Του Κώστα Δημητριάδη
Προχωρώντας στην φάση Β΄ για την «επανεκκίνηση» της οικονομίας και την αντιμετώπιση της πανδημίας, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσπαθεί να εκμεταλλευτεί υπέρ της, τη θετική σε γενικές γραμμές αντιμετώπιση της φάσης Α΄. Τα μέτρα που...
πάρθηκαν, η διαχείριση που έγινε από την επιτροπή Τσιόδρα και κυρίως η σοβαρή και πειθαρχημένη αυτοπροστασία του λαού και τα αποθέματα προσφοράς και εθελοντισμού, έφεραν τα ικανοποιητικά αποτελέσματα. Ισχυρές «παραφωνίες» υπήρξαν από την μεριά της επίσημης Εκκλησίας με την άκρως αντιεπιστημονική θέση της και από τον ΣΥΡΙΖΑ με την έξαρση της μικροπολιτικής επιφανειακής αντιπολίτευσης.
Ωστόσο, τα ζητήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, είναι πολύ σοβαρά και δεν χρειαζόμαστε διόλου επινίκιες θριαμβολογίες και γενικές μεμψιμοιρίες. Χρειαζόμαστε βασική οπτική και ουσιαστική κριτική. Γιατί αντιμετωπίζουμε μία θύελλα και το μετεωρολογικό δελτίο αναφέρει, πως έρχονται κι άλλες ισχυρότερες…
Η βασική αδυναμία
Ποια είναι η βασική αδυναμία της κυβέρνησης Μητσοτάκη; Της λείπει εντελώς (όπως και από όλες τις προηγούμενες) μια οπτική/στρατηγική διεξόδου της χώρας και επομένως ενός σχεδιασμού που θα την πετύχει. Διαχείριση εντός των πλαισίων που έχουν χαράξει η Ε.Ε. και τα μνημόνια, επομένως η οικονομική πολιτική και ο προσανατολισμός της είναι υποταγμένος σε αυτούς τους σχεδιασμούς του «επιχειρείν» και παράλληλα σε «αρπαχτές» από τη διαμεσολάβηση στις γεωπολιτικές ανάγκες του δυτικού στρατοπέδου. Αυτός ο «ορίζοντας» είναι εντελώς περιορισμένος, για να προσδώσει μεγαλύτερα περιθώρια κυριαρχίας στη χώρα και να δρομολογήσει μια στοιχειώδη αντιμετώπιση εθνικών και κοινωνικών ζητημάτων. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια είναι προσαρμοσμένες και οι «λουμπινιές», που χαρακτηρίζουν τον πολιτικό κόσμο με τις διάφορες εξαρτήσεις του: δώρα στους καναλάρχες και στους κλινικάρχες, απαλλαγές στους εφοπλιστές, χρηματοδότηση στα ΜΜΕ, κάλυψη των επιχειρηματιών απέναντι στους εργαζόμενους, χάρες σε εργολάβους και μεγαλοκατασκευαστές κ.λπ.
Η διαχείριση του χρήματος προς την κοινωνία και την αγορά γίνεται λοιπόν με αυτά τα κριτήρια γενικά. Μπόλικη «διαφήμιση» παροχών, λίγα πράγματα στην πράξη προς την κοινωνία και ενίσχυση-διάσωση μεγάλων επιχειρήσεων.
