7 Σεπ 2020

Η ύποπτη απάθεια της χρεοκρατίας


Του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Τι θα γίνει όταν η τρικυμία κοπάσει, η πανδημία υποχωρήσει, η παραγωγική δραστηριότητα ανακάμψει, οι δανειστές αρχίσουν να ζητούν τα λεφτά τους πίσω;


Τι θα γίνει τότε; Θα ξαναρχίσει το μαγκανοπήγαδο της χρεοκρατίας, το κυνήγι της βιωσιμότητας του χρέους με σκληρά προγράμματα προσαρμογής και δεσμεύσεις για αιματηρά πλεονάσματα; Ή θα τεθεί ξανά επί τάπητος το εκκωφαντικά αποσιωπημένο αίτημα της διαγραφής των μη βιώσιμων κρατικών χρεών;

Χαίρεται (δικαίως από μιαν άποψη) και αυτοσυγχαίρεται (αδίκως από κάθε άποψη) η κυβέρνηση, για το γεγονός ότι η επανέκδοση του δεκαετούς ομολόγου πήγε καλά, με προσφορές ρεκόρ (18 δισ.) και με το επιτόκιο σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, μόλις 1,2%, λίγες ώρες πριν αποτυπωθεί η καταστροφική ύφεση του δευτέρου τριμήνου.

Ορθώς μπαζώνει χρήματα στο «μαξιλάρι» τώρα, όσο οι αγορές, τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια και τα γεράκια του δημοσίου χρέους είναι συμφιλιωμένα με την ιδέα, ότι ρίχνουν τα λεφτά τους σε μια δεξαμενή, που ξεχειλίζει από τις ιλιγγιωδώς αυξανόμενες κρατικές δαπάνες των περισσότερων χωρών του κόσμου, στο όνομα της αντιμετώπισης της πανδημίας. Εξ ου και κανείς από το συνονθύλευμα των αγοραστών χρέους δεν αντέδρασε στα στοιχεία σοκ για τη συρρίκνωση του ελληνικού ΑΕΠ.

Το ίδιο ακριβώς, άλλωστε, έκαναν με τις αντίστοιχες ανακοινώσεις σοκ των χωρών της Ευρωζώνης. Επιβραβεύουν ακόμη με αρνητικά επιτόκια, χώρες που κατέγραψαν τη χειρότερη ύφεση της ιστορίας τους, όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και, φυσικά, η Γερμανία.

Εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράδοξη η προθυμία, που δείχνουν τα ξεδιάντροπα κερδοσκοπικά κεφάλαια, να χρηματοδοτήσουν τις αυξημένες χρηματοδοτικές ανάγκες όλων των ανεπτυγμένων χωρών. Φαίνεται παράλογη η εμπιστοσύνη τους στην ικανότητα των χωρών να εξυπηρετήσουν ένα παγκόσμιο χρέος που έχει υπερβεί τα 73 τρισ. δολάρια.

Πριν από μια δεκαετία, όταν η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση μεταλλασσόταν σε κρίση χρέους με επίκεντρο την Ευρωζώνη και παγκόσμια πρωταγωνίστρια την Ελλάδα, το παγκόσμιο δημόσιο χρέος ήταν μόλις 43 τρισ. δολάρια. Το χρέος της νομισματικής ένωσης ήταν στο 87% του ΑΕΠ της και οι 20 πιο αναπτυγμένες χώρες του πλανήτη (G20), έχοντας ξεκινήσει δειλά πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης, αύξησαν το χρέος τους στο 110% του ΑΕΠ τους.

Ως γνωστόν, το τίμημα της τεράστιας αύξησης του χρέους, που θεωρήθηκε αναγκαία αντίδραση στον κίνδυνο κατάρρευσης των τραπεζών, στην απειλή κρατικών χρεοκοπιών και στη βαθιά ύφεση, το πλήρωσαν οι κοινωνίες με σκληρή δημοσιονομική και μισθολογική λιτότητα.

Τώρα, σε μια εντελώς διαφορετικής φύσης παγκόσμια κρίση, η αντίδραση είναι παρόμοια, αλλά ποσοτικά πολύ μεγαλύτερη. Κατά τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ (παρά την καχυποψία που οφείλουμε ως προς την αξιοπιστία του), φέτος και το 2021 το δημόσιο χρέος των G20 θα ξεπεράσει το 131% του ΑΕΠ τους. Της Ευρωζώνης θα πλησιάσει το 100% και, ενώ η Ελλάδα θα παραμείνει αρνητική πρωταγωνίστρια χρέους με σχεδόν 200% του ΑΕΠ, θα ακολουθείται από ογκόλιθους, όπως η Ιταλία (155%), η Γαλλία (116%) και η Ισπανία (114%). Και, φυσικά, τα πράγματα στην παγκόσμια αγορά χρέους θα γίνουν ακόμη πιο στριμόκωλα, όταν εισβάλει ο ελέφαντας στο δωμάτιο, το αμερικανικό δημόσιο χρέος, που θα εκτοξευτεί στο 131% του ΑΕΠ.

Οι κυβερνήσεις (και η ελληνική), μπροστά στη θηριώδη συρρίκνωση του ΑΕΠ που έχει προκαλέσει η κρίση της Covid-19, λένε, πως θα κάνουν ότι χρειαστεί, για να περιοριστούν το βάθος, η διάρκεια και οι μόνιμες βλάβες της ύφεσης. Το «ότι χρειαστεί» σημαίνει κυρίως μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών, άρα και του δημοσίου χρέους, για να διατηρηθεί ζωντανή η οικονομική δραστηριότητα.

Όμως, καμιά κυβέρνηση (ούτε φυσικά η γενναιόδωρη Κομισιόν) δεν λέει ευθέως, τι θα γίνει μετά, όταν η τρικυμία κοπάσει, η πανδημία υποχωρήσει, η παραγωγική δραστηριότητα ανακάμψει, οι δανειστές αρχίσουν να ζητούν τα λεφτά τους πίσω και οι φύλακες της δημοσιονομικής ορθοδοξίας επανέλθουν στα πόστα τους απαιτώντας να τεθούν σε πλήρη ισχύ οι κανόνες τους.

Τι θα γίνει τότε; Θα ξαναρχίσει το μαγκανοπήγαδο της χρεοκρατίας, το κυνήγι της βιωσιμότητας του χρέους, με σκληρά προγράμματα προσαρμογής και δεσμεύσεις για αιματηρά πλεονάσματα;  Ή θα τεθεί ξανά επί τάπητος το εκκωφαντικά αποσιωπημένο αίτημα της διαγραφής των μη βιώσιμων κρατικών χρεών, όπως έχει ήδη τεθεί για τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη, αλλά de facto τίθεται και για πολλές από τις πλουσιότερες; Η επιδεικτική απάθεια των αγορών χρέους γύρω από το δίλημμα του μέλλοντος είναι τουλάχιστον ύποπτη.

ΠΗΓΗ: avgi.gr