31 Μαΐ 2020

«ΣυνΕργασία» κυβέρνησης – κεφαλαίου για την ισοπέδωση μισθών και δικαιωμάτων


Το αντεργατικό πρόγραμμα διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την επιβολή του κατώτατου μισθού των 550 ευρώ στη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων

Ανεργία ή υποταγή σε μειωμένες αποδοχές και σχέσεις εργασίας – «λάστιχο»; 
Αυτός είναι ο εκβιασμός που θα θέσουν οι εργοδότες σε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους έχοντας στη «φαρέτρα»...


τους το αντεργατικό έκτρωμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τον βαρύγδουπο τίτλο «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ».

Οι κυβερνώντες με την κατάθεση μιας τροπολογίας της τελευταίας στιγμής στο νομοσχέδιο κύρωσης προηγούμενων ΠΝΠ, νομοθέτησαν με συνοπτικές διαδικασίες το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», το οποίο δίνει «όπλα» στην εργοδοσία για να προχωρήσει σε μαζικές μειώσεις των μισθών των εργαζομένων, επέκταση της μερικής απασχόλησης και χτύπημα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. 

Πίσω από τις αναφορές της τροπολογίας περί «εγγύησης του κατώτατου μισθού από το κράτος» κρύβεται το γεγονός, ότι ο νέος μηχανισμός, σε συνάρτηση με όλες τις προηγούμενες ανατροπές, διαμορφώνει τις προϋποθέσεις, ώστε η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων να υποχρεωθούν από τους εργοδότες, να εργάζονται με τις αμοιβές–ψίχουλα που προβλέπει ο κατώτατος μισθός των 650 ευρώ (550 ευρώ καθαρά όπως διαμορφώνεται μετά την μείωση των εισφορών που ισχύει από 1η Ιουνίου).

Το πρόγραμμα αποτελεί την αιχμή του δόρατος κράτους – αφεντικών στη σκληρή νεοφιλελεύθερη επίθεση σε βάρος των εργαζομένων, για να στηριχθεί αρχικά η ανάκαμψη της οικονομίας και στην πορεία η ενίσχυση της κερδοφορίας.  

Συγκεκριμένα:

—  Ο νέος μηχανισμός στήριξης των εργοδοτών προβλέπει περικοπή των μισθών μέχρι και 20%, μέσα από τη δυνατότητα της εργοδοσίας να μετατρέπει τις συμβάσεις πλήρους απασχόλησης σε μερική και εκ περιτροπής εργασία. Η εργοδοσία μπορεί να μειώνει το ωράριο και τον εργατικό μισθό μέχρι και κατά 50%, ενώ το κράτος μέσω του εν λόγω προγράμματος θα καλύπτει μόνο το 60% των απωλειών του εργαζόμενου, γεγονός που τελικά οδηγεί σε μείωση εισοδήματος κατά 20%.

— Στον μηχανισμό μπορεί να ενταχθεί το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων, ακόμα και αυτές που παρουσιάζουν μεγάλη κερδοφορία, καθώς η μόνη προϋπόθεση είναι «να εμφανίζουν μείωση του τζίρου τους, τουλάχιστον 20%, κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα, ανεξαρτήτως ΚΑΔ». Με άλλα λόγια μπορούν να ενταχθούν και κερδοφόρες επιχειρήσεις, που έχουν υποστεί μια μικρή μείωση τζίρου και άρα μικρή μείωση κερδών!

— Η διάρκειά του ορίστηκε σε τουλάχιστον 4 μήνες (από 15 Ιούνη έως 15 Οκτώβρη), ενώ για τις επιχειρήσεις στις Αερομεταφορές προβλέπεται η παράτασή του μέχρι το τέλος του 2020. Ωστόσο, το πρόγραμμα ουσιαστικά δεν έχει ημερομηνία λήξης. Εξάλλου η κυβέρνηση και ειδικότερα το υπουργείο Εργασίας έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο «επέκτασης της χρονικής ισχύος του εάν και εφόσον χρειαστεί». Επιπρόσθετα στο πρόγραμμα «SURE» της ΕΕ, με το οποίο θα συνδεθεί η «ΣΥΝ – ΕΡΓΑΣΙΑ» προκειμένου να χρηματοδοτηθεί, αναφέρεται ρητά ότι θα έχει ορίζοντα μέχρι το τέλος του 2022.

— Μέσω του μηχανισμού θα περικοπούν οι αποδοχές του επιδόματος αδείας και του Δώρου Χριστουγέννων έτους 2020, τα οποία θα υπολογιστούν επί των «ψαλιδισμένων» αποδοχών. Όπως αναφέρεται, στην τροπολογία, στο πλαίσιο του μηχανισμού καταβάλλεται από το κράτος και αναλογία του επιδόματος αδείας και του επιδόματος Χριστουγέννων έτους 2020, υπολογιζόμενα επί της οικονομικής ενίσχυσης βραχυχρόνιας εργασίας, που ανέρχεται στο 60% των μειωμένων αποδοχών των εργαζομένων.

