3 Ιαν 2011
[ Δρόµοι ]: Του Ρούσσου Βρανά
Τέτοιες µέρες...
γιορτινές, το οικογενειακό τραπέζι µοιάζει µε ένα προσκλητήριο. Καινούργιες αφίξεις. Μα και απουσίες. Παντοτινές. Καρέκλες αδειανές.
Την οικογένειά της...
η συγγραφέας Κρίστι Λέισλι τη θυµόταν πάντα φτωχή. Οσο δούλευαν ακόµη οι γονείςτης, ούτε σκέψη να...
πληρώνουν κάποιον για να φυλάει τα παιδιά.
Οσοι είχαν αυτήν την οικονοµική δυνατότητα, ζούσαν σε έναν παράλληλο κόσµο που δεν συναντιόταν ποτέ µε τον δικό τους.
Η οικογένειά της δεν είχε λεφτά. Είχε όµως στενούς δεσµούς. Αυτή κι ο αδελφός της µεγάλωσαν σε ένα µικρό σπίτι γεµάτο µε θείους και θείες, γιαγιάδες και παππούδες. Οσο οι γονείς τους έλειπαν στη δουλειά, ο παππούς και η γιαγιά πρόσεχαν τα παιδιά.
«Ο παππούς ήταν ένας χαρισµατικός δάσκαλος», θυµάται η Κρίστι Λέισλι, που είναι σήµερα καθηγήτρια διεθνών σπουδών στο Πανεπιστήµιο της Ουάσιγκτον. «Καθόµασταν µαζί στην τραπεζαρία και µας µάθαινε ιστορία, γεωγραφία και µαθηµατικά. Θυµάµαι πόσο µου είχε κάνει εντύπωση, που οι συµµαθητές µας στο δηµοτικό δεν µπορούσαν να µετρήσουν ούτε την ακτίνα του κύκλου. Ηταν από τα πρώτα που µου είχε µάθει ο παππούς».
Αργότερα, ο παππούς άρχισε να αρρωσταίνει ολοένα και πιο συχνά. Και η γιαγιά να δείχνει τα πρώτα σηµάδια γεροντικής άνοιας. Η σκέψη να τους κλείσουν πίσω από τους ψυχρούς τοίχους ενός γηροκοµείου, δεν περνούσε από κανέναν. «Ετσι, η φροντίδα του ανήµπορου πια σώµατος του παππού και του αδυνατισµένου πνεύµατος της γιαγιάς έπεσε στα παιδιά τους και στα παιδιά των παιδιών τους, δηλαδή στον αδελφό µου και σε µένα», συνεχίζει η Κρίστι.
«Η γιαγιά βυθιζόταν γοργά µέσα σε µια αδιαπέραστη οµίχλη, ξαναζώντας το παρελθόν της µε νεφελώδη πνεύµατα και συνοµιλώντας µε αόρατους φίλους. Και ο παππούς ένιωθε ντροπή που δεν προλάβαινε καν να ζητήσει τη βοήθειά µας, καθώς το σώµα του τον πρόδινε ολοένα και πιο συχνά».
Η φροντίδα...
... των ηλικιωµένων φέρνει αναπόφευκτα µαζί της και στιγµές µιας µακάβριας ιλαρότητας. Η ζωή στο σπίτι, όµως, γίνεται µια ρουτίνα από ατέλειωτες διαδροµές από την κρεβατοκάµαρα µε τα λερωµένα σεντόνια µέχρι το µπάνιο.
Η βαθιά οδύνη να παρατηρεί κανείς αγαπηµένα σώµατα να µαραίνονται έτσι θα ήταν αφόρητη, αν δεν υπήρχε µια «οικονοµία της αγάπης».
Ο αδελφός της Κρίστι αισθάνεται την ανάγκη να µιλήσει µε τη γλώσσα του κόσµου των επιχειρήσεων: «∆εν γίνεται να αναθέτεις τη φροντίδα ενός µέρους της οικογένειάς σου σε εργολάβους.
Είναι σαν να αναθέτεις σε αυτούς την ίδια την ανατροφή των παιδιών σου».
Ενα κλειστό... κύκλωµα φροντίδας, µια αυτάρκη οικονοµία, ένιωθε πάντα η Κρίστι την οικογένειά της.
Οπως η ευρύτερη οικονοµία, είχε κι αυτή κόστος και ρίσκο. Μα δεν υπήρχαν κέρδη προς διανοµή στους µετόχους. Τα δικά τους κέρδη ήταν η πληρότητα και κυρίως το αίσθηµα και η γνώση πως ζούσαν µια γεµάτη ζωή µε τα αγαπηµένα τους πρόσωπα.
Ετσι, η απουσία τους γίνεται σήµερα λιγότερο επώδυνη στο προσκλητήριο της αγάπης.
ΠΗΓΗ: τα νεα on-line, rvranas@otenet.gr