24 Δεκ 2010
Οι εξωγήινοι αργούν ακόμη
Ας ανακεφαλαιώσουμε: στις 2 Δεκεμβρίου, η NASA, ύστερα από μια σχεδόν «διαφημιστική» καμπάνια μυστηρίου, ανακοίνωσε την ανακάλυψη ενός βακτηρίου που χρησιμοποιεί αποκλειστικά αρσενικό για τη δόμηση του DNA του - και όχι φώσφορο, όπως κάθε επίγεια μορφή ζωής....
«Ανοίξαμε διάπλατα την πόρτα στην πιθανότητα ζωής και αλλού στο Σύμπαν», δήλωσε περήφανα στη συνέντευξη τύπου η Φελίσα Γουλφ-Σάιμον του Ινστιτούτου Αστροβιολογίας της NASA και της Γεωλογικής Επιθεώρησης των ΗΠΑ, επικεφαλής της έρευνας.
Οι αστροβιολόγοι της NASA πήραν δείγματα ενός είδους βακτηρίου, που ονόμασαν GFAJ-1 από τη γεμάτη ορυκτά ηφαιστειακή λίμνη Μόνο της Βόρειας Καλιφόρνιας και στο εργαστήριο, σταδιακά μείωσαν την παροχή φωσφορικών αλάτων, αντικαθιστώντας τα με αρσενικό. Τα μικρόβια συνέχισαν να αναπτύσσονται με τη νέα τους, δηλητηριώδη διατροφή. Και άρα... ιδού η λογική συνέπεια, που πλημμύρισε τα ΜΜΕ του κόσμου: «Η NASA ανακάλυψε εξωγήινη μορφή ζωής».
Ομως, η Ρόζι Ρέντφιλντ, καθηγήτρια Μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο British Columbia, διαβάζοντας τη μελέτη εξοργίστηκε από την ελλιπή τεκμηρίωση και δημοσίευσε στο ιστολόγιό της μια απαξιωτική κριτική της μεθόδου που ακολουθήθηκε.
Με τη σειρά του, ο Καρλ Ζίμερ, γνωστός επιστημονικός συντάκτης, ζήτησε τη γνώμη ειδικών για λογαριασμό του έγκυρου διαδικτυακού περιοδικού «Slate». Απαντήσεις;
«Θα ήταν πραγματικά ψώνιο αν υπήρχε τέτοιο μικρόβιο, αλλά κανένα από τα επιχειρήματα δεν είναι αρκετά πειστικό από μόνο του», ήταν η θετικότερη κριτική από τον Φόρεστ Ρόβερ του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Σαν Ντιέγκο, που αναζητά νέα είδη βακτηρίων και ιών σε κοραλλιογενείς υφάλους.
«Η μελέτη αυτή δεν θα έπρεπε να έχει δημοσιευθεί», δήλωσε η Σέλεϊ Κόπλεϊ του Πανεπιστημίου του Κολοράντο.
Κανείς από τους επιστήμονες που πήραν τη σκυτάλη της κριτικής δεν απέκλεισε την ύπαρξη ενός τέτοιου «περίεργου» βακτηρίου (όντως, μερικοί από αυτούς είχαν συνυπογράψει το 2007 μια έκθεση για την εξωγήινη ζωή προς τις Εθνικές Ακαδημίες Επιστημών των ΗΠΑ, όπου υποστήριζαν πως πρέπει να ενταθούν οι έρευνες, μεταξύ άλλων, και στις βασισμένες στο αρσενικό βιολογικές μορφές). Ολοι όμως θεώρησαν ότι η ομάδα της ΝΑΣΑ δεν πήρε τα απαραίτητα μέτρα, ώστε τα πορίσματά της να είναι αξιόπιστα.
Για παράδειγμα, όταν αφαίρεσαν προς εξέταση το DNA από τα βακτήρια, δεν έκαναν τα απαραίτητα βήματα, ώστε να ξεπλύνουν άλλα είδη μορίων. Με αυτό τον τρόπο, το αρσενικό μπορεί απλώς να προσκολλήθηκε στο DNA, όπως μια τσίχλα στο παπούτσι.
Εξάλλου, οι επιστήμονες της NASA παραδέχονται στην έκθεσή τους, πως τροφοδοτούσαν τα βακτήρια με άλατα που περιείχαν και ελάχιστες ποσότητες φωσφόρου. Οι επικριτές τους ισχυρίζονται, πως είναι πολύ πιθανό τα βακτήρια να επέζησαν με αυτά τα ψήγματα γήινης «τροφής» (στη Θάλασσα των Σαργασσών υπάρχουν πολλά μικρόβια που επιβιώνουν με 300 φορές λιγότερα φωσφορικά άλατα).
Οι συγγραφείς της μελέτης δεν έχουν απαντήσει σε όσα τους προσάπτουν, ισχυριζόμενοι ότι πρέπει να ακολουθηθούν οι δέουσες επιστημονικές διαδικασίες επαλήθευσης.
«Είναι κάπως φτηνό να λένε κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που έκαναν όλο αυτόν τον ντόρο στα ΜΜΕ, πριν καν δημοσιεύσουν τη μελέτη», λέει η Ρέντφιλντ.
Εξάλλου, ένας παλιός καθηγητής της Φελίσα Γουλφ-Σάιμον αποκάλυψε ότι τα αρχικά GFAJ-1 δεν παραπέμπουν σε κάποια εξωτική χημική σύνθεση, αλλά στο «Give Felisa Α Job» («Δώστε δουλειά στη Φελίσα») - κάτι που δεν είναι ακριβώς κολακευτικό για τα κίνητρα της ερευνήτριας.
Οσο για τα κίνητρα της NASA, ο Τζον Ροθ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας λέει: «Υποπτεύομαι πως η NASA έψαχνε τόσο εναγωνίως τη θετική δημοσιότητα, που δεν έκανε τον κόπο να αναζητήσει σοβαρές συμβουλές από ειδικούς στο DNA και στη μικροβιολογία».
Ακόμη κι αν όλες οι επικρίσεις πυροδοτήθηκαν από τη (διόλου ασυνήθιστη) επιστημονική ζηλοφθονία, είναι γεγονός ότι υπάρχουν αρκετά κενά στην τεκμηρίωση, τα οποία και οι ίδιοι οι ερευνητές της NASA δηλώνουν πως θα διερευνήσουν συν τω χρόνω και ψύχραιμα.
Σ' αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι πρόσφατες ανακοινώσεις για την εύρεση ανάλογων βακτηρίων στον πυθμένα του υποθαλάσσιου ηφαιστείου Κολούμπος, στα ανοιχτά της Σαντορίνης, όπου η έμφαση δίνεται σε αυτό που βεβαιωμένα ισχύει: πρόκειται για οργανισμούς οι οποίοι δεν φωτοσυνθέτουν παρά «χημοσυνθέτουν» στο σκοτεινό και τοξικό τους περιβάλλον.
Οποιο άλλο συμπέρασμα, πρέπει να περάσει από τη βάσανο της επιστημονικής επαλήθευσης, πριν γίνει πιασάρικο αφιέρωμα στις «Πύλες του Ανεξήγητου».
ΠΗΓΗ: enet.gr