Παραδείγματα μειώσεων αποδοχών

   1. Αν ο εργαζόμενος αμείβεται με 700 ευρώ και τεθεί στο νέο καθεστώς, από τον εργοδότη θα λάβει 350 ευρώ. Το 60% επί του άλλου 50% του μισθού το καλύπτει το δημόσιο, το οποίο είναι 210 ευρώ. Όμως το άθροισμα της μισού μισθού από τον εργοδότη και της κρατικής συμμετοχής είναι 560 ευρώ, δηλαδή είναι μικρότερο από τον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή, η κρατική επιδότηση θα αυξηθεί κατά 90 ευρώ και θα φτάσει συνολικά στο ποσό των 300 ευρώ, ώστε οι τελικές αποδοχές του εργαζόμενου να φτάσουν στα 650  ευρώ (μεικτά) δηλαδή 550 (καθαρά) και θα χάσει 150 ευρώ το μήνα.
   2. Αν ο εργαζόμενος έχει μηνιαίες αποδοχές 800 ευρώ μπαίνει σε καθεστώς μειωμένου κατά 50% ωραρίου εργασίας. Με τη μείωση του ωραρίου εργασίας ο μισθός του υπαλλήλου μειώνεται στα 400 ευρώ από 800 ευρώ. Το 60% των απωλειών που θα έχει ο εργαζόμενος θα καλυφθεί με επιδότηση από το κράτος. Δηλαδή το κράτος θα τον καλύψει για άλλα 240 ευρώ και ο συγκεκριμένος υπάλληλος θα λαμβάνει το μήνα 640 ευρώ και θα έχει απώλεια 160 ευρώ μηνιαίως
   3. Αν εργαζόμενος με πλήρες ωράριο και ονομαστικό μισθό 850 ευρώ μπορεί να αναγκαστεί από την εργοδοσία να δουλέψει μόνο τις μισές ώρες. Σε αυτήν την περίπτωση, ο εργοδότης θα καταβάλει 425 ευρώ και το κράτος άλλα 255 ευρώ (μέχρι το 60% του υπόλοιπου ποσού). Ο συνολικός μισθός μειώνεται στα 680 ευρώ και ο εργάτης θα έχει απώλεια 170 ευρώ το μήνα.
   4. Αν ο εργαζόμενος έχει μηνιαίες αποδοχές 1.000 ευρώ μπαίνει σε καθεστώς μειωμένου κατά 50% ωραρίου εργασίας. Με τη μείωση του ωραρίου ο μισθός του εργαζόμενου μειώνεται στα 500 ευρώ. Το 60% των υπολοίπων 500 ευρώ που θα χάσει ο εργαζόμενος λόγω του μειωμένου ωραρίου θα καλυφθεί από το κράτος. Δηλαδή το κράτος θα πληρώσει στον εργαζόμενο 300 ευρώ. Ο συγκεκριμένος υπάλληλο θα αμείβεται τελικά με 800 ευρώ το μήνα. Ο μισθός του θα μειωθεί κατά 200 ευρώ σε μηνιαία βάση.

Ελεύθερες απολύσεις και εντατικοποίηση της εργασίας

«Κερασάκι» στην «τούρτα» του αντεργατικού νομοθετήματος είναι το δικαίωμα, που παρέχει στις επιχειρήσεις με τη λήξη του προγράμματος, να μπορούν ελεύθερα και να απολύουν τους εργαζόμενους που εντάχθηκαν σε αυτό ή να προχωρούν σε αλλαγή συμβάσεων εργασίας με μείωση ωρών απασχόλησης και μισθού.

Η δήθεν «προστασία» των εργαζομένων όσον αφορά τη θέση εργασίας και το είδος της σύμβασης περιορίζεται αυστηρά και μόνο, στο διάστημα που ισχύει το πρόγραμμα.

Παράλληλα, και κατά τη διάρκεια εφαρμογής του προγράμματος, η εργοδοσία έχει το «ελεύθερο» να απολύει άλλους εργαζόμενους της επιχείρησης. Συγκεκριμένα η ρήτρα μη απόλυσης δεν καλύπτει το σύνολο του προσωπικού της επιχείρησης, αλλά μόνο τους εργαζόμενους που ο εργοδότης θα βάλει στο μοντέλο «μισή δουλειά – μισός μισθός – μερική αναπλήρωση από το κράτος».  Για τους υπόλοιπους εργαζόμενους, που τυχόν δεν ενταχθούν στον μηχανισμό, αλλά ούτε και σε αναστολή σύμβασης, ο μισθός καταβάλλεται κανονικά, αλλά δεν ισχύει προστασία από τις απολύσεις.

Τέλος, αυτό που δεν εντάχθηκε στην τροπολογία, αλλά αναμένεται να εφαρμοστεί μέσα στην εργασιακή «ζούγκλα» που διαμορφώνεται, είναι ότι με δεδομένη την ανυπαρξία ελεγκτικών μηχανισμών και κάτω από τον εκβιασμό των εργοδοτών, πολλές φορές εργαζόμενοι θα υποχρεωθούν σε εργασία, κατά το χρόνο που υποτίθεται ότι δεν θα εργάζονται. Με άλλα λόγια αναμένεται να αυξηθεί η «μαύρη» εργασία και η εντατικοποίηση της απασχόλησης. 

Συμπέρασμα: Ο νέος κρατικός μηχανισμός δημιουργεί συνθήκες άγριας εκμετάλλευσης και ξεζουμίσματος των εργαζομένων, που θα πληρώσουν για ακόμα φορά το μάρμαρο της καπιταλιστικής κρίσης, που αυτή τη φορά ξέσπασε εν μέσω της πανδημίας…


ΠΗΓΗ: imerodromos.gr