Επίσης πριν μπούμε στην φάση Β΄: Η κυβέρνηση πολύ ήπια και χωρίς καμία αντίδραση, πειθήνια αποδέχτηκε τις αποφάσεις της Ε.Ε. (δηλαδή τις συνυπόγραψε), που δημιουργεί όρους επιβολής νέων μνημονίων στην Ευρώπη και μάλιστα σε μια στιγμή που το σχίσμα ανάμεσα σε Βορρά και Νότο ενισχύεται και βαθαίνει. Σε μια τέτοια στιγμή, που μάλιστα ορισμένες πολιτικές της Ε.Ε. χαλαρώνουν, η κυβέρνηση σπεύδει να δηλώσει συμμόρφωση και συμφωνία. Ο Γ. Βαρουφάκης από το βήμα της Βουλής υποστήριξε, πως μπορούσε να τεθεί το θέμα του βέτο στο Γιούρογκρουπ, ο Λαπαβίτσας έθεσε το ζήτημα, να συμπεριφέρεται η κυβέρνηση, σαν να μην υπάρχει η Ε.Ε. και να παίρνει αναγκαία μέτρα και αποφάσεις για τη στήριξη της οικονομίας και του εισοδήματος, τονίζοντας ότι ο δανεισμός της χώρας θα είναι απαραίτητος για το σκοπό αυτό. Επειδή, το ποσό που προβλέπεται να δοθεί στην Ελλάδα από την Ε.Ε. πλησιάζει το πενιχρότατο 4 δισ., είναι προφανές, ότι χρειάζεται μια πιο δραστήρια πολιτική και οικονομική παρέμβαση του κράτους τόσο στις διαπραγματεύσεις όσο και στη στήριξη των βαθμών κυριαρχίας και αυτονομίας της χώρας.
Τέσσερις ακόμα ευθύνες
Δεύτερη μεγάλη ευθύνη της κυβέρνησης της Ν.Δ. είναι, πως δεν έχει δεσμευτεί με συγκεκριμένο τρόπο, για το πώς και το πόσο θα στηριχθεί το Δημόσιο σύστημα υγείας και ιδιαίτερα ο χώρος των ΜΕΘ. Ακόμα και αν έχουμε 1.200 ΜΕΘ, όπως λένε οι κυβερνητικοί (αμφισβητούμενο), οι ανάγκες της χώρας είναι για 2.500 ΜΕΘ και θα έπρεπε ταχύτατα να εξοικονομηθούν χρήματα και να τεθεί ως πρώτη προτεραιότητα η αύξηση των ΜΕΘ και η πρόσληψη προσωπικού για τη λειτουργία τους. Γιατί ο ιός κυκλοφορεί ακόμα και ένα δεύτερο κύμα πιθανότατα θα έρθει. Γιατί το δημόσιο σύστημα υγείας είναι απαραίτητο για τη χώρα και τον λαό.
Τρίτη μεγάλη ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη: Δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός για την απεξάρτηση από τη «μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού. Η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε χώρα υπηρεσιών. Το 80% του ΑΕΠ είναι υπηρεσίες και ραχοκοκαλιά τους είναι ο τουρισμός. Η παραγωγή εν γένει έχει υποβαθμιστεί σημαντικά (π.χ. ο τζίρος τριών τηλεφωνικών εταιριών είναι μεγαλύτερος από τον τζίρο του αγροτικού τομέα). Τι γίνεται σε μια χώρα, όταν ο τουρισμός θα γνωρίσει κατακόρυφη πτώση; Μα είναι μια πανδημία. Ναι, αλλά ο τουρισμός επηρεάζεται από πανδημίες, πολέμους, γεωπολιτικές εντάσεις, φυσικές καταστροφές, και η περιοχή που ζούμε, παρ’ όλες τις ομορφιές, έχει και αυτά τα προβλήματα. Θριαμβολογίες, πως η «βαριά μας βιομηχανία» είναι ο τουρισμός, δείχνουν μεγάλη κλίση προς τον παρασιτισμό και την έλλειψη μιας εθνικής προοπτικής-σχεδίου για την χώρα.
