Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Παρ’ ότι όλοι αρνούνται την ύπαρξή του και αλληλοχλευάζονται για την επί ματαίω επίκλησή του, το λεφτόδεντρο υπάρχει. Υπάρχει και στέκεται στο κέντρο του ευρωπαϊκού σύμπαντος, λαμπερό και θαλερό, και όλοι στέκονται γύρω του.
Το λιπαίνουν, το κλαδεύουν, το βοτανίζουν, το ποτίζουν, το ραντίζουν, το θαυμάζουν. Και περιμένουν κάτω από τα πυκνά κλαδιά του, πότε θα ωριμάσουν οι καρποί του. Ούτε καν περιμένουν την ωρίμανση. Ήδη άλλοι είναι σκαρφαλωμένοι στα κλαδιά του, άλλοι το ραβδίζουν από κάτω κι ότι πέσει κι άλλοι έχουν ρίξει σκάλες για να το κορφολογήσουν, να φτάσουν τα πιο ψηλά κλαδιά, τους πιο απρόσιτους καρπούς του.
Το λεφτόδεντρο υπάρχει, αφότου οι κεντρικές τράπεζες θυμήθηκαν, να ανακτήσουν το μονοπώλιο της έκδοσης φρέσκου χρήματος με τις ποσοτικές χαλαρώσεις, τις έκτακτες ρευστότητες, τις αθρόες αγορές κρατικών και εταιρικών χρεών και με κάθε ευφάνταστο χρηματοοικονομικό εργαλείο που επινοούν ή απλώς δανείζονται από τους χρυσοκάνθαρους της χρηματιστικής βιομηχανίας και τους εφευρέτες τοξικών παραγώγων.
Το λεφτόδεντρο υπάρχει σε όλα τα τακτικά και έκτακτα προγράμματα της ΕΚΤ, προπανδημικά, πανδημικά και μεταπανδημικά και θα πλημμυρίσει (μόνο φέτος και μόνο μέχρι στιγμής) με πάνω από 1 τρισ. φρέσκα, σπαρταριστά ευρώπουλα τη Γιουρολάνδη.
Και (για δες θάμα κι αντίθαμα που γίνεται στον κόσμο!) δεν πρόκειται να προκαλέσει ίχνος πληθωρισμού, ο πληθωρισμός χρήματος έχει εξαφανιστεί, είναι μια υποσημείωση στα εγχειρίδια της οικονομικής προϊστορίας.
Το λεφτόδεντρο υπάρχει, αφότου οι κυβερνήσεις αποφάσισαν, να ομολογήσουν ενώπιον των άφωνων υπηκόων τους ότι το χρήμα είναι χρέος και αντιστρόφως.
Ότι όσο πιο πολλά χρωστάει κανείς, τόσο πιο πλούσιος είναι (υπό προϋποθέσεις, που δεν προκάνουμε να τις εξηγήσουμε εδώ). Τα κλαδιά του λεφτόδεντρου λυγίζουν κάτω από το βάρος των ζουμερών καρπών του, που κυριολεκτικά φωνάζουν: «Κόψε με και φάε με!». Ακόμη κι ο βράχος της προτεσταντικής εγκράτειας και εφευρέτης του ορντολιμπεραλισμού, η γερμανική ιθύνουσα τάξη, αποφάσισε να αυξήσει διαμιάς το κρατικό χρέος της κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες και να σκορπίσει χρήμα από το ελικόπτερο - ή, για να μην υπερβάλλουμε, να το μοιράσει με κούριερ, πόρτα πόρτα, είτε πρόκειται για την πόρτα της Lufthansa, είτε για την πόρτα του τελευταίου ημιανέργου Γερμανού.
Το λεφτόδεντρο θέριεψε εν μια νυκτί, σαν τη φασολιά του Τζακ, από τη στιγμή που η Λαγκάρντ, η μέχρι προ μηνών σκληρή δεσμοφύλακας της διεθνούς χρεοκρατίας, διέταξε τις κυβερνήσεις: «Αυξήστε τα χρέη σας, αυτή είναι τώρα η ύψιστη υποχρέωσή σας» (σ.σ. Δεν είναι σχήμα λόγου ή ελεύθερη απόδοση νοήματος. Έτσι ακριβώς το είπε, η καψερή). Το λεφτόδεντρο πολλαπλασιάστηκε, έγινε κοτζάμ οπωρώνας, οσονούπω θα εξελιχθεί σε δάσος, από την ώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, να βάλει στην κατάψυξη το ηλίθιο Σύμφωνο και (κι άλλο θαύμα!) να αποκτήσει δικό της, ευρωπαϊκό χρέος, να αυξήσει τον προϋπολογισμό της, να φτιάξει ένα ακόμη Ταμείο με λεφτά από το λεφτόδεντρο. «Το χρυσοδένδρι της ζωής πράσινο θάλλει», που θα ‘λεγε κι ο Φάουστ, από την ώρα οι ιερείς της Ε.Ε. ξέχασαν πόσο αρρωστημένα μονεταριστές και νεοφιλελεύθεροι ήσαν για δεκαετίες κι αποφάσισαν να γίνουν κρατιστές, κεϊνσιανοί, νεοκεϊνσιανοί, να σκαρώσουν σχέδια Ρούζβελτ ή σχέδια Μάρσαλ κι όποιο άλλο σχέδιο κρίνουν αναγκαίο, για να σπρώξουν τα λεφτά, που γεννούν σε πρωτοφανή αφθονία. Τελικά, ο ΓΑΠ είχε δίκιο. Λεφτά υπάρχουν. Κι όταν δεν υπάρχουν, απλά τα τυπώνεις. Τόσο απλά.
