Σαν βόμβα έσκασαν χτες οι παραιτήσεις των δύο οικονομικών εισαγγελέων Γρηγόρη Πεπόνη και Σπύρου Μουζακίτη, οι οποίοι, σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή στον αγώνα για την πάταξη της φοροδιαφυγής, κατήγγειλαν...
παρεμβάσεις στο έργο τους από οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα του οικονομικού εγκλήματος.
Αφορμή για τις παραιτήσεις των δύο εισαγγελικών λειτουργών, που προκάλεσαν πολιτικό σεισμό, ήταν σχέδιο νόμου, με το οποίο καταργείται ουσιαστικά το σημερινό τμήμα και η δίωξη του οικονομικού εγκλήματος ανατίθεται σε αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Οξύτατη ήταν η αντίδραση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Οικονομικών, Ευάγγελου Βενιζέλου, και του υπουργού Δικαιοσύνης, Μιλτιάδη Παπαϊωάννου, οι οποίοι σε κοινή τους ανακοίνωση υποστήριξαν ότι «το σχετικό προσχέδιο ετέθη υπόψη τού κ. Πεπόνη, για να διατυπώσει και εγγράφως την άποψή του, χωρίς να έχει διαμορφωθεί σε κανένα πολιτικό επίπεδο κυβερνητική απόφαση για την ανάληψη της σχετικής νομοθετικής πρωτοβουλίας», ενώ χαρακτήρισαν την παραίτηση «βεβιασμένη και υπερβολική δημόσια αντίδραση των δύο αντιεισαγγελέων εφετών, που δημιουργεί την εντύπωση ότι οι θεσμοί δυσλειτουργούν...», ενώ τους κάλεσαν «να αναφέρουν αμέσως συγκεκριμένα στοιχεία...».
Ωστόσο, οι δύο εισαγγελείς, οι οποίοι το τελευταίο διάστημα είχαν χειριστεί με επιτυχία μεγάλες υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος και είχαν πρωταγωνιστήσει στη σύλληψη οικονομικών παραγόντων για χρέη προς το Δημόσιο, ενώ παράλληλα είχαν ανοίξει ιδιαίτερα σημαντικές έρευνες οικονομικών υποθέσεων, που «άγγιζαν» και πρόσωπα του δημόσιου βίου, φέρονταν ιδιαίτερα δυσαρεστημένοι από την αντιμετώπισή τους, κάτι που προκύπτει ευθέως από το ότι στην επιστολή τους χαρακτηρίζουν την αντικατάστασή τους με το υπό προώθηση σχέδιο νόμου ως πρόφαση!
Στην επιστολή τους, που είναι γραμμένη σε ιδιαίτερα «σκληρή γλώσσα» και διαβιβάστηκε μέσω του προϊσταμένου τους, αρμόδιου για οικονομικά θέματα αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ν. Παντελή, στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ι. Τέντε, εξηγούσαν τους λόγους της παραίτησής τους, ενώ ζήτησαν την αντικατάστασή τους από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
Μεταξύ άλλων ανέφεραν:
«Παρά το γενικότερο αρνητικό κλίμα και με πλήρη επίγνωση της ιδιάζουσας σχέσης μεταξύ της νεοελληνικής πραγματικότητας και του εν Ελλάδι αναπτυσσόμενου οικονομικού εγκλήματος, αποδεχτήκαμε ασμένως τον διορισμό μας, εμφορούμενοι από ειλικρινή διάθεση προσφοράς και βαθιάς προσήλωσης στο υπηρεσιακό καθήκον μας».
«Δεν επιδιώξαμε να γίνουμε αρεστοί, ούτε να εξασφαλίσουμε ανοχές των παντός είδους πολυποίκιλων οικονομικών συμφερόντων, έναντι των οποίων η συγκρουσιακή μας πορεία με γνώμονα τη νομιμότητα ήταν δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη».
