Του Γρηγόρη Ρουμπάνη
Επειδή μόνο ένας Μητσοτάκης μπορεί να ολοκληρώσει μια καταστροφή, ο Κυριάκος ανέλαβε να δικαιώσει το όνομα της οικογενείας του.
Να «καθαρίσει» για λογαριασμό της Τρόικας, και με την άδεια του, μέχρι πρότινος αμείλικτου διώκτη της οικογενείας, Αντώνη Σαμαρά, να «τελειώσει τη δουλειά»
στο δημόσιο και να στείλει στην απόγνωση της ανεργίας είκοσι πέντε χιλιάδες ανθρώπους. Πολλοί από τους οποίους έχουν ήδη στην οικογένειά τους έναν, δύο, ακόμα και τρεις ανέργους, ή υποαπασχολούμενους, ή και εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα αλλά απλήρωτους εδώ και πολλούς μήνες. Αδιάφορο.
Το χρήμα δεν περισσεύει για τους Έλληνες. Το έχει ανάγκη η καγκελαρία και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Για τις νέες επενδύσεις τους, όποιες και αν είναι αυτές. Και για τον πόλεμο, τον σκληρό και αιματηρό πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ τους. Τον παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο, στον οποίο οι Έλληνες βρίσκονται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των θυμάτων. Όπως ακριβώς συνέβη και στους δυο προηγούμενους παγκόσμιους (θερμοί αυτοί) πολέμους.
Ο ιδιωτικός τομέας πλήρωσε και εξακολουθεί να πληρώνει το φόρο αίματος, που του έχει καταμερίσει η Διεθνής των Γκρίζων Κουστουμιών. Πάνω από χίλιους βγαίνουν κάθε μήνα στο δρόμο. Επειδή οι επιχειρήσεις έχουν μείνει χωρίς δουλειές. Και έχουν μείνει χωρίς δουλειές, διότι από τα πρώτα μέτρα ήταν η μείωση των μισθών (εν πρώτοις των δημοσίων υπαλλήλων), η οποία συνεχίζεται κατά κύματα, και η αύξηση της φορολογίας (σε όλους τους μισθωτούς), που επίσης συνεχίζεται κατά κύματα.
Ως εκ τούτου μειώθηκε σε βαθμό εκμηδένισης η αγοραστική δύναμη όλων των εργαζομένων. Γι’ αυτό λοιπόν πρώτοι έμειναν χωρίς δουλειά οι απασχολούμενοι στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων συχνά των ιδιοκτητών τους, οι οποίοι ενισχύουν σταθερά τον στρατό τον νεόπτωχων μιας κοινωνίας που «αναδιαρθρώνεται». Τώρα απλώς ήρθε η ώρα να πληρώσει ο δημόσιος τομέας και με φόρο αίματος στη Διεθνή των Γκρίζων Κουστουμιών. Ένας φόρος, που σημαίνει ότι το δημόσιο καλείται να καταργήσει τον εαυτό του.
Διότι μόνο έτσι θα ολοκληρωθεί η καταστροφή, αφού το δημόσιο είναι αυτό που έχει (είχε) διπλό ρόλο στις κοινωνίες που καταργεί ο νεοφιλελευθερισμός και φέρνει στη θέση τους τη Νέα (απάνθρωπη κι αυτή, όπως εκείνη του Γ’ Ράιχ) Τάξη Πραγμάτων:
* Αποτελεί (αποτελούσε) εγγύηση της εργασιακής νομιμότητας, καθώς ο,τι ίσχυε στον δημόσιο τομέα καλείτο να εφαρμόσει και ο ιδιωτικός.
* Λειτουργεί (λειτουργούσε) ως συνταγματικός ρυθμιστής των δραστηριοτήτων του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα, ώστε οι πρωτοβουλίες του να μην συνθλίβουν τις κοινωνικές ισορροπίες και να λειτουργούν προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Για την επιδρομή αυτή χρειαζόταν να βρεθεί ένας επικεφαλής των δρεπανηφόρων αρμάτων. Και βρέθηκε στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Για τον οποίο άνοιξε το δρόμο ο «χρήσιμος αριστερός» Αντώνης Μανιτάκης. Αυτός έκανε την πρώτη δουλειά με τις πρώτες χίλιες οκτακόσιες «κινητικότητες», αλλά δεν άντεξε τις άλλες (ούτε αυτός, ούτε ο αρχηγός του).