Η καλλιέργεια του λεφτόδεντρου, αν και είναι σταθερή και μόνιμη δυνατότητα κυβερνήσεων και κεντρικών τραπεζών, επιστρατεύεται ως έκτακτη πολιτική, στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης που προκάλεσε η πανδημία. Είναι πλέον ή βέβαιον ότι το χρήμα που τυπώνεται τώρα σε αφθονία και το χρέος που δημιουργείται με ανεμελιά (αγαπητέ, Κυριάκο) θα ζητηθεί πίσω με οδυνηρό, ίσως και αιματηρό τρόπο. Το μείζον ζήτημα σήμερα είναι, το πώς θα διανεμηθεί. Πού θα πάνε οι καρποί του λεφτόδεντρου.
Ο πρωθυπουργός (για να περιοριστούμε στον ελλαδικό μικρόκοσμο) υπόσχεται, ότι τα χρήματα που θα πάρει από το λεφτόδεντρο της Ε.Ε., δεν θα τα σκορπίσει με ανεμελιά νεόπλουτου. Μμμ! Αυτό δεν είναι και τόσο καθησυχαστικό, όσο νομίζει ότι φαίνεται. Διότι ο νεόπλουτος τουλάχιστον έχει μια καταναλωτική σχέση με το χρήμα, η ροπή του στη σπατάλη εξασφαλίζει ταχύτερη ανακύκλωσή του κι επομένως μπορεί να σιτίσει και κανέναν νεόπτωχο.
Αντιθέτως, οι παλαιόπλουτοι, από τους οποίους προέρχονται ο πρωθυπουργός και οι περισσότεροι που τον πλαισιώνουν, οι κληρονόμοι του εθνικού πλούτου και οι ολέθριοι διαχειριστές του εδώ και δεκαετίες, με λίγα λόγια η ελέω Θεού ή και πλάνη Λαού ιθύνουσα τάξη της χώρας γνωρίζει μόνο, πώς να οικειοποιείται, να απαλλοτριώνει, να αποθησαυρίζει, να λεηλατεί, να απαξιώνει και τελικά να καταστρέφει τους καρπούς του λεφτόδεντρου.
Η οικονομική και παραγωγική χρεοκοπία της χώρας είναι αποκλειστικά δικό της επίτευγμα.
Κατακλείς: Η μόνη περίπτωση να πιάσουν τόπο οι καρποί του λεφτόδεντρου είναι, να μοιραστούν απευθείας στους νεόπτωχους, τους αποκλεισμένους του οπωρώνα. Τους ανέργους, ημιανέργους και ημιαπασχολούμενους, τους πάμφτωχους και τους απόρους, αυτούς που η «επανεκκίνηση» της οικονομίας θα τους ξεράσει και θα τους μετατρέψει από νοικοκυραίους μικροεπιχειρηματίες σε νεοπένητες οφειλέτες του Δημοσίου, των τραπεζών και των προμηθευτών τους.
Ας το καλοσκεφτούν οι νεόπλουτοι και παλαιόπλουτοι διαχειριστές του οπωρώνα. Αν αποκλείσουν τους νεόπτωχους του Covid- 19 από τους καρπούς του λεφτόδεντρου, το επόμενο που μπορεί να συμβεί, είναι να γίνει όλος ο οπωρώνας παρανάλωμα.
Θεωρίες για την υπεραξία
…Υστερα από καναδυό λεπτά η Κάμπια έβγαλε τον ναργιλέ από το στόμα της, χασμουρήθηκε μια-δυο φορές και τεντώθηκε. Μετά κατέβηκε από το μανιτάρι κι απομακρύνθηκε έρποντας πάνω στη χλόη. Ενώ έφευγε, γύρισε και το μόνο που είπε ήταν:
- Η μια πλευρά θα σε κάνει να ψηλώσεις και η άλλη να μικρύνεις.
«Ποιανού πράγματος η μια πλευρά; Και ποιανού πράγματος η άλλη;», σκέφτηκε η Αλίκη.
- Του μανιταριού, είπε η Κάμπια λες και η Αλίκη είχε ρωτήσει δυνατά, κι εξαφανίστηκε στη στιγμή.
Η Αλίκη στάθηκε και κοίταξε για ένα λεπτό το μανιτάρι, προσπαθώντας να καταλάβει ποιες ήταν οι δύο πλευρές του, κι όπως ήταν στρογγυλό, βρέθηκε σε πολύ μεγάλο δίλημμα.
Λιούις Κάρολ, «Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων»
ΠΗΓΗ: efsyn.gr