Τέταρτη μεγάλη ευθύνη της κυβέρνησης Μητσοτάκη: Στη γενική έλλειψη ενός σχεδιασμού για τις άμεσες και γενικότερες ανάγκες της χώρας, προστίθεται μια γενικά υπεραισιόδοξη (σχεδόν άνετη) θέαση της πραγματικότητας. Φέτος θα έχουμε ύφεση και δυσκολίες, αλλά το 2021 θα εκτοξευτούμε και θα έχουμε τεράστια ανάπτυξη. Αυτό υποστηρίζει η Ν.Δ.. Πού όμως στηρίζεται αυτή η εκτίμηση; Σε ποια πραγματικά δεδομένα; Γιατί δεν παρουσιάστηκε τόσα χρόνια στην Ελλάδα ή σε κάποια άλλη χώρα της Δύσης ένα τέτοιο φαινόμενο; Ποιοι όροι έχουν αλλάξει και γιατί μετά από μια πτώση του 5% (πολύ ήπια εκτίμηση) θα έχουμε «εκτίναξη»; Σοβαρές μελέτες τοποθετούν, πως θα φθάσουμε στο επίπεδο του 2019 μόλις το 2023, αν όλα πάνε «ομαλά». Στο ενδιάμεσο διάστημα μια κάποια υπαρκτή Ελλάδα θα πονέσει πολύ. Το ξέρουν, το κρύβουν σήμερα, θα το δικαιολογήσουν στην φάση Β΄, θα το επιβάλουν στη συνέχεια. Για αυτό το λόγο δεν «είμαστε όλοι μαζί».
Τέλος, πέμπτο, υπάρχουν οι βασικοί «πειρασμοί» της εκμετάλλευσης του χρόνου, της στιγμής, του «timing» που λένε. Είναι ο τρέχων πολιτικός σχεδιασμός των κομματικών επιτελείων. Εισηγήσεις για εκλογές, για δημοσκοπήσεις, για αιφνιδιασμούς κ.λπ. Και αυτά πολύ μακριά από το πρόβλημα της χώρας και της επιβίωσης του ελληνικού λαού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βγάζει «ξυνίλα» (Καρτερός, συναυλία Πρωτοψάλτη, ΚΕΚ, φωτό Τσιόδρα με Αβραμόπουλο και πολλά άλλα τέτοια) αλλά δεν μπορεί να αντιπολιτευθεί ουσιαστικά. Όταν ήταν στα πράγματα, δεν έκανε τίποτα ουσιαστικό και αν ήταν στα πράγματα τώρα, όλα θα ήταν χειρότερα από την ανικανότητα και τις ιδεοληψίες που έχει. Αυτό κάνει «μπαμ» που λένε, όπως κάνει «μπαμ» πως δεν έκανε καμιά διαρθρωτική αλλαγή σε οικονομία και παραγωγή και υπέταξε την Ελλάδα, πιο βαθειά, στον δυτικό σχεδιασμό μετατροπής της χώρας σε χώρο.
Έτσι αν θέλουμε να μετρήσουμε σοβαρά τα πράγματα, έχοντας στο μυαλό μας το τι χρειάζεται και τι λείπει, η οπτική μας πρέπει να περιλάβει και τα δύο μπλοκ του πολιτικού συστήματος.
Σε μία κομβική στιγμή που κρίνονται πολλά για το μέλλον της χώρας και του λαού, που χρειάζεται πρωτοβουλία και αλλαγή πλεύσης, πολιτεύονται «όπως πάντα» και «βλέποντας και κάνοντας».
Σέρνονται πίσω από τις εξελίξεις στην Ευρώπη και περιμένουν «κάποιο θαύμα» ή έστω μία κάποια ομπρέλα που να σώζει τα προσχήματα και να κρύβει τις ευθύνες τους πίσω από τη γενική (υπαρκτή) δυσκολία.
Και δεν τολμάνε ακόμα και τώρα που όλα είναι ρευστά και αλλάζουν, να κινηθούν έξω από τα προδιαγεγραμμένα πλαίσια και να πάρουν τις αναγκαίες αυτοτελείς πρωτοβουλίες, για να αντιμετωπιστεί αυτό που έρχεται.
ΠΗΓΗ: e-dromos.gr