23 Μαΐ 2020

Σ’ εμάς δεν θα συμβεί


Δεν θα μιλήσω για τη συνεχή αύξηση της ανεργίας στις ΗΠΑ, απλά την άλλη βδομάδα θα ξεπεράσουν τους 40 εκατομμύρια οι άνεργοι, που μεταφράζεται σε εκατομμύρια νοικοκυριά, που δεν (θα) μπορούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

Για ακόμα μια φορά...


μιλάμε για αριθμούς και ξεχνάμε, ότι κάπου εκεί ανάμεσα πρέπει να υπάρχουν και άνθρωποι.

Άσε που αυτές τις μέρες βγήκε ο κάθε καημένος και μιλούσε για το εμβόλιο κατά της βλακείας, μάλιστα συμπλήρωνε με στόμφο τη φράση «που δεν θα βρεθεί ποτέ». Αφού τα λύσαμε όλα, τώρα φιλοσοφούμε για την ανθρώπινη ηλιθιότητα. Πάρτε με από ‘δω.

Εντάξει, πρέπει, νομίζω, να παραδεχθούμε, ότι αυτοί είμαστε. Στην Ελλάδα, στις ΗΠΑ, παντού. Δεν έχει άλλους.

Δεν είναι θέμα γενιάς, γένους ή …γεννητικότητας.

Είναι η φυσική συνέπεια όλων των επιλογών που έγιναν ή δεν έγιναν.

Γιατί όσοι νόμιζαν, ότι δυο μήνες (και αυτοί που θ’ ακολουθήσουν) θα είναι αρκετοί για να ξυπνήσει το πόπολο, μάλλον δεν έζησαν σ’ αυτό τον πλανήτη τα τελευταία 10 χρόνια.

Νομίζω, πρέπει να αρχίσουμε να προετοιμαζόμαστε για το μεγάλο κραχ (και δεν μιλάμε για το οικονομικό), απ’ τη στιγμή τουλάχιστον που το έχουμε γυρίσει στον αυτόματο πιλότο.

Πολύ μου αρέσει κιόλας, που κάποιοι άνθρωποι είναι τόσο αποβλακωμένοι, που νομίζουν, πως τα λεφτά θα τα λύσουν όλα.

Δεν ξέρω πότε προέκυψε αυτή η αρρώστια με τα λεφτά στον άνθρωπο, πάντως σήμερα υπάρχουν δισεκατομμύρια άνθρωποι, που σ’ όλα τα ερωτήματα απαντούν με διαχειριστική λογική.

Άλλοι φωνάζανε για αύξηση των δαπανών στην Υγεία, λες και άμα βάλουμε λίγα εκατομμύρια ακόμα θα βρεθεί το εμβόλιο γρηγορότερα ή πως αν δώσουμε λεφτά στην Υγεία θα έχουμε αυτομάτως υγεία.

Σε έναν κόσμο που μπορείς να βομβαρδίσεις εκατοντάδες αμάχους, χωρίς να σε τιμωρήσει κανένας.

Απέχουμε δηλαδή μερικά δολάρια από την… ουτοπία.

Μια κοινωνία που ψάχνει χρήματα για να ταΐσει τους ανθρώπους, ενώ θα έπρεπε να ψάχνει φαγητό, δεν είναι μια κοινωνία στην οποία μπορείς να στηριχθείς.

Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από το μέσο και όλα τ’ άλλα έχασαν το νόημά τους.

– Τα παιδιά δεν έχουν να φάνε στο σχολείο.

-Ε, θα βγάλω 10 δολάρια να τους δώσω.

Και δεν χρειάζεται καν να πούμε, για εκείνους που έχουν τόσα λεφτά, που δεν τους φτάνουν 5 ζωές να τα ξοδέψουν, αλλά εκείνοι συνεχίζουν να μαζεύουν περισσότερα, μάλλον γιατί δεν έχουν μάθει να κάνουν κάτι άλλο.

Άλλωστε, όπως είπε κάποια στιγμή ένας κύριος (ξεχνάω ποιος) όταν τον ρωτήσανε τι δουλειά κάνει: «είμαι πλούσιος».

Αν, λοιπόν, μας έμαθε κάτι η πανδημία, ήταν ότι δεν μάθαμε απολύτως τίποτα. Εκτός απ’ αυτό που ξέραμε ήδη, ότι κάποιοι άνθρωποι είναι τόσο φτωχοί στη ζωή τους που έχουν μόνο λεφτά.

