Του Ρούσσου Βρανά
Τα μηνύματα...
Κάποτε οι αγορές άκουγαν τις κυβερνήσεις.
Υστερα, όταν μιλούσαν οι αγορές άκουγαν οι κυβερνήσεις.
Εδώ και μερικές μέρες, πρώτα στις ΗΠΑ, μίλησαν πάλι οι αγορές.
Και αυτό που είπαν, ήταν ότι η λιτότητα κάνει...
κακό στις δουλειές και ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ξοδεύουν περισσότερα, όχι λιγότερα.
κακό στις δουλειές και ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ξοδεύουν περισσότερα, όχι λιγότερα.
Οι κυβερνήσεις, όμως, κάνουν σαν να μην μπορούν να τις ακούσουν.
Δεν έχουν λόγια να πουν παρά μονάχα για τα ελλείμματα, σαν να μην είναι οι περικοπές στις δημόσιες και τις κοινωνικές δαπάνες η αιτία που οι χώρες μέρα με τη μέρα βυθίζονται πιο βαθιά στην κρίση.
Οι αγορές, όμως, δεν αντιδρούν πια σε μια «κρίση χρέους».
Αυτό που κοιτάζουν σήμερα είναι οι δουλειές και οι πωλήσεις.
Οι δουλειές και οι πωλήσεις εξαρτώνται από τη ζήτηση, δηλαδή από τα λεφτά που μπαίνουν στην τσέπη του κοσμάκη. Και τέτοια λεφτά όχι μονάχα δεν μπαίνουν, αλλά βγαίνουν από την τσέπη του για να πληρώνεται το δημόσιο χρέος.
Αυτή η αφαίμαξη, όμως, όταν το χρήμα έχει γίνει τόσο σπάνιο, χειροτερεύει ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
«Η κρίση του χρέους και των ελλειμμάτων είναι τεχνητή», λέει η Ελεν Μπράουν που έχει γράψει πολλά βιβλία γι' αυτό το ζήτημα, με σημαντικότερο το «Δίχτυ του χρέους».
«Και το μόνο που εγγυάται είναι ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και ακόμη περισσότερο πόνο».
Μαζί της συμφωνεί ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν.
Αυτό που τρομοκρατεί σήμερα πραγματικά τις αγορές, λέει, είναι ότι οι «σοβαροί πολιτικοί» έχουν βάλει «την καταπολέμηση των ελλειμμάτων στο επίκεντρο του πολιτικού διαλόγου, φέρνοντας έτσι ακόμη πιο κοντά το ενδεχόμενο μιας δεύτερης μεγάλης ύφεσης».
Και τα μαθήματα...
«Οταν η ύφεση άρχισε (το 2008), ακούγαμε τότε πολλά σοφά λόγια, πως είχαμε τάχα πάρει τα μαθήματά μας από τη μεγάλη ύφεση (του 1930)», λέει ακόμη ένας νομπελίστας οικονομολόγος, ο Τζόζεφ Στίγκλιτς.
«Σήμερα πια ξέρουμε πως δεν διδαχθήκαμε τίποτα. Το μέγεθος του προβλήματος έχει γίνει πια εμφανές. Κανείς δεν αναγκάζει τους τραπεζίτες να επιστρέψουν τα δανεικά. Και έχει γεννηθεί ένα νέος είδος "εμπιστοσύνης": η "εμπιστοσύνη" πως ό,τι και αν γίνει, τα πράγματα θα χειροτερέψουν».
Μάλιστα ο Ρόμπερτ Ράιχ, οικονομολόγος και αυτός αλλά και πρώην πολιτικός, μιλώντας για την αμερικανική κυβέρνηση λέει, πως ήταν σκόπιμη η απόφασή της να επικεντρώσει την προσοχή της σε ζητήματα, που γνώριζε εκ των προτέρων ότι ήταν λανθασμένα.
Αν κάποιοι πουν, ότι αυτό ισοδυναμεί με προδοσία, πού άραγε θα πρέπει να αναζητήσει κανείς τα αίτιά της;
Ισως σε έναν όρο παλιό, προσαρμοσμένο, όμως, στις σύγχρονες συνθήκες.
Κάποτε το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα, όπως το περιέγραφε ο Κένεθ Γκαλμπρέιθ, έλυνε και έδενε στην πολιτική και την οικονομία των ΗΠΑ.
Σήμερα, πια, μπορούμε να μιλάμε για ένα πολιτικοτραπεζικό σύμπλεγμα, μια διαπλοκή πολιτικών συστημάτων και τραπεζιτών, που έχει επιβληθεί ακόμη και στις αγορές και οδηγεί στον όλεθρο τις τύχες των ανθρώπων.
ΠΗΓΗ: tanea.gr