Γιώργος Λακόπουλος
Πολύ παλιά έλεγαν: «‘Οταν αρχίσουν οι Πελοποννήσιοι να μπαινοβγαίνουν στα υπουργεία, οδεύωμεν προς εκλογάς».
Αλλάξαν οι καιροί. Το ενδεχόμενο των εκλογών προκύπτει τώρα από την επικαιρότητα που εμπλέκει πολιτικούς, επιχειρηματίες δημοσιογράφους, αλλά και θεσμούς, σε δραστηριότητες υποκόσμου.
Παλιές προσωπικές υποκλοπές (με επιλεγμένο προφανώς περιεχόμενο) φτάνουν μέχρι τη Βουλή. Δημόσια πρόσωπα διεκπεραιώνουν τις διενέξεις τους με ελεεινές μεθόδους, αδίστακτες πρακτικές και παράνομο «υλικό».
Το σκηνικό θυμίζει κάτι ανατριχιαστικό: το 1989. Όταν ο δρόμος προς τις εκλογές πέρασε από υπονόμους. Η πολιτική σύγκρουση υπερέβη ένα υπαρκτό σκάνδαλο και μετακόμισε σε βάλτο, αναθυμιάσεων και μπόχας, φτάνοντας ως τις κλειδαρότρυπες.
Πόλεμος για συμφέροντα
Η ένταση είναι αναμενόμενη στις προεκλογικές αντιπαραθέσεις. Ειδικά, από τότε που ο σχεδιασμός τους παραδόθηκε στις αμερικανόπνευστες καμπάνιες, που καθοδηγούν υπερατλαντικές εταιρίες πολιτικού μάρκετινγκ και εγχώριοι εκπρόσωποί τους.
Αλλά και από τότε που το διακύβευμα της κάλπης δεν είναι η άσκηση πολιτικής για τη χώρα, αλλά η διασφάλιση ανόμων συμφερόντων που μετατρέπουν τους πολιτικούς σε μαριονέτες των επιδιώξεων τους.
Οι αντιμαχόμενοι για την κυβέρνηση, εγκαταλείπουν τη συζήτηση για την ουσία, τα προβλήματα και τα προγράμματα και «πυροβολούν» ο ένας τον άλλον κάτω από τη μέση. Όταν δεν το αναλαμβάνουν επαγγελματίες της παραπολιτικής για λογαριασμό τους.
Δείγματα τέτοια τακτικής είδαμε και απέναντι στον Κώστα Καραμανλή πριν το 2009 (επειδή με τη νομοθεσία για τον «βασικό μέτοχο» επιχείρησε να χαλιναγωγήσει τους «νταβατζήδες», που χειραγωγούσαν τη πολιτική).
Το είδαμε και κατά του Αλέξη Τσίπρα το 2019 – για να στρωθεί ο δρόμος στον Κυριάκο Μητσοτάκη, που εναπόθεσε τις ελπίδες του να κυβερνήσει σε μαύρες πρακτικές της επικοινωνίας και τους φανατικούς των άκρων.
Δεν ήταν ευχάριστο για την πολιτική, αλλά κρατήθηκε σε κάποια όρια- εκατέρωθεν.
Ανέντιμη πολιτική
Αλλά αυτό που άρχισε να συμβαίνει τις τελευταίες μέρες είναι κατά άλλο: παραπέμπει στην επικράτηση ενός άλλου Μητσοτάκη και έμεινε στην ιστορία ως «Βρόμικο 89» – κατά τον ομώνυμο τίτλο του συγκλονιστικού βιβλίου του Λευτέρη Παπαδόπουλου.- Εκδόσεις «Πολιτεία».
Ο τότε πρόεδρος της ΝΔ και η διαπλοκή της εποχής, με πρόσχημα την (αναγκαία) «κάθαρση», προσπάθησαν να εξοντώσουν τον Ανδρέα Παπανδρέου, με ανέντιμες μεθόδους- συμπαρασύροντας και την Αριστερά της εποχής.
Αυτό δεν πρέπει να επαναληφθεί. Αν η πολιτική κυλήσει πάλι στη λάσπη, η κοινωνία θα γίνει ζούγκλα, καθώς σήμερα υπάρχουν απίστευτα μέσα παρακολούθησης και υποκλοπής λόγων, σχέσεων και επαφών των ανθρώπων.
Αν κάποτε χρειάζονταν ένας Μαυρίκης για να παρέμβει στα «ΚΑΦΑΟ», σήμερα ένα κόμμα μπορεί πολύ πιο εύκολα, να εξασφαλίσει υλικό υποκλοπών.
Εκτός από τις κρατικές υπηρεσίες κυκλοφορούν και ιδιώτες με μηχανισμούς υποκλοπής, ενώ στην κινητή τηλεφωνία μπορεί να διεισδύσει κι ένας δεκάχρονος.
Με σκηνικό την Προανακριτική
Αν από κάποιο κόμμα υπάρχει βούληση, να οδηγήσει την πολιτική αντιπαράθεση στον βούρκο, είναι πανεύκολο να το οργανώσει. Αλλά εξ ίσου πανεύκολο είναι, να του το ανταποδώσουν με τον ίδιο τρόπο οι αντίπαλοί του.
