21 Φεβ 2011

Επιστροφή στην εποχή του Όθωνα. Του Γ. Δραγασάκη


 Η «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας είναι η αγαπημένη εύκολη λύση, που καιρό τώρα περιφέρεται σε πολιτικά γραφεία και επιχειρηματικά σαλόνια.

Καθόλου πρωτότυπο αυτό, αφού από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους το ροκάνισμα της δημόσιας περιουσίας υπήρξε... ιδιόμορφη, όσο και κρίσιμη, πηγή ιδιωτικού πλουτισμού και συγκρότησης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που ως και σήμερα δεν έχουμε μητρώο των ακινήτων του Δημοσίου ή κάποια καταγραφή τους, για να μη μιλήσουμε για το γεγονός ότι σε πολλές χώρες, μαζί με τον τακτικό προϋπολογισμό κατατίθεται κάθε χρόνο και ειδικός προϋπολογισμός και απολογισμός για την περιουσία του αντίστοιχου κράτους.
Μια τέτοια διαφάνεια θα ήταν προφανώς θανάσιμος εχθρός της «αξιοποίησης» της δημόσιας περιουσίας, όπως πολλοί την εννοούν, και γι΄ αυτό οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν φροντίσει να μην υπάρχει.

Η άποψη ειδικότερα ότι το συσσωρευμένο δημόσιο χρέος μπορεί να αντιμετωπισθεί, έστω και μερικώς, με εκποίηση ή «αξιοποίηση» ή υποθήκευση δημόσιας περιουσίας συνιστά έναν επικίνδυνο για την κοινωνία αναχρονισμό. Πρόκειται για μια αντίληψη που μας επιστρέφει στην εποχή του... Οθωνα, όταν με νόμο του 1853 το κράτος δανειζόταν με υποθήκη τον ελαιώνα της Αμφισσας, που τότε ήταν δημόσιος, ή μετοχές της Εθνικής Τράπεζας ή ό,τι άλλο είχε στην κατοχή του.

Και είναι αναχρονισμός διότι δεν θίγει τις αιτίες που δημιουργούν το πρόβλημα.

Το δημόσιο χρέος δεν συνίσταται σε κάποιο μεμονωμένο δάνειο που πρέπει να αποπληρωθεί, αλλά είναι έκφραση ενός συστήματος που δημιουργεί συνεχώς χρέος μέσω της άνισης αναδιανομής, της φορολογικής ασυλίας των ισχυρών, της διάχυτης φοροκλοπής, των υπέρογκων εξοπλισμών, της κακοδιαχείρισης, της υφαρπαγής ή της σπατάλης δημόσιων πόρων. Αποπληρωμή του δημόσιου χρέους σημαίνει ριζική αλλαγή και, όπου χρειάζεται, ανατροπή αυτού του συστήματος. Και αυτό δεν γίνεται.

Μάλιστα στο σύστημα αυτό προστέθηκαν πρόσφατα δύο ακόμη «επιταχυντές» της συσσώρευσης χρέους. Ο ένας είναι τα υψηλά επιτόκια δανεισμού και ο άλλος είναι η δραματική ύφεση που επιφέρει η πολιτική του μνημονίου. Οι παράγοντες αυτοί εκτινάσσουν το χρέος και προσδίδουν σε αυτό πρωτοφανή δυναμική.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές εκτιμήσεις της ΕΕ, το δημόσιο χρέος, από 126,8% του ΑΕΠ το 2009, θα εκτιναχθεί στο 157,3% το 2013. Ως προς την πιο μακροπρόθεσμη δυναμική του, ο Lorenzo Smaghi, μέλος του προεδρείου της ΕΚΤ, σε πρόσφατη ομιλία του αναφέρει ότι και μετά το 2020 το δημόσιο χρέος θα κινείται πάνω από τα επίπεδα του 120% του ΑΕΠ, και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι επί σειρά ετών θα επιτυγχάνονται πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα της τάξεως του 6%. Κάτι τέτοιο όμως δεν έχει συμβεί ποτέ και σε καμία χώρα.

 Απέναντι λοιπόν σε αυτή την αδυσώπητη δυναμική του χρέους η κυβέρνηση αντιπαραθέτει την εκποίηση δημόσιας περιουσίας 50 δισ. ευρώ ως το 2015, για να επιτύχει τι ακριβώς; Κατά το ίδιο τον υπουργό Οικονομικών, το σχέδιο αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση του χρέους κατά 5-6 ποσοστιαίες μονάδες, λόγω του ότι με το ποσό των 50 δισ. ευρώ μπορούν να επαναγορασθούν ελληνικά ομόλογα σε τιμές χαμηλότερες των ονομαστικών κατά 25%-30%.
Πέραν του ότι το αποτέλεσμα είναι ασήμαντο σε σχέση με τον όγκο του χρέους, αυτό θα έχει επιτευχθεί με μείωση της δημόσιας περιουσίας κατά 50 δισ. ευρώ ή 20% του ΑΕΠ.
Αρα, η λεγόμενη «καθαρή οικονομική θέση», η σχέση δηλαδή ανάμεσα στην περιουσία και στις υποχρεώσεις του κράτους, θα έχει επιδεινωθεί κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες.

Η όλη «σύλληψη», επομένως, αυτή δεν εντάσσεται σε κάποιο σχέδιο που να βγάζει τη χώρα από την παγίδα του χρέους, ούτε σε κάποιο άλλο που θα αποσκοπούσε στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας για την κάλυψη των αναγκών του Δημοσίου και άλλων κοινωνικών αναγκών.

Αντίθετα ως μοναδικό αποτέλεσμα θα έχει την περαιτέρω αποξένωση του ελληνικού λαού από ένα ακόμη τμήμα του συλλογικού του πλούτου. Οδηγούμαστε έτσι σε μια κατάσταση στην οποία τελικά μόνο το χρέος θα είναι δημόσιο, μόνο αυτό θα ανήκει στον λαό, αφού τα δημόσια αγαθά συρρικνώνονται και ό,τι συνιστά δημόσια περιουσία εκποιείται.
Είναι προφανές ότι αυτό δημιουργεί ένα μείγμα εκρηκτικό.

Επομένως, είτε μέρος του χρέους πρέπει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο να διαγραφεί ή να υποτιμηθεί, είτε μέρος του ιδιωτικού πλούτου να κοινωνικοποιηθεί, είτε ένας συνδυασμός και των δύο θα μπορούσε να γίνει η βάση για την αναγκαία επανεκκίνηση και ανασυγκρότηση της οικονομίας.

Αυτή είναι μία από τις προϋποθέσεις για την έξοδο από την παγίδα του χρέους και τον φαύλο κύκλο: χρέος- λιτότητα- ανεργία. Και μόνο σε ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να έχει νόημα και η ανάδειξη, η καταγραφή και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, με τελικό στόχο την προσαύξηση και όχι τη μείωσή της.

Ο Γιάννης Δραγασάκης είναι πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.