Γιατί, αν περάσανε 10.000 χρόνια πολιτισμού, για να φτάσουμε σ’ αυτό εδώ, τότε πραγματικά χάσαμε 10.000 χρόνια.

Αυτό είναι όλο;

Αυτό είναι όλο. Το πιθανότερο.

Μια κοινωνία που ζει και πεθαίνει για τα λεφτά της. Με τα λεφτά της.

Μια …χρεοκοπημένη κοινωνία. Παγκοσμίως.

Και ο κορονοϊός κάθεται σε μια γωνιά και μάλλον θα σκέφτεται, «πού πήγα και έμπλεξα ρε».

Ήδη βλέπω και την κλιματική αλλαγή να τρέμει απάνω της με τόσα λεφτά που έχουμε. Η πλουσιότερη κοινωνία που υπήρξε ποτέ και δεν είναι ούτε μια πιθαμή ασφαλέστερη απ’ τη φτωχότερη.

Δεν το πιστεύω ότι θα ζήσουμε τη μέρα, που έξω θα είναι κόλαση (απ’ τη ζέστη) και κάποιος θα βγει να πει «γιατί δεν μαζεύουμε μερικά λεφτά για το περιβάλλον». Ειλικρινά, θα τον πυροβολήσω.

Με εκτίμηση,

Άρης

Υ.Γ. Θα προσέξατε, τα προηγούμενα χρόνια κάτι άρθρα ή ρεπορτάζ για «τα θύματα της τάδε καταστροφής»: για τα θύματα του τσιγάρου, τα θύματα του καρκίνου, τα θύματα των τροχαίων. Και επειδή σαλάτα μαρούλι χωρίς λίγο μαϊντανό δεν λέει και πολλά, αρκετοί μαϊντανοί συγκεντρώθηκαν κάτω από ένα νέο αφήγημα, που εμένα προσωπικά με διασκέδαζε αφάνταστα: «τα θύματα του κομμουνισμού», έτσι ώστε να μην μιλάμε ποτέ για τις ανισότητες του καπιταλισμού. Και τους έκαναν συντροφιά πολλοί ηλίθιοι σε αυτή τη γενναία αποτύπωση της Ιστορίας, όπου μιλούσες για τα πάντα, χωρίς να μιλάς γι’ απολύτως τίποτα, οπότε επειδή στους καιρούς μας ζούμε την αποθέωση του τίποτα, στο φινάλε οι συγγραφείς λάμβαναν και μια βουλευτική έδρα ή έδρα στη Γερουσία, ως αναγνώριση του λογοτεχνικού έργου τους. Το αναγνωστικό κοινό, όμως, δεν λάμβανε τίποτε άλλο, εκτός από τις δυο μπάλες παγωτό που του αναλογούσε. Περισσότερο από τους ίδιους τους παραμυθάδες, εκείνοι αγάπησαν το παραμύθι τόσο, που για κάποιους έγινε και στάση ζωής. Έσπαζε η αποχέτευση στη γειτονιά: «ναι, αλλά στον κομμουνισμό οι άνθρωποι δεν είχαν αποχέτευση». 
Σκέφτομαι, λοιπόν, και όλους αυτούς τους ηλίθιους, που παρηγορούσαν ο ένας τον άλλον με τα σκηνικά στη Χολοντομόρ, τη Βαγδάτη ή την ..Καμπότζη, μάλλον για να κρύψουν τα δικά τους αίσχη, αλλά και για να αποδείξουν ότι έκαναν τη «σωστή» επιλογή, όσο πλησίαζε η πείνα στα σύνορα τους. Ότι έκαναν πολύ σωστά που επέλεξαν τα λεφτά. Μόνο που η Ιστορία είναι πολύ άδικη στις επιφανειακές προσεγγίσεις και αδίστακτη με όσους δεν την παίρνουν στα σοβαρά. Και ισχύει για όλους αυτό. Τα συστήματα, αντί να γίνουν πεδίο έρευνας, έγιναν πεδίο γηπεδικής αντιπαράθεσης, κάτι βέβαια που προωθήθηκε με ενθουσιασμό από την ελίτ, αφού στην τελική δεν έχει σκοπό να επιτρέψει σε οτιδήποτε, να απειλήσει τα συμφέροντά της. Κανένας, άλλωστε, δεν δύναται να πλουτίζει σε συνθήκες κοινωνικού διαλόγου. Αυτή είναι η δικαιολογία της ελίτ. Και είναι βολική. Των υπόλοιπων, ποια είναι; Ότι μια μέρα θα γίνουμε και εμείς …πλούσιοι; 
Βλέπουμε, ότι τα προβλήματα, που ολοένα γιγαντώνονται, όχι μόνο δεν αφορούν ένα έθνος, έναν λαό ή μια κοινωνία ή ένα …κόμμα, αλλά αφορούν όλη την ανθρωπότητα. Και δεν νομίζω, ότι αυτό που θα μας σώσει από την καταστροφή, θα είναι το μέγεθος του πορτοφολιού μας.


