Του Μιχάλη Μητσού
Να ένας πρωτότυπος ορισµός για τον έρωτα:
αποκάλυψη, µε τη θρησκευτική έννοια, και από πολλές απόψεις.
Η πρώτη αποκάλυψη του έρωτα είναι ότι η µοναξιά δεν είναι αξεπέραστη. Παρόλο που ζούµε σε µια φυσική µοναξιά, ξαφνικά διαπιστώνουµε ότι ο άλλος, όπως...
κι εµείς, περιµένει κάποιον για να σπάσει τη µοναξιά του.
Η δεύτερη αποκάλυψη είναι ότι ο άλλος δεν αποτελεί κατ’ ανάγκη ένα αίνιγµα. ∆εν είναι εξ ορισµού ακατανόητος. Αντίθετα, µπορεί να αισθάνοµαι τόσο οικεία µαζί του, κι εκείνος τόσο οικεία µαζί µου, ώστε µου δηµιουργείται η εντύπωση ότι τον ήξερα από παλιά, κι ότι µε γνωρίζει καλύτερα, απ’ ό,τι εγώ ο ίδιος γνωρίζω τον εαυτό µου.
Η τρίτη «υπερφυσική» αποκάλυψη του έρωτα είναι ότι υπάρχει κάποιος απέναντι, στον οποίο δεν χρειάζεται αυθόρµητα να είµαι δύσπιστος. Η κατάσταση της αθωότητας επέστρεψε! Ανάµεσά µας δεν υπάρχει καµιά σκιά ούτε δεύτερες σκέψεις, δεν κρύβεται ούτε φόβος ούτε ντροπή. Ο ένας αγαπάει τον άλλο όπως είναι…
Αυτά λέει σε συνέντευξή του στο περιοδικό «Le Point» ο γάλλος φιλόσοφος Νικολά Γκριµάλντι, που το τελευταίο του βιβλίο τιτλοφορείται «Οι µεταµορφώσεις του έρωτα» (Εκδ. Grasset).
Κατά την άποψή του, ο άνθρωπος που έχει περιγράψει τον έρωτα µε τη µεγαλύτερη διαύγεια και ακρίβεια, αλλά και µε το µεγαλύτερο πάθος, είναι ο Ζορζ Σιµενόν.
Αντίθετα µε αυτό που συµβαίνει στο Συµπόσιο του Πλάτωνα, ο έρωτας στον Σιµενόν δεν γεννιέται από την αναζήτηση της τελειότητας, αλλά από τη δυστυχία, τον κατατρεγµό και τη στέρηση. Αντί να ερωτευόµαστε χάρις σ’ αυτό που µπορούµε να λάβουµε, ερωτευόµαστε, ίσως µάλιστα κι ακόµη συχνότερα, χάρις σ’ αυτό που µπορούµε να δώσουµε.
Με άλλα λόγια, ο έρωτας ίσως να µην έχει τις ρίζες του σ’ έναν πρωταρχικό ναρκισσισµό, αλλά σε µια αυθόρµητη ζωτική γενναιοδωρία.
Απ’ όλα τα παιδιάστικα πράγµατα που έχουν πει οι φιλόσοφοι για τον έρωτα – τονίζει ο 78χρονος επίτιµος καθηγητής της Σορβόννης – το πιο αστείο είναι ότι έχει λογικά αίτια. Οτι, δηλαδή, η ακατανίκητη έλξη που αισθάνεται ένας άνδρας για µια γυναίκα, οφείλεται στην οµορφιά της και τα τέλεια χαρακτηριστικά της.
Στην πραγµατικότητα, αγαπάµε κάποιον προτού καν να τον γνωρίσουµε και όχι επειδή τον γνωρίζουµε! Ο έρωτας δεν αποτελεί το συµπέρασµα, που βγάζουµε από τις παρατηρήσεις µας. Αν ήταν έτσι, ο αγώνας δεν θα τελείωνε ποτέ, θα προσφέραµε τον έρωτά µας ως το µικρότερο κακό, περιµένοντας ένα καλύτερο σκορ. Κάτι τέτοιο, όµως, βρίσκεται στον αντίποδα του έρωτα.
Ο έρωτας είναι για τον Γκριµάλντι ένα βίωµα του απόλυτου.
Κι αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για την ηδονή. Γιατί η σεξουαλική απόλαυση είναι η µόνη εµπειρία που δικαιολογεί τον εαυτό της, που είναι απολύτως αυτάρκης.
Αναιρώντας την ταυτότητά µας και προσέχοντας περισσότερο τον άλλο απ’ ό,τι τον εαυτό µας, φτάνουµε µαζί στα όρια του απόλυτου.
ΠΗΓΗ: τα νεα on-line