Νικόλ Λειβαδάρη
Είτε ως «νέο σχέδιο Μάρσαλ», είτε απλώς ως πράξη επιβίωσης της ΕΕ, το σχέδιο της Κομισιόν για το Ταμείο Ανάκαμψης («Next Generation EU») αποτελεί βήμα υπέρβασης σε μια Ευρώπη υπό διαρκή κρίση συνοχής (την κρίση των «εθνικών λύσεων» και του δόγματος του δημοσιονομικού καλβινισμού).
Το συνολικό (προτεινόμενο) ύψος του Ταμείου Ανάκαμψης φθάνει στα 750 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 500 δισ. είναι απ΄ευθείας επιχορηγήσεις και τα 250 δισ. δάνεια, ενώ η μερίδα του λέοντος κατευθύνεται στις χώρες του Νότου, που χτυπήθηκαν περισσότερο από την πανδημία, μεταξύ των οποίων είναι και η Ελλάδα.
Δεν πρόκειται για «μπαζούκα» εάν συγκριθεί με τα 3 τρις δολάρια που ρίχνει ήδη η αμερικανική κυβέρνηση στην οικονομία, ούτε καν με το 1,5 τρις ευρώ που ζήτησε η Κριστίν Λαγκάρντ για την Ευρώπη. Ο πυρήνας της υπέρβασης όμως δεν έγκειται τόσο στο ύψος των ποσών, όσο στα ταμπού που σπάει η πρόταση της Κομισιόν: Για πρώτη φορά η Ευρώπη πάει σε κοινό δανεισμό (δηλαδή σε μια έμμεση έστω αμοιβαιοποίηση χρεών), για πρώτη φορά σε απ’ ευθείας μεταβιβάσεις πόρων και επίσης για πρώτη φορά μετά την σύναψη του Συμφώνου Σταθερότητας επιχειρεί την δημιουργία ανάπτυξης μέσω ελλειμμάτων.
Το πρόβλημα είναι, πως όλο αυτό το πακέτο μπορεί να αποδειχθεί too good to be true. Κοινώς, τίποτα δεν είναι δεδομένο, η πρόταση της Κομισιόν αποτελεί απλώς την αφετηρία σε ένα μαραθώνιο διαπραγμάτευσης, που στο καλό σενάριο μπορεί να τραβήξει έως τον Ιούλιο και στο κακό μπορεί να φθάσει έως το τέλος του χρόνου, ενώ τίποτα δεν έχει κλειδώσει ούτε ως προς τον τρόπο και τους όρους που θα δοθούν τα χρήματα, ούτε ως προς το τελικό μίγμα και την αναλογία επιδοτήσεων και δανείων.
Για την Ελλάδα, η οποία με βάση το πλαίσιο που έδωσαν οι Βρυξέλλες έχει λαμβάνειν 32 δις (22 δις σε επιδοτήσεις και 9,5 δις σε δάνεια), πολλά θα κριθούν στις γκρίζες ζώνες του σχεδίου και στον τελικό συμβιβασμό επί κομβικών ζητημάτων και όρων, που αυτή την στιγμή είναι απολύτως ανοιχτοί.
Η πρώτη από αυτές τις γκρίζες ζώνες αφορά, το εάν η διάθεση των απ΄ευθείας, και δωρεάν, επιχορηγήσεων πάει «πακέτο» με την σύναψη και του δανείου. Με το εάν, δηλαδή, η Ελλάδα μαζί με το όποιο τελικό ποσό συμφωνηθεί σε επιδοτήσεις, θα πρέπει αναγκαστικά να πάρει και δάνειο με ευνοϊκούς μεν, δεσμευτικούς δε, όρους. Καθαρή απάντηση επ’ αυτού προσώρας δεν υπάρχει, κοινοτικές πηγές όμως δείχνουν στην κατεύθυνση της «χρηματοδότησης πακέτο», δηλαδή της παράλληλης απορρόφησης επιδοτήσεων και δανείων.
Το δεύτερο ερώτημα που προκύπτει, είναι, εάν και ποιες δεσμεύσεις σε επίπεδο πολιτικών θα συνεπάγεται η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. Εδώ, ήδη στην πρόταση της Κομισιόν αναφέρεται, πως όποια χώρα καταθέτει αίτηση χρηματοδότησης, θα πρέπει να υποβάλει και συγκεκριμένο σχέδιο «δημοσίων επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων», οι οποίες θα διασφαλίζουν «την ανθεκτικότητα των οικονομιών της ΕΕ» σε πιθανές μελλοντικές κρίσεις. Η διατύπωση αυτή, καίτοι διπλωματική και σχετικά αόριστη, παραπέμπει στην δέσμευση επί συγκεκριμένων δημοσιονομικών πολιτικών, οι οποίες θα εγκρίνονται και θα παρακολουθούνται όχι μόνον από την Κομισιόν αλλά και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Αρα, τίθεται καθαρά ζήτημα, για το ποιες θα είναι οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις και για το εάν η εποπτεία των χρηματοδοτούμενων χωρών θα γίνεται μόνον στην βάση του γνωστού εξαμήνου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή ο έλεγχος θα είναι πιο αυστηρός και θα παραπέμπει σε συνθήκες επιτροπείας.
Τρίτο γκρίζο σημείο αποτελεί, η, επίσης σαφής, πρόταση της Κομισιόν για την επιβολή νέων φόρων μέσω των οποίων θα αποπληρωθεί η χρηματοδότηση (φόρων, οι οποίοι θα εστιάσουν στις εκπομπές άνθρακα και στις ψηφιακές τεχνολογίας).
Όλα αυτά θα ξεκαθαριστούν μέσα από τον τελικό συμβιβασμό με τους τέσσερις «σκληρούς» του βόρειου άξονα (την Αυστρία, την Σουηδία, την Ολλανδία και την Δανία, είτε αυτοί κινούνται αυτόνομα, είτε ως «λαγοί» της Γερμανίας). Και όπως επίσης εκτιμούν κοινοτικές πηγές, το εν λόγω «ξεκαθάρισμα» δεν πρέπει να αναμένεται στην καλύτερη περίπτωση πριν από τον Ιούλιο και, στην χειρότερη, μετά από αρκετούς μήνες. Η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ αλλωστε προϊδέασε σήμερα για μακρές διαπραγματεύσεις και έδειξε ως πιθανό ορίζοντα συμφωνίας τον Σεπτέμβριο. Γεγονός που σημαίνει, ότι εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα ξεκινήσουν, στο καλό σενάριο, πριν από το πρώτο τρίμηνο του 2021.