Εν πάση περιπτώσει, το ίδιο είδος είμαστε και ούτε αυτό δεν μπορέσαμε να ψελλίσουμε. Ούτε μέσα στην πανδημία, ούτε πουθενά. Και η μόνη φορά που το λέμε, ότι είμαστε όλοι «μαζί» σ’ αυτό, είναι όταν πρέπει να κοινωνικοποιήσουμε το κόστος. Έτσι πειστήκαμε σιγά-σιγά, ότι ακόμα και τα «ατυχήματα» αφορούν ένα άλλο σύστημα και όχι αυτό εδώ. Μια άλλη κοινωνία και όχι αυτή εδώ. Όπως κάποιοι άλλοι έβλεπαν το Τσερνόμπιλ, χωρίς να βλέπουν γιατί συνέβη το λάθος, για να μάθουν απ’ αυτό, αλλά κοιτούσαν μόνο ποιος το έκανε. Χαμός στο HBO και στο Sky, προ μηνών, για τη νέα πρόσφατη σειρά, που ενθουσίασε κοινό και κριτικούς, που το μόνο που έκανε, ήταν να τα ρίξει όλα στους Σοβιετικούς, με μπόλικη σαντιγί, λες και δεν το ξέραμε τόσα χρόνια ποιανού ήταν οι αντιδραστήρες. Και βέβαια, το πυρηνικό ατύχημα στο Three Mile, το σοβαρότερο στην ιστορία των ΗΠΑ, δεν θα γίνει σειρά ούτε το 2.500. Ελάχιστοι γνωρίζουν, πόσα ψέματα ειπώθηκαν από τις αμερικανικές αρχές επί πόσες μέρες (καθόλου διαφορετική η συμπεριφορά μας από εκείνη των Σοβιετικών, απλά η καταστροφή ήταν μικρότερη, από καθαρή τύχη). Γιατί όταν οδηγεί μεθυσμένος ο φιλελές, είναι πιο καλός οδηγός απ’ τον μεθυσμένο κομμουνιστή. Και το ανάποδο, γιατί όχι; Θέμα αντίληψης είναι. Τι να τον κάνουμε τον κομμουνισμό, αν οι άνθρωποι δεν ξέρουν, να δένουν ούτε τα κορδόνια τους; Αυτό, πάλι, δεν σημαίνει, ότι στον καπιταλισμό ξέρουν. Πάω στοίχημα επίσης ότι κανένας απ’ όσους είδαν τη σειρά για το Τσερνόμπιλ, δεν ξέρει το λόγο που συνέβη το ατύχημα. Και πάω επίσης στοίχημα, ότι σε δεκάδες άλλους αντιδραστήρες λίγοι προβληματίστηκαν από το ατύχημα τα επόμενα χρόνια. Και fast forward κάποια χρόνια μετά, σεισμός 9 τόσα ρίχτερ και παραλίγο ένα τσουνάμι να τινάξει την μισή ανθρωπότητα στο διάολο. Για ακόμα μια φορά. Και ούτε απ’ τη Φουκουσίμα μάθαμε πολλά, παρά μόνο ότι θα μαζεύουμε ραδιενεργά απόβλητα για δεκαετίες. Και ότι μπορεί μια μέρα να δούμε στο Netflix, πόσο βλάκες ήταν οι Ιάπωνες, για να μονολογήσουμε «σ’ εμάς δεν θα συμβεί». Και το ίδιο συμβαίνει πάνω-κάτω στον κορονοϊό. Οι Αμερικάνοι λέγαμε, ότι δεν θα συμβεί σε εμάς, αυτό που συνέβη στους Κινέζους, οπότε ξεπεράσαμε κάθε προσδοκία, όταν τελικά συνέβη και σε μας. Και άλλοι λένε «εμείς έχουμε το Θεό με το μέρος μας, που μας έστειλε το Μωυσή» και αν υπάρξει επόμενη φορά, θα τους κλαίνε και οι ρέγκες. 
Άλλη μια χυδαία ανθρώπινη έκφραση: «σ’ εμάς δεν θα συμβεί». Famous last words.


ΠΗΓΗ: pitsirikos.net