Αυτό όμως δεν είναι αντιπαράθεση κομμάτων και πολιτικών, αλλά πόλεμος συμμοριών.
Το σκηνικό που στήθηκε από τη σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία (και τους ανόητους του τρίτου κόμματος της Βουλής) με τη μορφή μιας Προανακριτικής Επιτροπής, ως «απάντηση» στις νόμιμες έρευνες εισαγγελέων για το σκάνδαλο Νοβάρτις, επιβαρύνεται περισσότερο τις τελευταίες μέρες.
Η εμφάνιση υποκλαπέντων συνομιλιών- που κάποιοι κρατούσαν ως «άσους» στο μανίκι τους για τους δικούς τους λόγος, όπως η αποφυγή ελέγχων για τις πράξεις τους, συνιστά επίθεση της ανομίας κατά των θεσμών.
Οι λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία. Τίποτε από ότι έρχεται από τον σκοτεινό κόσμο των υποκλοπών και των παράνομων μεθόδων, δεν έχει αξιοπιστία. Απλώς χρησιμοποιείται για δημιουργία εντυπώσεων.
Από την πολιτική στο έλος
Ας μην κρυβόμαστε: από τον χώρο της κυβερνώσας παράταξης, υπόλογοι για τις δραστηριότητες τους και αδίστακτοι παράγοντες μέσων ενημέρωσης, επιχειρούν να σκηνοθετήσουν «παρακράτος του ΣΥΡΙΖΑ»- εκμεταλλευόμενοι υπαρκτές και ανύπαρκτες καταστάσεις της περιόδου διακυβέρνησης Τσίπρα.
Στην ουσία ένα συγκεκριμένο σύστημα παραγόντων της Δεξιάς και των ΜΜΕ επιχειρεί να μεταθέσει την αντιπαράθεση των δυο μεγάλων κομμάτων από το χώρο της πολιτικής, στο έλος της σύγκρουσης χωρίς όρια και κανόνες. Κρίνοντας, προφανώς, ότι εκεί έχουν την υπεροπλία έναντι της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Δεν ξέρουμε αν αυτή η μεθόδευση έχει την έγκριση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Θα ήταν τραγικό για τη χώρα.
Ως φορέας της λαϊκής εντολής, έχει το βάρος να κατανικήσει τα προβλήματα που έβαλε μπροστά του η πραγματικότητα και όχι τους πολιτικούς αντιπάλους του.
Κανείς υπεύθυνος πολιτικός δεν δέχεται, να δρουν για λογαριασμό των κομμάτων πρωταγωνιστές εξαθλίωσης της πολιτικής.
Πρωτοβουλίες Μητσοτάκη- Τσίπρα
Σε κάθε περίπτωση ο Μητσοτάκης, ως πολιτικό πρόσωπο, έχει κάθε λόγο, να μείνει μακριά από συνειρμούς με το 1989. Ως Πρωθυπουργός έχει την ευθύνη να διασφαλίσει όρους καθαρής πολιτικής αντιπαράθεσης (όσο σκληρή και αν είναι) μεταξύ των κομμάτων.
Του ανήκει το προνόμιο της πρωτοβουλίας, να ζητήσει από τα άλλα κόμματα και κυρίως από την αξιωματική αντιπολίτευση να μείνουν μακριά από τέτοιου είδους πρακτικές. Δίνοντας πρώτος το παράδειγμα, με την απομόνωση όσων από το χώρο του μετέχουν σε ανίερες μεθοδεύσεις, τους υπόλογους έναντι της Δικαιοσύνης και όσους μιλούν για «ειδικά δικαστήρια».
Από την πλευρά του ο Αλέξης Τσίπρας έχει κάθε λόγο, να διευκολύνει τον Πρωθυπουργό σε μια τέτοια πρωτοβουλία. Αναλαμβάνοντας από την πλευρά του την ευθύνη για την περίοδο της διακυβέρνησής του.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να βγει μπροστά με σύνθημα «όλα στο φως για όλους». Υπερασπιζόμενος το κύρος τη πολιτικής απέναντι στη μαφιόζικη υποκατάστασή της από όπου και αν προέρχεται.
Το δίδαγμα της Ιστορίας
Κανείς πολιτικός (ούτε η χώρα και η πολιτική) δεν πρόκειται να ωφεληθεί τελικά, αν αναλάβει ο υπόκοσμος τη διεύθυνση της πολιτικής σύγκρουσης και διαμορφώσει ανεμπόδιστα την πολιτική σκηνή με τις απεχθείς μεθόδους του.
Όπως έδειξε ως τώρα η εμπειρία, αυτός που χάνει στο τέλος περισσότερο, είναι η κυβέρνηση και ο επικεφαλής της. Με άλλα λόγια: σ’ αυτή την υπόθεση η Ιστορία δεν είναι με το μέρος του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Πηγή: Anoixtoparathyro.gr
Τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν τον συντάκτη τους, χωρίς να συμπίπτουν κατ' ανάγκη με την άποψη του Jenny΄s world