«Ηδη, με σχέδιο νόμου, που πρόκειται να κατατεθεί και μας κοινοποιήθηκε, όλως προφασιστικώς και με δήθεν επιχειρήματα ως αιτιολογία, επιχειρείται η αντικατάστασή μας και η απαλλαγή από την παρουσία μας».
«Επειδή ουδέποτε επιδιώξαμε θέσεις και αξιώματα, δεν δεχόμαστε να είμαστε εισαγγελείς υπό απαγόρευση και καθ΄υπαγόρευση. Πολλώ μάλλον δε, δεν δεχόμαστε να αποτελέσουμε άλλοθι και μία θεσμική κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα πολυποίκιλα οργανωμένα συμφέροντα και τους ποικιλώνυμους εκφραστές τους που δραστηριοποιούνται και αναπτύσσονται στην γκρίζα ζώνη του οικονομικού εγκλήματος».
Σύμφωνα με πληροφορίες, το... φιτίλι είχε ανάψει από προχτές, όταν σε συζήτηση που προηγήθηκε - στην οποία μετείχε και ο κ. Πεπόνης - για το εάν θα ήταν προτιμότερο για λόγους «δικονομικούς» να τοποθετηθεί αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ως οικονομικός εισαγγελέας, είχαν διαφωνήσει με τη ρύθμιση τόσο ο αντιεισαγγελέας του ΑΠ και πρόεδρος της Αρχής νομιμοποίησης χρημάτων από εγκληματική δραστηριότητα, Παναγιώτης Νικολούδης, όσο και ο αντιεισαγγελέας εφετών και ειδικός γραμματέας του ΣΔΟΕ, Γιάννης Διώτης, οι οποίοι υπεραμύνθηκαν της υπάρχουσας κατάστασης, θεωρώντας ότι ο θεσμός λειτουργεί ικανοποιητικά όπως είναι σήμερα.
Κοινή δήλωση από Ευ. Βενιζέλο και Μ. Παπαϊωάννου
«Βεβιασμένη και υπερβολική» χαρακτήρισαν την αντίδραση των δύο εισαγγελέων ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης - υπουργός Οικονομικών Ευ. Βενιζέλος και ο υπουργός Δικαιοσύνης Μ. Παπαϊωάννου, εκφράζοντας ταυτόχρονα «θεσμική έκπληξη» για την ενέργειά τους και ζητώντας άμεση παρέμβαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιω. Τέντε.
Ετσι αναμένεται να διενεργηθεί έρευνα προκειμένου να κατονομάσουν οι δύο εισαγγελείς «πρόσωπα και πράγματα» και συγκεκριμένες παρεμβάσεις στο έργο τους.
Οι υπουργοί καταλογίζουν στους οικονομικούς εισαγγελείς, ότι με την κίνησή τους επιχειρούν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι οι θεσμοί δυσλειτουργούν και ότι αποτελεί παρέμβαση στα καθήκοντά τους ακόμα και η σκέψη να ανατεθούν καθήκοντα οικονομικού εισαγγελέα σε αντεισαγγελέα ΑΠ. Η στάση αυτή πλήττει βαθιά το κύρος της Δικαιοσύνης - συνεχίζουν - συνιστά σαφή προσβολή της εισαγγελίας ΑΠ και θέτει σημαντικά ζητήματα κύρους και αξιοπιστίας της Δικαιοσύνης, επί των οποίων είναι βέβαιο ότι θα επιληφθεί αμέσως ο εισαγγελέας ΑΠ.
Τελευταία - επισημαίνουν οι υπουργοί - έγιναν πολύ σημαντικά βήματα κατά της φοροδιαφυγής με ενεργοποίηση ποινικών διατάξεων και είναι κρίμα να δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις στην κοινή γνώμη. Οι πολίτες δεν αντέχουν άλλο υπαινιγμούς, αοριστίες και μάλιστα από εισαγγελείς ταγμένους στην υπηρεσία του δημόσιου συμφέροντος.