Οπότε, το συμβόλαιο ανέλαβε ο «ειδικός» των Νεοφιλελεύθερων Δυνάμεων. Με την άδεια του Αντώνη Σαμαρά. Ή μάλλον της θλιβερής σκιάς του παλιού αντιμητσοτακικού εαυτού του. Του, ίσως, μοναδικού πρωθυπουργού, ο οποίος δεν είναι μόνο υπό των εντολών της Τρόικας, αλλά και υπό τινών εκ των υπουργών του: Μέχρι τον πρόσφατο ανασχηματισμό, του Γιάννη Στουρνάρα, τώρα πια και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αύριο ίσως και κάποιου άλλου τρίτου.
Ξεκίνησε με τους δημοτικούς αστυνομικούς, οι οποίοι με τους ελέγχους τους στους δημόσιους χώρους βοηθούσαν στη ροή εσόδων προς τους δήμους. Και εντός 24ώρου συνέχισε με τους φύλακες των σχολείων, για να μπορεί το κάθε εγκληματικό στοιχείο να καβαλάει κάγκελα και να ιδιοποιείται από τη δημόσια περιουσία, ό,τι πιάνει πέντε-δέκα ευρώ στην πιάτσα των διάφορων συμμοριών. Προφανώς, επειδή, όπως και το «Δόγμα του Σοκ» της Ναόμι Κλάιν διδάσκει, εκτός από την εξοικονόμηση των μισθών, υπάρχει διάδοχη κατάσταση. Τόσο στη Δημοτική Αστυνομία, όσο και στους φύλακες των σχολείων: οι διάφορες ιδιωτικές εταιρείες παροχής αστυνομικών υπηρεσιών, οι κοινώς αποκαλούμενες «σεκιούριτι». Οι οποίες θα πληρώνονται και αυτές από τους δήμους (αναγκαστικά πια), αλλά θα δίνουν λιγότερα στους απασχολούμενους «αστυνομικούς» τους.
Ωστόσο, η λύση αυτή δεν μπορεί να ισχύσει σε άλλες ειδικότητες εργαζομένων. Δεν μπορεί ένας σεκιουριτάς να γίνει καθηγητής Φυσικής και να διδάξει στο Γυμνάσιο του Νόμους του Νεύτωνα, ούτε φιλόλογος για να αναλύσει στους μαθητές τη μαγεία του Ηροδότου και την αναλυτική διείσδυση του Θουκυδίδη. Δεν μπορεί να γίνει νευροχειρουργός, για να αναπληρώσει τα κενά των υπό ερήμωση (από επιστημονικό προσωπικό) νοσοκομείων, ούτε καν νοσηλευτής που θα περιθάλψει έναν ανήμπορο ασθενή. Αδυνατεί ακόμα να «βγάλει εικόνα» σε μια νέα (κατ’ εφημισμόν) δημόσια τηλεόραση, δεν μπορεί ούτε να γίνει οδηγός λεωφορείου στις αστικές συγκοινωνίες, τις οποίες άρχισαν να περικυκλώνουν οι φήμες μιας νέας απόπειρας, υπό τον υιό Μητσοτάκη αυτή φορά, για απόδοσή τους στους «νοικοκυραίους».
Κι όλα αυτά, για μια δόση. Η οποία δίνεται όλο και πιο δύσκολα, πιο βασανιστικά. Μέχρι να διαπιστωθεί από τους διασώστες, ότι ο θάνατος από αδυναμία λειτουργίας των ζωτικών οργάνων είναι αναπόφευκτος.
Όπως, μετά το ΔΝΤ, ήδη διαπιστώνει πια το υπουργείο του Σόιμπλε, το ΙΟΒΕ, το Ελληνικό Χρηματιστήριο και η Morgan Stanley.
ΠΗΓΗ: http://www.periodista.gr