Τάσος Παππάς
Ποιοι σε καθημερινή βάση καλούνται στα τηλεοπτικά δίκτυα, για να σχολιάσουν τα ελληνοτουρκικά, να αναλύσουν τη συμπεριφορά του Ερντογάν και να κάνουν...
προβλέψεις; Ορισμένοι δημοσιολόγοι των μπουκωμένων μέσων ενημέρωσης που δεν κρύβουν την κομματική στράτευσή τους, εκείνοι οι διεθνολόγοι που είναι και βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και πολλοί απόστρατοι και των τριών όπλων (ο πιο αριστερός απ’ αυτούς είναι Νέα Δημοκρατία!).
Με ελάχιστες εξαιρέσεις λένε το ίδιο ποίημα: πόσο προκλητικός είναι ο Ερντογάν, πόσο ψύχραιμος και αποφασιστικός ο Έλληνας πρωθυπουργός, πόσο απομονωμένη είναι η Τουρκία. Ακούγεται ευχάριστο, τονώνει την αυτοπεποίθησή μας, ωστόσο απέχει από την αλήθεια.
Ο Ερντογάν, όσο και να θέλουμε να τον παρουσιάζουμε ως παρία της διεθνούς ζωής, είναι βασικός παίκτης της περιοχής και δεν πρόκειται να εγκαταλείψει ούτε τη στρατηγική του ούτε την τακτική του έναντι της Ελλάδας, εκτός αν υπάρξει μεγάλη εσωτερική κρίση, που θα κλονίσει τη συνοχή της Τουρκίας δημιουργώντας άλλου τύπου προβλήματα και στον ίδιο και στους γείτονές του. Ασκώντας πιέσεις και εκτοξεύοντας απειλές ζητάει διάλογο εφ’ όλης της ύλης με την Ελλάδα, έχοντας τη σύμφωνη γνώμη και των ΗΠΑ και της Γερμανίας (παρά τις προσχηματικές δηλώσεις αξιωματούχων τους) και προτείνει διάσκεψη όλων των χωρών της Μεσογείου για τη διευθέτηση των διαφορών.
Όσοι από τους ειδικούς, για ευνόητους λόγους, επαινούν την ελληνική κυβέρνηση, για την επιλογή της να υπογράψει συμφωνία με την Αίγυπτο, που υποτίθεται πως στριμώχνει την Τουρκία και την αποθεώνουν για την αποφασιστικότητά της στο στρατιωτικό πεδίο και την πολύπλευρη εξωτερική πολιτική της, μάλλον υπηρετούν σκοπιμότητες.
Αν δεν υπήρχε το μνημόνιο Τουρκίας - Λιβύης, θα υπογράφαμε τη συμφωνία με την Αίγυπτο; Θα το είχαμε κάνει στο παρελθόν κάτω από λιγότερο δυσμενείς συνθήκες. Οι διαπραγματεύσεις κράτησαν 15 χρόνια και μόλις τώρα, λόγω της πίεσης που δεχτήκαμε από το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, καταλήξαμε σε συμφωνία. Άλλωστε, όπως όλα δείχνουν, ο κερδισμένος στην υπόθεση αυτή είναι η Αίγυπτος. Κάτι ανάλογο έχουμε και με τη συμφωνία Ελλάδας - Ιταλίας για την ΑΟΖ. Και στις δύο περιπτώσεις δώσαμε περισσότερα, απ’ όσα πήραμε. Αυτό δεν σημαίνει, ότι έχουμε να κάνουμε με πράξεις ενδοτισμού, όπως υποστηρίζουν διάφοροι θερμοκέφαλοι, αφού πρόκειται για συμβιβασμό, αλλά δεν είναι φρόνιμο να ισχυρίζεται η ελληνική κυβέρνηση, ότι πέτυχε μεγάλη νίκη.
Επαίρεται η ελληνική κυβέρνηση, ότι η Γερμανία και οι ΗΠΑ, κατόπιν δικών της πρωτοβουλιών, μετακινούνται από την ουδετερότητα στην υιοθέτηση των ελληνικών θέσεων. Προφανώς, δεν θέλει (δεν μπορώ να φανταστώ πως δεν μπορεί) να διαβάσει κάτω από τις γραμμές των επίσημων ανακοινώσεων. Η γερμανική πλευρά εκφράζει την ανησυχία της, καλεί τον Ερντογάν να αποφεύγει ενέργειες που προκαλούν, δηλώνει πρόθυμη να μεσολαβήσει (να φανεί χρήσιμη, όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος της καγκελαρίου), αλλά προσθέτει με νόημα, ότι «το αποφασιστικό είναι οι απευθείας συνομιλίες». Δηλαδή, ότι ακριβώς επιδιώκει ο Ερντογάν. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ζήτησε από τον Ερντογάν να σταματήσει τις έρευνες, σε περιοχές που διεκδικούνται από Ελλάδα και Κύπρο. Προσέξτε τη λέξη που χρησιμοποίησε: «Διεκδικούνται». Έμμεσο γκριζάρισμα.
Ο βερμπαλισμός εκ του ασφαλούς έχει όρια. Η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία (με στολή παραλλαγής πήγαν τα στελέχη της στη σύσκεψη στο πρωθυπουργικό γραφείο) δηλώνουν σε όλους τους τόνους, ότι δεν θα «επιτρέψουμε παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας και θα απαντήσουμε με κάθε πρόσφορο μέσο». Το τουρκικό ερευνητικό σκάφος βρίσκεται πέντε μίλια εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, όπως μεταδίδουν ακόμη και φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης και έχει ρίξει καλώδια στη θάλασσα. Αν αυτό δεν είναι παραβίαση, αναρωτιέμαι τι ακριβώς είναι. Θα πει κάποιος: «Τι προτείνεις; Να το πλήξουμε και να πάμε σε σύρραξη;» Όχι. Ωστόσο, οι ρητορικοί λεονταρισμοί δεν βοηθούν. Αντιθέτως, σε εκθέτουν.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον συντάκτη τους, χωρίς να συμπίπτουν κατ' ανάγκη με την άποψη του Jenny΄s world