Σε κοινή ανακοίνωση οι Ευ. Βενιζέλος, Μ. Παπαϊωάννου παρατηρούν: «Οποιος ισχυρίζεται ότι υπάρχει θέμα «υπαγόρευσης ή απαγόρευσης» στη δράση του ως εισαγγελέα οφείλει να αναφέρει αμέσως συγκεκριμένα στοιχεία, διαφορετικά συμβάλλει στη δημιουργία «γκρίζων ζωνών», που τόσο πολύ έχουν δηλητηριάσει τον δημόσιο βίο».
Οι υπουργοί διερωτώνται πώς εκλαμβάνεται ως παρέμβαση η ανάθεση καθηκόντων οικονομικού εισαγγελέα σε βαθμολογικά ανώτερο αντεισαγγελέα ΑΠ και μήπως θεωρούνται οι αντεισαγγελείς ΑΠ επιρρεπείς στη συγκάλυψη οικονομικών εγκλημάτων ή δεκτικοί εξωθεσμικών παρεμβάσεων;
Σε σύσκεψη της Εθνικής Επιτροπής κατά της φοροδιαφυγής υπό τον Ευ. Βενιζέλο ρωτήθηκαν ο Γ. Πεπόνης και άλλοι παριστάμενοι, όπως ο αντεισαγγελέας ΑΠ Π. Νικολούδης και ο πρώην εισαγγελέας Ι. Διώτης (ειδικός γραμματέας ΣΔΟΕ) αν θα ήταν προτιμότερο να τοποθετηθεί ως οικονομικός εισαγγελέας, αντεισαγγελέας ΑΠ, για λόγους λειτουργικούς - δικονομικούς. Ολοι απάντησαν αρνητικά, καθώς ο θεσμός λειτουργεί ικανοποιητικά όπως έχει.
Ετσι, χωρίς διαμορφωμένη κυβερνητική απόφαση για συγκεκριμένη ρύθμιση, δόθηκε στον Γ. Πεπόνη προσχέδιο ρύθμισης που αναθέτει τα καθήκοντα σε αντεισαγγελέα ΑΠ. Γιατί κρίθηκε ότι ο αντεισαγγελέας ΑΠ μπορεί να απευθυνθεί σε όλη την επικράτεια, ενώ η ανάθεση σε αντεισαγγελέα Εφετών παρόμοιας τοπικής αρμοδιότητας για συντονισμό - καθοδήγηση 2.000 ανακριτικών υπαλλήλων, είναι αντίθετη στην Ποινική Δικονομία και θα δημιουργήσει πολλά δυσεπίλυτα προβλήματα στην πράξη.
Απάντηση
Εισαγγελικοί κύκλοι, ανταπαντώντας στις κυβερνητικές θέσεις, σημείωναν ότι αφού όλοι οι αρμόδιοι εισαγγελικοί διαβεβαίωσαν ότι ο θεσμός λειτουργεί καλά με τη σημερινή μορφή, δεν χρειαζόταν να επιμείνει το υπουργείο Οικονομικών στην επίμαχη ρύθμιση, παρά μόνο να αλλάξει το άρθρο 99, που επέτρεψε σε μεγαλοοφειλέτες να γλιτώσουν.
Πρόσθεταν ότι όταν θεσπίστηκε ο οικονομικός εισαγγελέας (επί υπουργίας Γ. Παπακωνσταντίνου, Χ. Καστανίδη) η Εισαγγελία ΑΠ εξήγησε ότι είναι απαραίτητο να είναι «μάχιμος» κι επομένως αντεισαγγελέας Εφετών, με εποπτεία από αντεισαγγελέα ΑΠ, σύστημα που λειτούργησε μέχρι τώρα αποτελεσματικά. Διερωτούνταν τι άλλαξε μέσα σε ελάχιστους μήνες για να χρειαστεί νομοθετική τροποποίηση;
Οι σημαντικές υποθέσεις που χειρίστηκαν οι δύο εισαγγελείς
Στον χειρισμό σημαντικών υποθέσεων είχαν προχωρήσει κυρίως το τελευταίο διάστημα οι δύο οικονομικοί εισαγγελείς Γρηγ. Πεπόνης και Σπυρ. Μουζακίτης, ενώ παράλληλα είχαν πρωταγωνιστήσει στις συλλήψεις οικονομικών παραγόντων για χρέη στο Δημόσιο.
