29 Ιουλ 2016

Κι όμως, κάποιος σκέφθηκε την έξοδο από το Ευρώ


του Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Στην συζήτηση στην Βουλή περί εξεταστικής για τα γεγονότα του 2015, σχεδόν οι πάντες έδωσαν… όρκους πίστης στο Ευρώ και στην παραμονή της χώρας στην Ευρωπαϊκή ‘Ένωση.  

Με ποιους τότε σκιαμαχούσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας για «τραγωδίες» και «Βενεζουέλες της Μεσογείου»;
 
  Στην συζήτηση στην Βουλή για την πρόταση της Ν.Δ σχετικά με τα γεγονότα του καλοκαιριού του 2015, πίσω από τις βουερές κόντρες του Ευκλείδη Τσακαλώτου  με τους βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης το βασικό στοιχείο ήταν το εξής: Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων δήλωσε για μία φορά ακόμη την βαθιά της πίστη …στο ευρώ. Οι εκπρόσωποι των ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ, Ποταμιού τόνισαν ότι δεν μπορούν να διανοηθούν άλλη επιλογή για την οικονομία της χώρας.

Σε τέτοιο σημείο που να γεννιέται το ερώτημα, γιατί η Νέα Δημοκρατία, επιμένει να «σηκώνει» κοινοβουλευτικά ένα θέμα όπως αυτό. Μάλιστα εξαρχής αποτυχημένο μια και η πρόταση δεν υπήρχε περίπτωση να ψηφιστεί. Πρόκειται άλλωστε για μια υπόθεση, που παραπέμπει στην περίοδο, που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πολύ μεγαλύτερη απήχηση στον λαό και το εκλογικό σώμα από αυτή που διαθέτει σήμερα. Τότε που πολύς κόσμος ακόμη πίστευε, ότι «σκίζονται μνημόνια» και η «διανόηση της ρήξης» κυριαρχούσε στο συλλογικό συνειδητό. Γιατί να επαναφέρει τέτοιες «μνήμες», όταν την πραγματικότητα σήμερα αποτελεί η εφαρμογή μίας σκληρής μνημονιακής πολιτικής;

Κακή πολιτική τακτική ή ιδεοληψία, θα μπορούσε να είναι μία απάντηση. Εντάξει. Μόνο που οι απαντήσεις μάλλον πρέπει να αναζητηθούν ακόμη πιο βαθιά. Ας δούμε όμως τα δεδομένα:

Οι υπουργοί της κυβέρνησης που ανέλαβαν να απαντήσουν στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας, ήταν σαφέστατοι στο θέμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρώ: «Ότι επιχειρήσαμε ή ότι αναζητήσαμε δεν εντασσόταν σε εναλλακτική εξόδου από το ευρώ, γιατί αυτή την είχαμε συζητήσει και την είχαμε απορρίψει από το κυβερνητικό μας σχέδιο» ξεκαθάρισε για πολλοστή φορά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης  Δραγασάκης προσθέτοντας πως «εμείς ποτέ δεν κρύψαμε, ότι μας ενδιέφερε να ερευνήσουμε όλες τις εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης και τα συστήματα πληρωμών» μόνον «για να χαλαρώσει η θηλιά στην οικονομία».
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου και το 62,5% κάθε άλλο παρά κλόνισε την δεδομένη αυτή απόφαση, αποσαφήνισε (επίσης για πολλοστή φορά) ο Ευκλείδης Τσακαλώτος:  «Ο ελληνικός λαός δεν μας έδωσε εντολή ούτε για σύγκρουση χωρίς όριο, ούτε όμως γι να είναι τα πράγματα όπως πριν» αλλά προκειμένου «να κάνουμε σύγκρουση όπου μπορούμε».

Ακόμη και ο ίδιος ο Γιάννης Βαρουφάκης ξεκαθάρισε μιλώντας στο TPP πώς «προεκλογικά είχαμε συμφωνήσει σε σχέδιο αποτροπής εκβιασμών από την Τρόικα που θα βασιζόταν στην αναδιάρθρωση των ομολόγων κατοχής της ΕΚΤ, σε δημιουργία παράλληλου συστήματος πληρωμών που θα παρείχε την απαραίτητη ρευστότητα σε ευρώ στην ελληνική οικονομία».

Μια μικρή «χορωδία» των στελεχών της τότε διαπραγμάτευσης ξεκαθαρίζει χωρίς αμφισβήτηση, από πού ξεκίνησε, πριν καν αναληφθούν οι κυβερνητικές καρέκλες και που ήθελε να πάει. Οι πράξεις της κυβέρνησης στην συνέχεια άλλωστε επιβεβαίωσαν ξεκάθαρα τους ισχυρισμούς, τόσο κατηγορηματικά ώστε να μην τίθεται ζήτημα ειλικρίνειας.

