μέρα ενδέχεται να βρεθούν τρόποι θεραπείας για ασθένειες που προκαλούν βλάβες στον εγκέφαλο και την καρδιά.

Οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι εκείνες που συνδέονται κατά κύριο λόγο με το γήρας και ο de Grey υποστηρίζει, ότι οι επιστήμονες έχουν ακόμη πολύ δρόμο να διαβούν, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουν ποιο μονοπάτι πρέπει να ακολουθήσουν.

Οι ασθένειες που προκαλούν καρδιακή ανεπάρκεια, εμφράγματα και εγκεφαλικά προκαλούνται από τη συσσώρευση ορισμένων τύπων, τους οποίους ο Βρετανός επιστήμονας αποκαλεί «μοριακά σκουπίδια» - υποπροϊόντα των διαδικασιών του μεταβολισμού στον ανθρώπινο οργανισμό – τα οποία το σώμα μας δεν μπορεί να τα εξαλείψει ή να τα αποβάλει.

Ο de Grey συνεργάζεται με τους συναδέλφους τους στις Η.Π.Α. προκειμένου να ταυτοποιήσει ένζυμα σε άλλα είδη του ζωικού βασιλείου, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να καταστρέφουν τα σκουπίδια αυτά και να καθαρίζουν τα κύτταρα – ο στόχος, επομένως, είναι να βρεθούν οι γενετικές θεραπείες, οι οποίες θα δώσουν τη δυνατότητα αυτή στον άνθρωπο.

Ο δόκτωρ de Grey διστάζει, μολαταύτα, να κάνει ασφαλείς προβλέψεις σχετικά με το πόσο θα επεκταθεί το προσδόκιμο της ζωής στο μέλλον, αλλά επιμένει ότι, μαζί με κάθε μεγάλη τεχνολογική πρόοδο στον τομέα της μακροζωίας, οι επιστήμονες θα χρειάζονται ολοένα και περισσότερο χρόνο προκείμενο να προχωρήσουν παρακάτω.

Κατά την άποψή του, τούτο συνεπάγεται ότι ο πρώτος άνθρωπος που θα ζήσει έως τα 1.000 του χρόνια είναι πιθανό να γεννηθεί σε λιγότερο από 20 χρόνια, αφού γεννηθεί ο πρώτος άνθρωπος που θα συμπληρώσει τα 150α του γενέθλια.

«Η μακροζωία ξεφεύγει από την ταχύτητα. Έτσι το αποκαλώ. Όταν, δηλαδή, έχουμε ένα επαρκές και κατανοητό πλαίσιο θεραπειών, ικανών να περιορίσουν την αρρώστια στα ηλικιωμένα άτομα γρηγορότερα σε σχέση με τον χρόνο. Και με αυτό τον τρόπο κερδίζουμε περισσότερο χρόνο, προκειμένου να αναπτύξουμε κι άλλες θεραπείες, καθώς ο καιρός περνά», λέει ο καθηγητής.

«Ωστόσο», καταλήγει ο καθηγητής, «δεν πρέπει να τίθεται κανένας φραγμός βάσει του πότε γεννήθηκε κάποιος. Το όλο θέμα με τη συντήρηση είναι ότι λειτουργεί επ’ αόριστον».

ΠΗΓΗ: AEGEAN TIMES