Ειδικότερα, στα χέρια του οικονομικού εισαγγελέα Γρηγ. Πεπόνη βρισκόταν η λίστα του υπουργείου Οικονομικών με τους 14.700 οφειλέτες του Δημοσίου, που έχουν βεβαιωμένα χρέη άνω των 150.000 ευρώ. Χρειάστηκαν τουλάχιστον τρεις υπομνήσεις του κ. Πεπόνη (η πρώτη στις 13 Οκτωβρίου) προς το υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να του αποσταλεί η εν λόγω λίστα και αφού προηγήθηκε από τον ίδιο προς τους αρμοδίους η αυστηρή επισήμανση, ότι μια περαιτέρω αργοπορία μπορεί να σημάνει την ενεργοποίηση ποινικών κυρώσεων.
Aκολούθησε με γοργούς ρυθμούς από τον κ. Πεπόνη (που συνεπικουρούνταν από τον κ. Μουζακίτη) σαφάρι κατά των φοροφυγάδων. Πραγματοποιήθηκαν πολλές αυτόφωρες συλλήψεις με χειροπέδες σε επωνύμους (κάτι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα), οι οποίοι όμως στη συνέχεια αφήνονταν ελεύθεροι από τα δικαστήρια λόγω της ατέλειας του σχετικού νόμου.
Η πιο πρόσφατη έρευνα που είχαν διατάξει, ήταν στις 30 Νοεμβρίου με αφορμή δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία τα δύο μεγάλα κόμματα (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) λαμβάνουν δάνεια από τράπεζες με εγγύηση τις μελλοντικές κρατικές επιχορηγήσεις (κίνηση που, σύμφωνα με πληροφορίες, είχε προκαλέσει τη δυσφορία των δύο κομμάτων).
Ανάμεσα στις υποθέσεις που χειρίστηκαν οι δύο οικονομικοί εισαγγελείς που παραιτήθηκαν, είναι και αυτές που αφορούν:
* Στην καταγγελλόμενη παραποίηση στοιχείων του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009 από την ΕΛΣΤΑΤ.
* Στις καταγγελίες του πρώην υφυπουργού Οικονομικών Δημήτρη Κουσελά για την ύπαρξη λίστας φοροφυγάδων που δεν χρησιμοποιήθηκε από το υπουργείο Οικονομικών.
* Στην έρευνα που διατάχθηκε με αφορμή την παραίτηση Σπινέλη από τη θέση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Οικονομικών, που είχε καταγγείλει ύπαρξη παραμηχανισμού εντός του υπουργείου, το οποίο αδρανοποιεί τη διαδικασία είσπραξης προστίμων που επιβλήθηκαν.
* Επισημαίνεται ότι έναν μήνα πριν είχε κληθεί να καταθέσει στους εισαγγελείς ο γ.γ. φορολογικών και τελωνειακών θεμάτων του υπουργείου Οικονομικών Ι. Καπελέρης σχετικά με τις υποθέσεις ανείσπρακτων προστίμων που φέρονται να δραστηριοποιούνται στο λαθρεμπόριο καυσίμων.
* Παράλληλα, ο κ. Πεπόνης μαζί με τον συνάδελφό του Αντώνη Λιόγα διερεύνησαν την υπόθεση των δομημένων ομολόγων.
* Σε εξέλιξη βρισκόταν από τους δύο εισαγγελείς η έρευνα για την καταγγελία του πρώην γ.γ. Πληροφοριακών Συστημάτων Δ. Σπινέλλη, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι εξακολουθεί και ισχύει η διαφθορά στις εφορίες και το σύστημα «λαδώματος» των εφοριακών.
ΠΗΓΗ: ethnos.gr