Παρόλα αυτά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας απάντησαν, σαν να μην άκουσαν τίποτε από αυτά και σαν να μην ψήφισαν μαζί με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ τον 15αύγουστο του 2015 τρία απανωτά μνημονιακά νομοθετήματα.

Χαρακτηριστικές οι ατάκες του Κυριάκου Μητσοτάκη: «Χρειαζόσασταν κάποια μελέτη για να καταλάβετε ότι μία ασύντακτη έξοδος από το Ευρώ θα οδηγούσε σε ασύντακτη χρεωκοπία;» αναρωτήθηκε προσθέτοντας ότι «βρεθήκαμε προ του αμείλικτου διλήμματος: Εντός η Εκτός ευρώ» και στον κίνδυνο «η Ελλάδα να μετατραπεί στην Βενεζουέλα της Μεσογείου». Ο πρόεδρος της Ν.Δ εγκωμίασε τις «δυνάμεις της αντιπολίτευσης που κράτησαν όρθια την χώρα» και ευχήθηκε «να μην ζήσει ποτέ ξανά η χώρα αυτό το 6μηνο του 2015». Δεν έκρυψε μάλιστα την οργή του για την εμπλοκή της λαϊκής γνώμης στις εξελίξεις, σημειώνοντας ότι «το δημοψήφισμα ήταν αυτό που έκλεισε τις Τράπεζες. Αυτό που γονάτισε τις ελληνίδες και τις έλληνες» ενώ σε μία επίδειξη ταξικής εστίασης κατηγόρησε την τότε κυβέρνηση, ότι «σκεφθήκατε, ότι κάποιος που παίρνει απλά τον μισθό του δεν θα στεναχωρηθεί με τα capital controls, όμως καταστρέψατε την παραγωγική οικονομία». Ξεκάθαρη και η κατάληξη του Κυριάκου Μητσοτάκη «από ανικανότητα; Από πρόθεση; Φθάσαμε πάρα πολύ κοντά στην τραγωδία» και μπήκε «σε κίνδυνο η μεγαλύτερη κατάκτηση της χώρας την συμμετοχή στην ευρωπαϊκή οικογένεια».

Ποιόν όμως στοχεύει στην πραγματικότητα όλη αυτή η άκρατη κινδυνολογία, που σήμερα, έναν χρόνο μετά τα γεγονότα, εκφέρεται με έναν σχεδόν υστερικό πολιτικό λόγο; Η απάντηση είναι η εξής: Αυτόν που όντως σκέφθηκε να φύγει από τα όρια της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης και του Ευρώ!

Ποιος είναι αυτός; Ο ελληνικός λαός φυσικά. Αυτός που σήμερα παραδέρνει κάπου μεταξύ, απογοήτευσης, παραίτησης, ηττοπάθειας, ιδιώτευσης αλλά και σωρευμένης οργής.

Τον ισχυρισμό πιστοποιεί και το πρόσφατο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Αυγή, που (για εντελώς άσχετους λόγους) δημοσιοποίησε έρευνα της Public Issue σχετικά με την γνώμη του κόσμου για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το νόμισμά της.

Σε αυτήν η αρνητική γνώμη για το Ευρώ φθάνει το 40% (φανταστείτε ποιο ήταν το ποσοστό τον Ιούλιο του 2015), η αρνητική γνώμη για την Ε.Ε το 55% με ανοδική τάση, ενώ το 39% δηλώνει, ότι θα ψήφιζε υπέρ της εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή ‘Ένωση και το συντριπτικό 72% είναι υπέρ της επιστροφής εξουσιών από τις Βρυξέλλες στην Αθήνα (αυτό ήθελε να αναδείξει η Αυγή).

Η διαχείριση της μνημονιακής πραγματικότητας, της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας, έχει αναληφθεί σαφώς από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ. ‘Όμως φαίνεται ότι και για την Νέα Δημοκρατίας και τους συμμάχους της σε ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, υπάρχει ρόλος. Αυτός του τοποτηρητή της πρώτης και βασικής επιλογής του οικονομικού κατεστημένου: Της παραμονής στο Ευρώ και την Ευρωπαϊκή ‘Ένωση.


Από αυτήν ακριβώς την θέση, επιχειρεί να συκοφαντήσει, να ενοχοποιήσει και να ποινικοποιήσει. Όχι τον Τσακαλώτο ή τον Βαρουφάκη.  Αλλά την σκέψη της εξόδου, που πέρασε (έστω και φευγαλέα) για μια στιγμή από το μυαλό οποιουδήποτε πολίτη.

Οσο δεν ξεριζώνεται, θα αποτελεί κίνδυνο.

ΠΗΓΗ: thepressproject.gr