Υπάρχουν περισσότερες αλήθειες στο εικοσιτετράωρο ενός ανθρώπου από όσες σε όλες τις φιλοσοφίες, έλεγε ο ανατρεπτικός φιλόσοφος Ραούλ Βανεγκέµ.
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα είναι πια φανερό, πως αυτές τις αλήθειες τις έχουµε δει σχεδόν όλες.
Σιγά σιγά και ένας ένας, οι ευρωπαϊκοί... λαοί επιχειρούν να βγουν από τις φυλακές του χρέους. Κι αν βρέθηκαν τόσο εύκολα σε αυτές φυλακισµένοι, είναι επειδή εκείνοι που αποδείχτηκαν δεσµοφύλακες, παρουσιάστηκαν σαν ελευθερωτές τους.
Ο λαός.
Αυτή η λέξη που είχε τόσο αδικηθεί, ευτελιστεί, δαιµονοποιηθεί, ξαναβγαίνει στο προσκήνιο και περνάει πάλι από χείλη σε χείλη. Ο λαός επιστρέφει, αφού µέτρησε στις τσέπες του τις ζηµιές από τη λεηλασία.
Τι είναι όµως ο λαός;
Ολα και τίποτα. Ολοι και Κανένας. Ο λαός δεν είναι παρά µια στιγµή σύγκλισης. Εφήµερη αλλά και πανίσχυρη. Μια στιγµή που οι εργαζόµενοι φτωχοί, οι νεαροί άνεργοι και η τεράστια µεσαία τάξη που συνθλίβεται από την ολιγαρχία του χρήµατος, ενώνονται σε ένα. Σε µια σύγκλιση που όµως δεν γίνεται σε σκοτεινούς συναινετικούς διαδρόµους, αλλά στους δρόµους και στις πλατείες. Ανθρωποι που µπορεί να ξεκινούν καθένας από διαφορετικούς δρόµους, συγκλίνουν σε έναν χείµαρρο που ανατρέπει όσα εµποδίζουν την αναγκαία πρόοδο της κοινωνίας.
Η Ιστορία γράφεται µε τέτοιες συγκλίσεις. Αγρότες, τεχνίτες, έµποροι, µισθωτοί, µεσοαστοί, ήταν εκείνοι που άνοιξαν το δρόµο στη Γαλλική Επανάσταση του1789, µας υπενθυµίζει ο συγγραφέας και δηµοσιογράφος Ζαν-Φρανσουά Καν στη βελγική εφηµερίδα «Λε Σουάρ». Η συµµαχία της φιλελεύθερης αστικής τάξης και των εργαζοµένων οδήγησε στα ανατρεπτικά γεγονότα του 1830. Μια παρόµοια συµµαχία οδήγησε στην «άνοιξη των λαών» το 1848.
Η διαρπαγή των εθνικών οικονοµιών και η εξώνηση του πολιτικού προσωπικού των χωρών από το επιθετικό τραπεζικό κεφάλαιο έχει σήµερα υπονοµεύσει τη δηµοκρατία.
«Ποια είναι η θεµελιώδης αρχή µιας δηµοκρατικής και λαϊκής διακυβέρνησης;», αναρωτιόταν ο Ροβεσπιέρος, απευθυνόµενος στη γαλλική Εθνοσυνέλευση το 1794.
«Θέλω να πω ποια είναι εκείνη η ουσιώδης δύναµη που τη στηρίζει και την κινεί; Είναι η αρετή. Και µιλώ για τη δηµόσια αρετή, εκείνη που έκανε τόσα θαύµατα στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώµη. Γι’ αυτήν την αρετή που δεν είναι τίποτα άλλο από αγάπη για την πατρίδα και τους νόµους της. Οµως, επειδή η ουσία της δηµοκρατίας είναι η ισότητα, έπεται πως η αγάπη για την πατρίδα συµπεριλαµβάνει και την αγάπη για την ισότητα».
Τα κοινωνικά συµβόλαια που υπόσχονταν ισότητα έχουν σήµερα αντικατασταθεί από συµβάσεις µε τραπεζίτες που υπόσχονται υποτέλεια. Για όλους.
Οι λαϊκές συγκλίσεις γι’ αυτό ακριβώς είναι τόσο σηµαντικές.
Μπορεί κανείς να αφεθεί να παρασυρθεί από τον χείµαρρο.
Ή να µείνει πίσω, κολυµπώντας ενάντια στο ρεύµα, ώστε να µην αλλάξει τίποτα.
Οµως και γι’αυτούς τους τελευταίους είχε κάτι να πει εκείνος ο Βανεγκέµ:
«Μπορώ να µιλήσω ακόµη και σε πεθαµένους, αλλά δεν απευθύνοµαι ποτέ σε εκείνους που αποδέχονται µονάχοι τους τον θάνατό τους».
ΠΗΓΗ: tanea.gr